Καθώς η κρίση στην Ουκρανία κλιμακώνεται και ο Πρόεδρος Joe Biden επιβάλλει νέες κυρώσεις με στόχο τη ρωσική οικονομία. Ωστόσο θα μπορούσε να υπάρξει σημαντική παράπλευρη ζημία στην αυτοκινητοβιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών αυτοκινήτων και προμηθευτών ανταλλακτικών σε ΗΠΑ, την Ευρώπη και Ασία.
Η Ρωσία είναι ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές στον κόσμο πολλών βασικών μετάλλων, συμπεριλαμβανομένου του παλλαδίου και του νικελίου, που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή αυτοκινήτων σε όλο τον κόσμο.
Φιλοξενεί επίσης μια μεγάλη παραγωγική βάση, η οποία περιλαμβάνει μια σειρά από εργοστάσια που ανήκουν σε ξένους κατασκευαστές ή συνεργάζονται με ρώσικες μονάδες παραγωγής όπως η Stellantis, η Volkswagen, η Renault, η BMW και η Toyota. Με τουλάχιστον το ένα τέταρτο των ανταλλακτικών που χρησιμοποιούνται σε οχήματα ρωσικής κατασκευής να προέρχονται από το εξωτερικό – συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ – αυτά τα εργοστάσια συναρμολόγησης θα μπορούσαν να έχουν πρόβλημα να συνεχίσουν να λειτουργούν όσο επιβάλλονται κυρώσεις, σύμφωνα με αναλυτές του κλάδου.
Η Νότιος Αφρική και η Ζιμπάμπουε παράγουν επίσης σημαντικές ποσότητες παλλαδίου, αλλά ακόμη και πριν τα ρωσικά στρατεύματα περάσουν σε δύο περιοχές της Ουκρανίας , η τιμή του σπάνιου μετάλλου εκτοξεύθηκε. Στα μέσα Δεκεμβρίου, το παλλάδιο έπεσε στα 1.600 δολάρια η ουγγιά. Την Τετάρτη, είχε σκαρφαλώσει στα 2.400 δολάρια. Τέτοιες αυξήσεις τιμών θα μπορούσαν να προσθέσουν πάνω από 150 δολάρια στο μέσο κόστος ενός νέου οχήματος και περισσότερα από 200 δολάρια σε αυτοκίνητα τύπου SUV, pickup και σπορ αυτοκίνητα με μεγαλύτερους κινητήρες.
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες θα πρέπει να αποφασίσουν εάν θα απορροφήσουν το πρόσθετο κόστος ή θα το μεταφέρουν στους καταναλωτές σε μια εποχή που οι τιμές για τα νέα αυτοκίνητα έχουν ανέβει ήδη σε επίπεδα ρεκόρ, ξεπερνώντας η μέση τιμή τα 45.000 δολάρια τον Ιανουάριο.
Εάν περιοριστούν οι προμήθειες νικελίου, αυτό θα μπορούσε να επιβραδύνει την παραγωγή των μπαταριών που χρησιμοποιούνται στα ηλεκτρικά οχήματα και να προκαλέσει πλήγμα σε μια σημαντική πρωτοβουλία της κυβέρνησης Baiden αλλά και της ΕΕ ώστε έως το 2030 το 50% των καινούριων αυτοκινήτων που πωλούνται να είναι ηλεκτρικά.
Οι ρωσικές αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν επίσης λόγους να ανησυχούν. Εξαρτώνται από ξένες πηγές για το 25% των ανταλλακτικών που χρειάζονται για να λειτουργήσουν τα δικά τους εργοστάσια συναρμολόγησης αυτοκινήτων. Ο όμιλος Gaz, έχει προειδοποιήσει δημόσια ότι θα πρέπει να σταματήσει την παραγωγή του εάν επιβληθούν κυρώσεις. Η Gaz παράγει ελαφρά και μεσαία επαγγελματικά οχήματα, λεωφορεία και εξαρτήματα αυτοκινήτων για εγχώριες και εξαγωγικές αγορές.
