Η Credit Suisse απηύθυνε αίτημα στην Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας για στήριξη μετά την κατάρρευση της μετοχής της έως και 30% (σ.σ. έκλεισε με πτώση 24%) που πυροδότησε ένα ευρύτερο sell-off στις διεθνείς αγορές, σύμφωνα με τους Financial Times.
Το αίτημα για μια καθησυχαστική δήλωση σχετικά με την οικονομική ευρωστία της Credit Suisse ήρθε μετά τη βύθιση των μετοχών της έως και τα 1,56 ελβετικά φράγκα, αφού προηγουμένως είχε διακοπεί η διαπραγμάτευσή τους εν μέσω ενός ισχυρού sell-off, όπως αναφέρουν τρία άτομα που έχουν γνώση των σχετικών συνομιλιών.
Η Credit Suisse ζήτησε επίσης παρόμοια δήλωση από τη Finma, την ελβετική ρυθμιστική αρχή, ανέφεραν οι δύο από τις πηγές, αλλά κανένα από τα δύο ιδρύματα δεν έχει ακόμη αποφασίσει να παρέμβει δημοσίως.
Στο «κόκκινο» η ελβετική Credit Suisse λόγω πτώχευσης της SVB
Η κατρακύλα της μετοχής της Credit Suisse ήρθε στον απόηχο της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank στις ΗΠΑ και αφού ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Saudi National Bank (SNB), η οποία εξαγόρασε μερίδιο 10% στην Credit Suisse πέρυσι, απέκλεισε το ενδεχόμενο να παράσχει στην ελβετική τράπεζα περαιτέρω οικονομική βοήθεια.
Ιστορικό χαμηλό σημείωσε και η μετοχή της Credit Suisse στο χρηματιστήριο της Ελβετίας τη Δευτέρα, η μετοχή της οποίας υποχώρησε κατά 12,1%, στη σκιά της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank αλλά και των ζημιών ρεκόρ προηγουμένως, 143 δισ. δολαρίων για το 2022, της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας.
Η χρηματιστηριακή αξία της Credit Suisse υποχώρησε κάτω από τα 7 δισ. ελβετικά φράγκα (7,6 δισ. δολάρια), με την τράπεζα να έχει αντλήσει κεφάλαια ύψους 4 δισ. ελβετικών φράγκων μόλις πριν από λίγους μήνες.
"Φαίνεται αναπόφευκτο ότι η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας θα πρέπει να παρέμβει και να προσφέρει μια σανίδα σωτηρίας", δήλωσε ο Octavio Marenzi, αναλυτής της Opimas. "Η Κεντρική Τράπεζα και η κυβέρνηση της χώρας έχουν πλήρη επίγνωση ότι η χρεοκοπία της Credit Suisse ή ακόμη και τυχόν απώλειες από τους κατόχους καταθέσεων θα κατέστρεφαν τη φήμη της Ελβετίας ως χρηματοπιστωτικού κέντρου".
Η Finma δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα για σχολιασμό, όπως και η Ελβετική Κεντρική Τράπεζα και η Credit Suisse.
Υπενθυμίζεται όμως ότι νωρίτερα σήμερα, ο πρόεδρος της Credit Suisse, Axel Lehmann, δήλωσε ότι η κρατική βοήθεια προς την τράπεζα "δεν είναι αναγκαία", στην προσπάθειά της να ενισχύσει την εμπιστοσύνη μεταξύ πελατών, επενδυτών και ρυθμιστικών αρχών μετά από μια σειρά σφαλμάτων και σκανδάλων, σύμφωνα με το Bloomberg.
Μιλώντας σε συνέδριο του χρηματοπιστωτικού κλάδου στη Σαουδική Αραβία, ο Lehmann τόνισε ότι δεν είναι ακριβές να συγκριθούν τα προβλήματα της Credit Suisse με την πρόσφατη κατάρρευση της Silicon Valley Bank, κυρίως επειδή οι ρυθμιστικοί κανόνες που διέπουν τις δύο τράπεζες είναι διαφορετικοί.
