Στον «πάγο» μπαίνουν, όπως όλα δείχνουν, οι πλειστηριασμοί ακινήτων εξαιτίας των εκλογών και του καλοκαιριού.
Οι τράπεζες προχώρησαν στο πάγωμα των πλειστηριασμών για ακίνητα αξίας κάτω των 100.000 ευρώ.
Το «πάγωμα» των πλειστηριασμών αφορά τα δάνεια που διαχειρίζονται τράπεζες καθώς και εταιρείες διαχείρισης με άτυπη κίνηση έως το τέλος καλοκαιριού.
Οι πλειστηριασμοί
Για το επόμενο χρονικό διάστημα «παγώνουν» οι πλειστηριασμοί ακινήτων αυτής και χαμηλότερης αξίας, ενώ πλειστηριασμοί μεγαλύτερης αξίας ακινήτων πρόκειται να είναι εξαιρετικά περιορισμένοι και εστιασμένοι μόνο σε μεγαλοοφειλέτες και στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Για φέτος, τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι ζήτημα να γίνουν 40.000 πλειστηριασμοί. Σημειώνεται ότι οι πλειστηριασμοί που έχουν αναρτηθεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα για να διενεργηθούν μέχρι τέλη Νοεμβρίου ανέρχονται πάνω από 180.000.
Είναι γεγονός ότι η πλευρά των πιστωτών δεν επιλέγει κατευθείαν την οδό του πλειστηριασμού, παρά μόνο ως έσχατο μέσο για την ανάκτηση οφειλών. Κυρίως δε, όταν ο οφειλέτης δεν έχει δείξει διάθεση συνεργασίας για την εξεύρεση λύσης για την ρύθμιση του χρέους. Η λύση είναι η αναδιάρθρωση της οφειλής είτε με διμερή ρύθμιση είτε μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Όπως αναφέρουν τα στελέχη τα 8 στα 10 κόκκινα δάνεια ρυθμίζονται, ενώ το 20% των κόκκινων δανείων πάνε για πλειστηριασμό.
Την ίδια στιγμή, οι συστημικές τράπεζες, ως αντίδοτο στην άνοδο του κόστους δανεισμού προχωρούν στην ενεργοποίηση ενός νέου μηχανισμού επιβράβευσης των συνεπών πελατών με στεγαστικό δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου.
Πρόκειται για μία οριζόντια παρέμβαση που αφορά στο σύνολο του στεγαστικού τους χαρτοφυλακίου, χωρίς διακρίσεις και κόφτες, ήτοι σε περίπου 450.000 δανειολήπτες με υπόλοιπα της τάξης των 26 δισ. ευρώ.
Οι κατασχέσεις
Το 2022 επιβλήθηκαν 518.622 αναγκαστικά μέτρα είσπραξης οφειλών, με τον αριθμό να καταγράφει αύξηση κατά 104,9% σε σχέση με το 2021 (253.083). Οι κατασχέσεις εις χείρας τρίτων (τραπεζικών λογαριασμών, ενοικίων κ.λπ.) παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα με ποσοστό 93,4% στο σύνολο των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης.
Από τα 113,747 δισ. ευρώ του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση, όπως είχε διαμορφωθεί την 1η Ιανουαρίου 2023, ανεπίδεκτα είσπραξης θεωρούνται 26,28 δισ. ευρώ, με το πραγματικό ληξιπρόθεσμο χρέος να ανέρχεται σε 87,465 δισ. ευρώ.
Ποσά οφειλών μικρότερα των 3.000 ευρώ χρωστά η πλειονότητα των οφειλετών, δηλαδή το 81,2% του συνόλου των οφειλετών, που αντιστοιχεί σε 3.990.717 φυσικά και νομικά πρόσωπα. Ολοι αυτοί οι φορολογούμενοι έχουν συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους μόλις 1,638 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 1,4% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 1ης Ιανουαρίου 2023.
Στον αντίποδα, ληξιπρόθεσμες οφειλές μεγαλύτερες των 300.000 ευρώ βαρύνουν πολύ μικρό ποσοστό οφειλετών, μόλις το 0,5% των οφειλετών ή 20.943 οφειλέτες. Οι οφειλέτες αυτοί χρωστούν το 85,2% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 1ης Ιανουαρίου 2023, δηλαδή οφείλουν συνολικά 96,869 δισ. ευρώ.
Ποσά βασικής οφειλής από 3.000 έως 300.000 ευρώ χρωστά το 18,3% του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλετών, δηλαδή 731.820 φυσικά και νομικά πρόσωπα. Το ληξιπρόθεσμο χρέος τους αντιστοιχεί στο 13,4% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 1ης Ιανουαρίου 2023, δηλαδή ανέρχεται σε 15,239 δισ. ευρώ.