Οι προοπτικές των ελληνικών τραπεζών είναι θετικές, υποστηριζόμενες από το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον και τους ελκυστικούς πολλαπλασιαστές, εκτιμά η Piraeus Securities.
Οι προοπτικές του τραπεζικού τομέα στην Ελλάδα είναι θετικές, εξισορροπώντας τις προσδοκίες για ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον (αύξηση του ΑΕΠ το 2023 κατά 3,6%), περιορισμένη επιδείνωση στην ποιότητα ενεργητικού (περίπου 1,5%-2% υψηλότερα έναντι του στόχου για τους δείκτες NPE στο τέλος του 2024), βελτιωμένη κερδοφορία χάρη στις προσπάθειες αναδιάρθρωσης των προηγούμενων ετών (αποδοτικότητα ROTE 8% περίπου το 2023) και θετική επίδραση των υψηλότερων επιτοκίων στα έσοδα που υποστηρίζεται από τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης του τομέα.
Εξίσου θετική για όλες τις τράπεζες
Η Eurobank έχει καλύτερη κερδοφορία και αναπτυξιακό προφίλ, εν μέρει λόγω της διεθνούς παρουσίας της τράπεζας, με τα στοιχεία ενεργητικού στο εξωτερικό να αντιπροσωπεύουν επί του παρόντος το 25% του ενεργητικού του ομίλου.
Η Εθνική Τράπεζα θα μπορούσε να αποτελέσει επενδυτική επιλογή χαμηλότερου κινδύνου σε περιόδους αβεβαιότητας της αγοράς χάρη στην καλύτερη ποιότητα των δανείων της τράπεζας (δείκτης NPE 5,9%, με κάλυψη 82,5% ως στο τέλος Σεπτεμβρίου πέρυσι) και υψηλότερα κεφαλαιακά αποθέματα (CET1 FL 15,8% στο τέλος Σεπτεμβρίου πέρυσι).
Όσον αφορά την Alpha Bank, υπάρχει περιθώριο αναβάθμισης της κερδοφορίας ως αποτέλεσμα της μείωσης του κόστους του κινδύνου, το οποίο επί του παρόντος βρίσκεται πάνω από τις αντίστοιχες εταιρείες, σε συνδυασμό με ελκυστικούς πολλαπλασιαστές. Όσον αφορά τους πολλαπλασιαστές ενσώματης εσωτερικής αξίας (P/TBVPS), η Alpha Bank διαπραγματεύεται με έκπτωση 30% περίπου σε σχέση με τις άλλες δύο τράπεζες. 2025, καταλήγει η χρηματιστηριακή.
Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να διαπραγματεύονται σε ελκυστικές αποτιμήσεις (με 25% έκπτωση περίπου σε σχέση με την τιμή-στόχο), ενώ σκοπεύουν επίσης να επαναφέρουν τη διανομή μερισμάτων από τα κέρδη του 2022.
Για να αποτιμήσει η Piraeus Securities τις ελληνικές τράπεζες χρησιμοποιεί δείκτη αποδοτικότητας ROTE 8% για την Alpha Bank, 10% για την ΕΤΕ και 11% για τη Eurobank και ένα κόστος μετοχικού κεφαλαίου (CοE) 12,8% και καταλήγει σε στοχευμένους πολλαπλασιαστές 0,6 φορές για την Alpha Bank, 0,8 φορές για την ΕΤΕ και 0,9 φορές για τη Eurobank. Οι πολλαπλασιαστές στο τέλους του 2024, δίνουν τιμές στόχους 1,57 ευρώ για την Alpha Bank, 1,55 ευρώ για την Eurobank και 5,25 ευρω για την ΕΤΕ. Η αναμενόμενη απόδοση στους μετόχους από την ανατίμηση της τιμής της μετοχής και τη διανομή μερίσματος μπορεί να ξεπεράσει το 30%, εκτιμά η χρηματιστηριακή.
Ένα άλλο στοίχημα για τις ελληνικές τράπεζες θα μπορούσε να είναι η ελαχιστοποίηση του spread μεταξύ ROTE και CοE, κάτι που θα οδηγούσε σε περαιτέρω επαναξιολόγηση. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω μιας βιώσιμης αύξησης των ROTE, η οποία περιορίζεται κάπως από τις υψηλές εποπτικές κεφαλαιακές απαιτήσεις ή/και τη μείωση του CοE μετά την αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα που αναμένεται εντός του 2023.
Ένας άλλος παράγοντας που θα διατηρήσει το ενδιαφέρον των επενδυτών για τον κλάδο είναι η σχεδιαζόμενη αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις συμμετοχές του στις ελληνικές τράπεζες (1,4% στη Eurobank, 9,0% στην Alpha Bank, 27% στην Τράπεζα Πειραιώς και 40% στην ΕΤΕ). Η διαδικασία αναμένεται να διαρκέσει κατά τη διάρκεια του 2023-2024 και να ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του
Τα μάκρο είναι ευνοϊκά για τον κλάδο
Οι οικονομολόγοι της Τράπεζας Πειραιώς εκτιμούν αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,6% το 2023, 3,7% το 2024 και 3,6% το 2025. Η Ελλάδα μπορεί να υπεραποδώσει της Ευρώπης το 2023, όπως και το 2022, λόγω διαρθρωτικών παραγόντων που μπορούν να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη, δηλαδή τα νέα έργα που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, τα παλαιότερα έργα που ξεκίνησαν το 2022, όπως η επέκταση του μετρό/Μετρό στην Αθήνα και τα 8 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη στο Ελληνικό και τον τουρισμό, ο οποίος φαίνεται να έχει εισέλθει σε μια νέα εποχή στην Ελλάδα, μετά από ένα εξαιρετικά ισχυρό 2022, με αναμενόμενα έσοδα 17,5-18 δισ. ευρώ, που σχεδόν αντιστοιχούν με την κορυφαία χρονιά του 2019.