Οι ευρωπαϊκές τράπεζες μετρούν το κόστος από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς προετοιμάζονται για ένα κύμα κόκκινων δανείων, που πολλοί φοβούνται ότι θα μπορούσε να διαχυθεί στην ευρύτερη οικονομία.
Η ιταλική UniCredit είναι εκείνη που έχει τη μεγαλύτερη έκθεση στη Ρωσία. Συνολικά, ο λογαριασμός για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, με βάση το ρευστό που βάζουν στην άκρη για την κάλυψη επισφαλειών, τις ζημιές από χρηματοοικονομικές πράξεις, τις απομειώσεις ενεργητικού και το κόστος της εξόδου από τη ρωσική αγορά, ανέρχεται ήδη στα 7 δισ. δολάρια και, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Bloomberg, δεν αποκλείεται να αυξηθεί περαιτέρω.
Ο οικονομικός αντίκτυπος του πολέμου ήδη μεταφράζεται σε ράλι στις τιμές εμπορευμάτων, νέα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και πάσης φύσεως σοκ στις αγορές. Έχοντας επί χρόνια επωφεληθεί από την ταχεία ανάπτυξης της ρωσικής αγοράς, οι ευρωπαϊκές τράπεζες αναρωτιούνται πλέον αν αξίζει τον κόπο να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους σε μία οικονομία, που βαρύνεται με τόσες πολλές και σκληρές διεθνείς κυρώσεις. Την ίδια ώρα, εμφανίζονται διχασμένες ως προς το πόσο ευρύ θα είναι το πλήγμα στην οικονομία, με κάποιες να φοβούνται πολύ περισσότερο για δραματική αύξηση των επισφαλειών.
Οι διαβουλεύσεις σε διοικητικό επίπεδο, όπως και με εκπροσώπους των ρυθμιστικών αρχών, είναι συνεχείς, σύμφωνα με πηγές που μίλησαν στο Bloomberg. Αξιωματούχος ρυθμιστικής αρχής, που μίλησε υπό καθεστώς ανωνυμίας στο ειδησεογραφικό δίκτυο, τόνισε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες με έκθεση στη Ρωσία θα χρειαστεί πιθανότατα να βάλουν περισσότερα κεφάλαια στην άκρη τα επόμενα τρίμηνα.
Η UniCredit ανακοίνωσε ότι είναι σε θέση να απορροφήσει τους όποιους κραδασμούς, χάρη στην ισχυρή κεφαλαιακή βάση της και την υψηλή ποιότητα των κεφαλαίων. Έχει δεχθεί ήδη πλήγμα 1,85 δισ. ευρώ, καθώς εξετάζει το εάν θα εξέλθει τελικά πλήρως από τη Ρωσία.
Η γερμανική Deutsche Bank και η γαλλική Societe Generale δέχονται επίσης πιέσεις, τις οποίες όμως θεωρούν διαχειρίσιμες. Η τελευταία, τον περασμένο μήνα, συμφώνησε να πουλήσει τη ρωσική θυγατρική της Rosbank σε επενδυτική εταιρεία του Βλαντίμιρ Ποτάνιν, του πλουσιότερου ανθρώπου της Ρωσίας, έναντι 3 δισ. ευρώ. Η απόφαση αυτή θα επηρεάσει τα αποτελέσματα του δεύτερου τριμήνου.