Ο Μητσοτάκης έχει σκύψει το κεφάλι στη δουλειά και η κυβέρνηση εντείνει τους ρυθμούς παραγωγής έργου, γιατί αυτό αποτελεί τη μοναδική της επιλογή αυτή τη στιγμή.
Με συνοπτικές διαδικασίες κλείνουν θέματα, όπως συνέβη χθες με την περίπτωση της διαγραφής του πρώην υπουργού και βουλευτή Ηρακλείου της Νέας Δημοκρατίας, Λευτέρη Αυγενάκη, για το επεισόδιο που είχε στο αεροδρόμιο "Ελευθέριος Βενιζέλος", καθώς δεν μπορεί να χάνεται κρίσιμος πολιτικός χρόνος και δεν μπορεί η κυβέρνηση να ασχολείται με ανούσια ζητήματα. όταν υπάρχουν ανοικτά τόσα προβλήματα.
Γράφει ο Λουκάς Γεωργιάδης
Ο Μητσοτάκης αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τρία γεμάτα χρόνια έως τις εκλογές του 2027. Όπως δήλωσε και στο συνέδριο του Economist, το πρώτο μέλημα της κυβέρνησης είναι το κόστος ζωής, το οποίο σχετίζεται με τη λειτουργία της αγοράς και τις τιμές των προϊόντων. Έχει λοιπόν τρία χρόνια μπροστά για να φανεί η διαφορά, καθώς αυτή η διαφορά θα ξαναδώσει τη νίκη στη Νέα Δημοκρατία, αλλά με ζητούμενο και ερωτηματικό την αυτοδυναμία. Η στήλη επιμένει ότι χωρίς αλλαγή του εκλογικού νόμου με την επαναφορά του μπόνους των 50 εδρών απευθείας, καθώς και την καθιέρωση υψηλότερου ποσοστού εισόδου στη Βουλή για ένα κόμμα, αυτοδυναμία δεν πρόκειται να υπάρξει.
Τα ζητήματα εσωτερικού ενδιαφέροντος βασίζονται σε μια νέα στρατηγική που αναγκαστικά πρέπει να ακολουθήσει και να εφαρμόσει ο πρωθυπουργός. Γρήγορες αποφάσεις, αποφυγή λαθών, αποτελεσματικότητα. Αυτό είναι το τρίπτυχο της πολιτικής και έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα έως το 2027, εκτός αν η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός θέλουν να μας εκπλήξουν δυσάρεστα! Τα τρία χρόνια είναι μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά ο κίνδυνος της... στραβής πάντα ελλοχεύει. Η κυβέρνηση έχει πολλά "ατού", για τα οποία γράφαμε από τη στήλη χθες, αλλά ταυτόχρονα, υπάρχουν και πολλές αβεβαιότητες. Οι εξελίξεις στη Γαλλία, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή και η κλιματική αλλαγή, μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές ανατροπές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες αναπόφευκτα θα μας επηρεάσουν. Το ζήτημα για την κυβέρνηση είναι πόσο γρήγορα θα μπορεί να αντιμετωπίσει τις όποιες κρίσεις και πόσο αποτελεσματικά μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα.
Η στρατηγική του πρωθυπουργού εστιάζει στην προώθηση έργου πού θα κάνει... μπαμ στο μάτι. Γι αυτό και βλέπουμε έντονη κινητικότητα στην κυβέρνηση σε σχέση με αλλαγές που πρέπει να γίνουν σε διάφορα επίπεδα στην οικονομία και την κοινωνία. Τι θα πετύχει η κυβέρνηση θα φανεί εκ του τελικού αποτελέσματος. Ο Μητσοτάκης δεν έχει το δικαίωμα στο λάθος, ενώ έχει μια χρυσή ευκαιρία να μεγαλώσει τη διαφορά από τους πολιτικούς αντιπάλους του, βλέποντας τα... χάλια τους. Ακριβώς, αυτά τα χάλια είναι πού θα κάνουν τη διαφορά υπέρ της κυβέρνησης, εφόσον, βελτιώσει τους δείκτες αποτελεσματικότητας και αποφύγει τις αστοχίες.
Από την άλλη, στο ΠΑΣΟΚ γίνεται πασαρέλα υποψηφίων. Ανδρουλάκης, Δούκας, Γερουλάνος, Κατρίνης, Αποστολάκη, Γιαννακοπουλου και ο δημοσιογράφος Κανελλάκης, δημιουργούν συνθήκες... ροντέο σε ένα κόμμα που ευελπιστεί ότι θα γίνει κυβέρνηση το 2027, "κλέβοντας" την επιθυμία από τον Κασσελάκη, ο οποίος πιστεύει ακόμη ότι με το μπάχαλο που γίνεται στον ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορέσει να γίνει πρωθυπουργός, νικώντας τον Μητσοτάκη! Αν μη τι άλλο, τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης προσφέρουν άφθονο γέλιο!
