Αντιδράσεις έχει προκαλέσει το πρόσφατο αίτημα της πολιτείας της Καλιφόρνια προς τους πολίτες για μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικού και της αποφυγής φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων (EVs) σε ώρες αιχμής. Οι πολέμιοι του προγράμματος της εξάλειψης χρήσης βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων οχημάτων στην πολιτεία μέχρι το 2035 αντέδρασαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναρωτώμενοι «πώς γίνεται να υπάρξει ευρεία χρήση των ηλεκτρικών αυτοκινήτων όταν η πολιτεία δε μπορεί να αποφύγει τα blackouts;».
Αυτού του είδους οι δημόσιες συζητήσεις τείνουν εύκολα να ξεφύγουν από τα όρια της ευγένειας και της λογικής. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, το Bloomberg μελέτησε ενδελεχώς το ακριβές ποσοστό χρήσης ηλεκτρικού των ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Η ζήτηση
Μέχρι το τέλος του έτους θα κυκλοφορούν περίπου 27 εκατομμύρια επαναφορτιζόμενα ηλεκτρικά αυτοκίνητα παγκοσμίως. Βάσει των μέσων αποστάσεων που διανύουν τα οχήματα αυτά, των διαφορετικών ποσοστών αποτελεσματικότητάς τους σε διαφορετικές χώρες, τις πωλήσεις και τις επιμέρους διαφορές των ηλεκτρικών και υβριδικών αυτοκινήτων μεταξύ άλλων, το Bloomberg NEF εκτιμά πως η παγκόσμια ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια από τα οχήματα αυτά φέτος θα κυμανθεί στις 60 τεραβατώρες.
Δεδομένου του ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα δεν είναι πολύ διαδεδομένα σε πολλά μέρη του κόσμου, η παραπάνω εκτίμηση μπορεί να φαίνεται ανακριβής σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές. Στη Νορβηγία, όπου το 20% των αυτοκινήτων είναι ήδη ηλεκτρικά και διανύουν μεγαλύτερες αποστάσεις από τα αντίστοιχα της εσωτερικής καύσης, η επιπλέον κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος αγγίζει το 1,4%. Αν και πρόκειται για ένα εξαιρετικά μικρό ποσοστό, είναι αξιοσημείωτο πως η Νορβηγία καταναλώνει σημαντικά ποσά ηλεκτρικής ενέργειας για τη θέρμανση και την εύρυθμη λειτουργία των βιομηχανιών λόγω του κρύου κλίματος.
Τα δύο σενάρια
Το Bloomberg NEF αναμένει επέκταση της χρήσης των EVs τις επόμενες δεκαετίες, οπότε όλα αυτά τα στατιστικά πρόκειται να αλλάξουν.
Γι αυτό το λόγο το Bloomberg δημιούργησε δύο επιμέρους σενάρια: το πρώτο βασίζεται στην επέκταση της χρήσης των ηλεκτρικών οχημάτων λόγω παραγόντων της αγοράς χωρίς νέα νομοθεσία, ενώ το δεύτερο βασίζεται στην ανανέωση της προσπάθειας της παγκόσμιας κοινότητας για επίτευξη των στόχων net-zero εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050.
Βάσει του πρώτου σεναρίου με ονομασία «Economic Transition Scenario», τα ηλεκτροκίνητα οχήματα θα αποτελούν το 3/4 της συνολικής αγοράς αυτοκινήτων μέχρι το 2040. Στο «Net Zero Scenario», θα έχουν σχεδόν κυριαρχήσει στο 100% της αγοράς μέχρι τις αρχές του 2030.
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, θα κυκλοφορούν περίπου 730 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα στους δρόμους μέχρι το 2040 (50% του συνόλου), το οποίο θα ισοδυναμεί με αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά 7%. Στο Net Zero Scenario, θα κυκλοφορούν 1 δισεκατομμύριο ηλεκτρικά οχήματα στους δρόμους του πλανήτη, αυξάνοντας τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά 9%.
Προφανώς δεν είναι όλα τα ηλεκτρικά οχήματα, αυτοκίνητα. Εάν συμπεριληφθούν τα ηλεκτρικά λεωφορεία, τα ηλεκτρικά φορτηγά και άλλου είδους οχήματα στην εξίσωση, τότε η αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας θα κυμανθεί μεταξύ 11% και 15% στα δύο σενάρια μέχρι το 2040.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ενδιαφέροντα εάν μελετήσουμε τις επιμέρους διαφορές των εκάστοτε χωρών. Στην Κίνα, για παράδειγμα, όπου η ζήτηση για ηλεκτρικό αναπτύσσεται ολοένα και περισσότερο, η χρήση ηλεκτρικών οχημάτων όλων των ειδών θα προκαλέσοει αύξησή της ζήτησης κατά 11% το 2040, σύμφωνα με το πρώτο σενάριο. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη βρίσκεται στο 22%, ενώ στην Ινδία βρίσκεται ελαχιστοποιημένο, πολύ χαμηλότερα.
Ένας άλλος, εύκολος τρόπος για να κατανοήσει κανείς την όλη κατάσταση είναι να αναλογιστεί πως το 2021 η Κίνα παρήγαγε 983 τεραβατώρες ηλεκτρικού μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), 25πλάσιο ποσοστό του απαιτούμενου από τον σημερινό παγκόσμιο στόλο ηλεκτρικών οχημάτων. Μόνο το προηγούμενο έτος, η χώρα προσέθεσε 255 τεραβατώρες ηλεκτρικού μέσω ΑΠΕ, υπερεξαπλάσιο ποσοστό από την παγκόσμια ζήτηση ηλεκτρικού από EVs.
H εύρυθμη και σωστή ενσωμάτωση των ηλεκτρικών οχημάτων ναι μεν θα χρειαστεί ακόμη πολύ μελέτη, αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως σε γενικά επίπεδα, η αύξηση της ζήτησης θα έχει σχεδόν μηδενικές επιπτώσεις τα επόμενα χρόνια.