Στη μεγάλη Βρετανία το σιδηροδρομικό δίκτυο σε μεγάλο βαθμό λειτουργούσε έως και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στη βάση ιδιωτικών εταιριών. Στην εικοσαετία 1927-1947 κυριαρχούσαν τέσσερις μεγάλες σιδηροδρομικές εταιρίες.
Όμως, στο 1948 οι σιδηρόδρομοι στη Βρετανία εθνικοποιήθηκαν, τμήμα του μεγάλου μεταπολεμικού κύματος εθνικοποιήσεων, και διαμορφώθηκε μία εταιρεία που είχε περίπου το σύνολο των σιδηροδρόμων υπό δημόσιο έλεγχο. Ήταν η British Rail.
Ανάμεσα στο 1994 και το 1997 οι βρετανικοί σιδηρόδρομοι ιδιωτικοποιήθηκαν. Κομμάτι της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης ήταν η διάσπαση της εταιρείας σε διαφορετικούς κλάδους που πωλήθηκαν χωριστά. Άλλες εταιρείες πήραν το τροχαίο υλικό, άλλες εταιρείες ανέλαβαν να οργανώσουν τα δρομολόγια νοικιάζοντας το τροχαίο υλικό, άλλη εταιρεία κράτησε τις γραμμές και τους σταθμούς, άλλη εταιρεία ανέλαβε τη συντήρηση των γραμμών και των υποδομών, και άλλες εταιρείες ανέλαβαν τη διαχείριση των σταθμών.
Τα δυστυχήματα που οδήγησαν σε μερική επανεξέταση της ιδιωτικοποίησης
Το πρώτο δυστύχημα έγινε στις 19 Σεπτεμβρίου 1997, στο Δυτικό Λονδίνο όταν ένα επιβατικό τρένο υψηλής ταχύτητας συγκρούστηκε με ένα εμπορικό, επειδή δεν είχε επιβραδύνει σε προειδοποιητικά σήματα και δεν είχε ενημερώσει ότι δεν λειτουργούσε το σύστημα αυτόματης προειδοποίησης. Το αποτέλεσμα ήταν 7 νεκροί και 139 τραυματίες. Επιπλέον, στο συγκεκριμένο τρένο δεν λειτουργούσε το σύστημα Αυτόματης Προστασίας Τρένου, επειδή ο οδηγός δεν ήταν εκπαιδευμένος στο χειρισμό του.
Το δεύτερο δυστύχημα έγινε πάλι στο Λονδίνο, στο Λάντμπροκ Γκρόουβ στις 5 Οκτωβρίου 1999. Και εδώ η άμεση αιτία ήταν ότι αγνοήθηκε ένα σήμα κινδύνου, με αποτέλεσμα να συγκρουστούν δύο επιβατικά τρένα, με τον τραγικό απολογισμό να φτάνει τους 31 νεκρούς και τους 417 τραυματίες. Όμως, ρόλο έπαιξε ότι το τρένο δεν ήταν εφοδιασμένο με ένα σύστημα αυτόματης προστασίας (που θα σταματούσε αυτόματα το τρένο). Επιπλέον, αναδείχτηκαν σοβαρά ελλείμματα στην εκπαίδευση.
Το τρίτο δυστύχημα έγινε στις 17 Οκτωβρίου 2000, στο Χάτφιλντ του Χέρτφορντσιρ. Εδώ η αιτία του ατυχήματος ήταν η κόπωση υλικού στις γραμμές, με αποτέλεσμα να έχουν ρωγμές που οδήγησαν στο εκτροχιασμό του τρένου, τον θάνατο τεσσάρων ανθρώπων και τον τραυματισμό 70.
Ο εκτροχιασμός στο Χάτφιλντ ήταν αυτός που πιο άμεσα μπορούσε να αποδοθεί στην ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων. H Railtrack είχε επιδοθεί στην πρακτική να δίνει τη συντήρηση των γραμμών σε υπεργολάβους, που όμως δεν είχαν την ίδια τεχνογνωσία και εμπειρία για να κάνουν τη σωστή συντήρηση. Επιπλέον, και εδώ είχε υπάρξει επιλογή να αγνοηθούν οι προειδοποιήσεις για την κόπωση του υλικού ακριβώς σε αυτό το σημείο.
Και τα τρία δυστυχήματα επέτειναν τη δυσπιστία της κοινωνίας για την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων. Και στα τρία ατυχήματος μία παράμετρος ήταν η μειωμένη επένδυση σε πλευρές που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια, επειδή τυχόν αυξημένη επένδυση θα σήμαινε αυξημένα κόστη και μειωμένα περιθώρια κέρδους. Με δεδομένο ότι ούτως οι Εργατικοί, που είχαν έρθει στην εξουσία το 1997 ήταν αντίθετοι στην ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων είχε ανοίξει ο δρόμος για αντιστροφή πορείας.
Η αλλαγή πορείας σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις
Παρότι δεν ακυρώθηκε πλήρως η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων – τα τρένα παραμένουν ιδιωτικά – οι υποδομές επανήλθαν στον έλεγχο του κράτους που έχει υπό τον έλεγχό του την εταιρεία Network Rail. Παρότι και αυτή έδινε αρχικά εργολαβίες συντήρησης σταδιακά άρχισε να αναπτύσσει τη δική της ικανότητα να επιτελεί αυτά τα έργα.
Καθοριστικό, ήταν εδώ ένα τέταρτο δυστύχημα, που έγινε στις 10 Μαΐου 2002 στο Πότερς Μπαρ, στο Χέρτφοντσιρ, και οδήγησε σε 7 νεκρούς και 76 τραυματίες. Η αιτία του ατυχήματος ήταν εκτροχιασμός που οφειλόταν σε κακή συντήρηση της γραμμής από τον εργολάβο που είχε αναλάβει το έργο. Έκτοτε αποφασίστηκε μεγάλο μέρος τη συντήρησης να γίνεται από την ίδια τη Network Rail.
Πάντως, στη Βρετανία οι έρευνες κοινής γνώμης έχουν δείξει ότι ένα σημαντικό μέρος του κοινού εξακολουθεί να είναι υπέρ της πλήρους εθνικοποίησης των σιδηροδρόμων.
Το παράδειγμα της Σκωτίας
Στη Σκωτία τα πράγματα πήγαν ένα βήμα παραπέρα. Το 2019 η κυβέρνηση της Σκωτίας ανακοίνωσε ότι το 2022 δεν θα ανανεωνόταν η σύμβαση με την ιδιωτική εταιρεία που είχε αναλάβει την λειτουργία των τρένων. Έτσι στις 31 Μαρτίου 2022, τη λειτουργία των τρένων στη Σκωτία ανέλαβε η ScotRail, μια εταιρεία που ανήκει στην κυβέρνηση της Σκωτίας.