Στο ΠΑΣΟΚ, όποιος και να εκλεγεί αρχηγός, θα συγκεντρώσει χαμηλό ποσοστό στον α΄ γύρο, ενώ στον β΄ γύρο θα παίξουν ρόλο οι συμμαχίες, οι οποίες πάντα έχουν προαπαιτούμενο το "παζάρι" για θέσεις και αξιώματα. Ο Ανδρουλάκης θα κάνει τα αδύνατα δυνατά να κερδίσει και πάλι το κόμμα στις εκλογές του Οκτωβρίου, ενώ ο Δούκας, αν κερδίσει τον Ανδρουλάκη, δεν δείχνει να έχει την απαραίτητη δυναμική για να απειλήσει τη Νέα Δημοκρατία. Δηλαδή, είτε έτσι, είτε αλλιώς, μία από τα ίδια θα είναι στο τέλος. Οι υπόλοιποι υποψήφιοι θα προσπαθήσουν για το καλύτερο δυνατό, διεκδικώντας την επόμενη μέρα μια καλή θέση από τον αρχηγό του κόμματος, ως... αποτυχόντες, ανάλογα με το αποτέλεσμα που θα πετύχουν! Όπως δεν υπάρχει ρεύμα Ανδρουλάκη, έτσι δεν υπάρχει και ρεύμα Δούκα στο ΠΑΣΟΚ αυτή τη στιγμή. Όποιος από τους δύο επικρατήσει, τότε την επόμενη μέρα η συγκατοίκηση θα είναι δύσκολη έως επεισοδιακή. Αν εκλεγεί ο Ανδρουλάκης, ο Δούκας θα αφοσιωθεί στα καθήκοντα του ως Δήμαρχος Αθηναίων. Αν εκλεγεί ο Δήμαρχος Αθηναίων αρχηγός του κόμματος, τότε δεν ξέρουμε κατά πόσο ο εκπρόσωπος του στο κοινοβούλιο, θα μπορεί να δημιουργήσει έναν "αέρα νίκης" στην τελική ευθεία προς τις εκλογές του 2027. Το είδαμε με τον Ανδρουλάκη όταν ήταν αρχηγός, αλλά ταυτόχρονα και ευρωβουλευτής, το διαπιστώνουμε επίσης και με τον Κασσελάκη, ο οποίος δεν είναι βουλευτής και προσπαθεί να κάνει αισθητή την παρουσία του ως... influencer!
Το ρήγμα τόσο στο ΠΑΣΟΚ, όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να βαθαίνει και αυτό θα δημιουργεί συνεχώς εντονότερη εσωστρέφεια στα δύο κόμματα. Επιπλέον, όσο δεν διατυπώνουν ρεαλιστικές θέσεις για κρίσιμα πολιτικά ζητήματα της χώρας με εθνικό και ευρωπαϊκό πρόσημο, τόσο θα καταγράφονται στη συνείδηση των ψηφοφόρων ως δύο πρώην κόμματα εξουσίας που έχουν μετατραπεί σε κόμματα διαμαρτυρίας, οχυρωμένο πίσω από ιδεοληψίες, για τις οποίες το εκλογικό σώμα ελάχιστα ενδιαφέρεται να ακούσει. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι πολίτες ψηφίζουν αυτόν που παρέχει ασφάλεια και σιγουριά για τη διακυβέρνηση της χώρας, ή, αν θέλουν να διαμαρτυρηθούν, μετατοπίζονται προς τους πιο γνήσιους εκφραστές της διαμαρτυρίας. Είτε προς τα δεξιά, είτε προς τα αριστερά.
Τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ παραμένουν καθηλωμένα γιατί δεν υπάρχουν σοβαρές προσωπικότητες, οι οποίες θα μπορέσουν να διαμορφώσουν πλατφόρμα εξουσίας. Οι υποσχέσεις και τα "λεφτόδεντρα" συνιστούν μια αδιέξοδη πολιτική. Η πολιτική των παροχών θα ήταν πλήρως υλοποιήσιμη από τον ίδιο τον Μητσοτάκη αν υπήρχαν οι σχετικές προϋποθέσεις στην οικονομία και δεν θα χρειαζόταν να ακούμε το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ να μοιράζουν ανέξοδα δισεκατομμύρια ευρώ από δω και από κει. Τα δύο κόμματα της μείζονος αντιπολίτευσης δεν μπορούν να πείσουν στη διαχείριση των θεμάτων της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και ασφάλειας, της υγείας, της παιδείας και της εγκληματικότητας. Αν υπήρχε κάτι τέτοιο στον ορίζοντα, θα είχε καταγραφεί στις Ευρωεκλογές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ βρίσκονται στην κατάσταση που βρίσκονται γιατί η κοινωνία τους δοκίμασε και είδε ότι δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στοιχειωδώς στις απαιτήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας. Καλύπτουν με ιδεολογικούς και τυχοδιωκτικούς ακροβατισμούς τα ουσιαστικά κενά που έχουν σε κρίσιμα ζητήματα, όταν οι διεθνείς προκλήσεις είναι εδώ και είναι πολύ σοβαρές. Δεν αποτελούν ελπίδα για τη διακυβέρνηση της χώρας και αν δεν αλλάξουν, είναι καταδικασμένα να κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και φυσικά στο περιθώριο των εξελίξεων. Με πολιτική θέση "να φύγει ο Μητσοτάκης" δεν μπορούν να γίνουν ελκυστικά για το τμήμα του εκλογικού σώματος που θέλει κυβέρνηση και ζητά σταθερότητα και σιγουριά. Αν δεν αλλάξουν, θα βουλιάξουν! Τελικώς, αυτή μπορεί να είναι η επιθυμητή λύση, όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά κυρίως για τη χώρα...