"Έχουμε ισχυρούς δείκτες κεφαλαίου, έναν ισχυρό ισολογισμό", υπογράμμισε ο Lehman και πρόσθεσε πως "πήραμε ήδη το φάρμακο", σημειώνοντας ότι η τράπεζα με έδρα τη Ζυρίχη βρίσκεται σε καλό δρόμο όσον αφορά το πρόγραμμα αναδιάρθρωσής της.
Στο μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ζήτησε από τα ευρωπαϊκά ιδρύματα να γνωστοποιήσουν τα ανοίγματά τους στην ελβετική τράπεζα, δήλωσε στους Financial Times μάι πηγή με γνώση της κατάστασης. Η ΕΚΤ συζήτησε τα υπέρ και τα κατά του να προβεί σε δημόσια δήλωση για να προσπαθήσει να καθησυχάσει τις αγορές, αλλά από το απόγευμα της Τετάρτης είχε αποφασίσει να μην το πράξει, από φόβο μήπως ενισχύσει τον πανικό στην αγορά, πρόσθεσε η πηγή. Τα προβλήματα της Credit Suisse αναζωπύρωσαν ένα ευρύτερο sell-off των τραπεζικών μετοχών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, οι οποίες ήδη δέχονταν πιέσεις αυτή την εβδομάδα από τις επιπτώσεις μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank.
Πάντως, νωρίτερα σήμερα το Reuters μετέδωσε πως η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας αρνήθηκε να σχολιάσει στο πρακτορείο την κατάσταση στην Credit Suisse, μετά την κατάρρευση της μετοχής της τράπεζας.
Ρουμπινί: "Ώρα Lehman" για την Ευρώπη η Credit Suisse
Σήμα κινδύνου για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα στέλνει με ανάρτησή του ο Νουριέλ Ρουμπινί, χαρακτηρίζοντας "Ώρα Lehman" για τη Γηραιά Ήπειρο την κρίση της Credit Suisse.
Ο κ. Ρουμπινί ανέφερε σε ανάρτησή του ότι ο ελβετικός τραπεζικός όμιλος είναι "πολύ μεγάλος για να καταρρεύσει και πολύ μεγάλος για να σωθεί", δίνοντας το στίγμα των ομοιοτήτων με την κατάρρευση της Lehman Brothers στις ΗΠΑ, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η μεγάλη οικονομική κρίση, που επηρέασε σφόδρα και την Ελλάδα.
"Όπως επισήμανα στη συνέντευξή μου στο Bloomberg TV σήμερα το πρωί, η κρίση της Credit Suisse είναι μια "ώρα Lehman" για τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες αγορές. "Πολύ μεγάλη για να καταρρεύσει και πολύ μεγάλη για να σωθεί". Δεν είναι καν σαφές ποιες είναι οι διάφορες μη πραγματοποιημένες ζημιές της σε τίτλους και άλλα περιουσιακά στοιχεία.
Oυσιώδεις αδυναμίες
Στην ετήσια έκθεσή της, η Credit Suisse αποκάλυψε ότι είχε εντοπίσει «ορισμένες ουσιώδεις αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης» για τα έτη 2021 και 2022. «Ο εσωτερικός έλεγχος του ομίλου επί της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης δεν ήταν αποτελεσματικός», ανέφερε η Credit Suisse στην ετήσια έκθεσή της, με τη διοίκηση να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι έλεγχοι και οι διαδικασίες δημοσιοποίησης δεν ήταν αποτελεσματικές». Συγκεκριμένα η τράπεζα γνωστοποίησε ότι παρατηρούσε «σημαντικά υψηλότερες αναλήψεις καταθέσεων μετρητών, μη ανανέωση προθεσμιακών καταθέσεων που λήγουν και καθαρές εκροές περιουσιακών στοιχείων σε επίπεδα που ξεπερνούσαν σημαντικά τα ποσοστά που σημειώθηκαν το τρίτο τρίμηνο του 2022». Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 υπήρξαν εκροές καταθέσεων ύψους 110 δισ. ελβετικών φράγκων.
Με βάση τα οικονομικά αποτελέσματα της Credit Suisse για το 2022 καταγράφηκε καθαρή ζημία ύψους 7,3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (8 δισεκατομμυρίων δολαρίων) για το σύνολο του έτους.