Αρκετές ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν επίσης σημαντική παρουσία στην καρδιά της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και συνεργάζονται με εγχώριες ρωσικές εταιρείες. Περιλαμβάνουν την ευρωαμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία Stellantis — που δημιουργήθηκε πέρυσι από τη συγχώνευση της Fiat Chrysler Automobile και του Ομίλου PSA.
«Οι κυρώσεις θα επηρεάσουν κατά κύριο λόγο τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες και ορισμένους Ασιάτες», επισημαίνουν οι αναλυτές.
Καθώς ξεκίνησε η τρέχουσα κρίση, η Stellantis αύξησε την παραγωγή βαν και άλλων οχημάτων σε εργοστάσιο έξω από τη Μόσχα, για εξαγωγή στη Δύση. Σχεδίαζε επίσης να αρχίσει να εξάγει κιβώτια ταχυτήτων. Ωστόσο, ο διευθύνων σύμβουλος Carlos Tavares είπε ότι η εταιρεία του ίσως χρειαστεί να επανεξετάσει αυτή τη στρατηγική. «Εάν δεν μπορούμε να προμηθεύσουμε το εργοστάσιο, αν αυτή είναι η πραγματικότητα, πρέπει είτε να μεταφέρουμε αυτή την παραγωγή σε άλλα εργοστάσια ή απλώς να περιοριστούμε», είπε ο Tavares κατά την διάρκεια ανακοίνωσης των οικονομικών αποτελεσμάτων.
Μεταξύ των ευρωπαίων κατασκευαστών που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία, η Volkswagen ανέφερε σε δήλωση: «Ο βαθμός του αντίκτυπου στις επιχειρηματικές μας δραστηριότητες στις πληγείσες χώρες καθορίζεται συνεχώς».
Οι δύο μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες της Αμερικής βρίσκονται εκτός ρωσικής αγοράς εδώ και αρκετά χρόνια. Η Ford έκλεισε τα εργοστάσιά της, συμπεριλαμβανομένου ενός εργοστασίου στην Αγία Πετρούπολη, το 2019. Η General Motors άρχισε να αποχωρεί το 2015 και πούλησε το υπόλοιπο μερίδιο της στην Avtovaz το 2019.
Τώρα ελέγχεται από τη γαλλική Renault, ενώ η Avtovaz ανακοίνωσε ότι αναζητά εναλλακτική πηγή για την προμήθεια ημιαγωγών, αλλά προειδοποίησε ότι είναι «πρόωρο» να προβλεφθεί πώς η κρίση θα επηρεάσει την εταιρεία.
Ένας λόγος είναι ότι παραμένει ασαφές ποιος από τους συμμάχους της Αμερικής θα υιοθετήσει τις νέες κυρώσεις. Υπάρχει επίσης ανησυχία στη βιομηχανία ότι οι σύμμαχοι της Ρωσίας θα μπορούσαν να αντεπιτεθούν.
«Το μεγάλο ερώτημα είναι τι κάνει η Κίνα. Εάν επιβάλουμε βαριές κυρώσεις στη Ρωσία, μπορεί να απαντήσουν και να μας αποκόψουν από πολλά από τα πράγματα που χρειαζόμαστε», συμπεριλαμβανομένων των πλακών κυκλωμάτων και άλλων πρώτων υλών, όπως το λίθιο που απαιτείται για τα ηλεκτρικά οχήματα τονίζουν οι αναλυτές.
Με την κλιμάκωση της κατάστασης στην Ουκρανία, καμία από τις εταιρείες του αμερικανικού κλάδου αυτοκινήτων δεν ήταν διατεθειμένη να συζητήσει την κρίση, ελπίζοντας να μειώσει και να την ξεπεράσει.
Λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα ευθραυστότητα της αλυσίδας εφοδιασμού αυτοκινήτων, οι αναλυτές εκτιμούν πως είναι πολύ νωρίς για να προσδιορίσουμε πόσο μεγάλο αντίκτυπο θα έχει η κρίση στην Ουκρανία στην αυτοκινητοβιομηχανία — αλλά υπάρχουν ξεκάθαρα λόγοι για τους κατασκευαστές να ανησυχούν…