Επιπρόσθετα η PwC, εταιρεία ορκωτών ελεγκτών λογιστών που πραγματοποίησε τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2022, εξέδωσε «αρνητική γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εσωτερικού ελέγχου του Ομίλου επί της χρηματοοικονομικής αναφοράς στις 31 Δεκεμβρίου 2022», ανέφερε η Credit Suisse.
Η αναφορά αυτή αποτέλεσε το πρώτο σοκ για επενδυτές και αγορές, με τη Credit Suisse να ανακοινώνει πως υιοθετεί ένα «Σχέδιο Αποκατάστασης». Ωστόσο η Saudi National Bank (SNB) που κατέχει το 9,9% των μετοχών της Credit Suisse και είναι ο κυριότερος μέτοχος της ελβετικής τράπεζας αρνείται να προχωρήσει σε νέα κεφαλαιακή ενίσχυση καθώς, σύμφωνα με το Bloomberg, σχετίζεται με την απροθυμία της SNB να υπερβεί το όριο του 10%. Ας σημειωθεί ότι η SNB ελέγχεται σε ποσοστό 37% από το κρατικό ταμείο πλούτου της Σαουδικής Αραβίας.
Παράλληλα, ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Credit Suisse, Axel Lehmann, ανέφερε ότι πιθανή κρατική στήριξη στην τράπεζα «δε συζητείται καν», παρά τα πρόσφατα προβλήματα που έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη καταθετών και επενδυτών στον όμιλο.
Η ανησυχητική πρόβλεψη
Η κρίση ρευστότητας και τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίσει η ελβετική τράπεζα είναι οδηγήσει μόλις προ 24ώρου τον αναλυτή και επενδυτή της Wall Street Ρόμπερτ Κιγιοσάκι να προβλέψει πως η επόμενη τράπεζα που θα καταρρεύσει είναι η Credit Suisse. Ο Κιγιοσάκι πιστεύει ότι η ελβετική τράπεζα θα βρεθεί σε κατάσταση χρεοκοπίας το επόμενο διάστημα, εν μέσω των κλυδωνισμών από το κλείσιμο της Silicon Valley Bank (SVB). «Το πρόβλημα είναι η αγορά ομολόγων, και η πρόβλεψή μου-είχα προβλέψει την πτώχευση της Lehman Brothers πριν από χρόνια, και νομίζω ότι η επόμενη τράπεζα που θα καταρρεύσει είναι η Credit Suisse-, δήλωσε ο συνιδρυτής της Rich Dad Company, επειδή η αγορά ομολόγων καταρρέει.
Η ανησυχία και οι φόβοι για την πορεία του τραπεζικού κλάδου στην Ευρώπη – ανεξαρτήτως του ζητήματος της SVB που δεν σχετίζεται με τις εξελίξεις στη SC – έχουν για τα καλά επιστρέψει, με τις μετοχές των τραπεζών να βρίσκονται σήμερα σε ελεύθερη πτώση. Οι χρηματιστηριακές αρχές αναγκάστηκαν πριν λίγο να αναστείλουν τη διαπραγμάτευση των μετοχών τόσο της Credit Suisse όσο και της Societe Generale, η οποία επίσης δεχόταν ισχυρές πιέσεις. Στον «πάγο» μπήκαν και οι μετοχές αρκετών ιταλικών τραπεζών (UniCredit, Finecobank και Monte Dei Paschi).
«Οι αγορές είναι πολύ ευαίσθητες στις αρνητικές ειδήσεις, μετά την έκπληξη στις αμερικανικές τράπεζες. Υπάρχει ο φόβος για μετάδοση του κινδύνου και σε άλλες τράπεζες» δηλώνει στο Bloomberg o Φρανσουά Λαβιέ, επικεφαλής αναλυτής στη Lazard Freres Gestion. Αναλυτές εξηγούν πως εξαιτίας της αδύναμης επενδυτικής εμπιστοσύνης, δεν μπορεί να αποκλειστεί ένα bank – run στις πιο ευάλωτες τράπεζες, κάτι που θα πυροδοτήσει ασφυξία στον κλάδο.