Η Ευρώπη βυθίζεται σε μία ύφεση υψηλού πληθωρισμού και οικονομικής αβεβαιότητας, τη στιγμή που περιδινίζεται σε μία άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση.
Πρόσφατη έρευνα του PMI 5.000 εταιρειών ανά την Ευρωζώνη υπέδειξε ξεκάθαρη ύφεση και τις χειρότερες οικονομικές επιδόσεις από το 2013, εξαιρουμένων των μηνών του πανδημικού lockdown.
«Οι ενδείξεις για δημιουργία ύφεσης πολλαπλασιάζονται», τόνισε ο αναλυτής Κρίστοφ Βάιλ της Commerzbank μετά τη δημοσίευση της έρευνας σύμφωνα με το Politico. Εκτός των υψηλών τιμών «η αβεβαιότητα όσον αφορά την προσφορά φυσικού αερίου μειώνει τις επενδύσεις και κατακρημνίζει τα επιχειρηματικά πλάνα των εταιρειών», συμπλήρωσε.
Οι αναμενόμενες κινήσεις των επιτοκίων αυτές αυξάνουν την πιθανότητα δημιουργίας ύφεσης. Σύμφωνα με το στέλεχος της BlackRock, Άλεξ Μπρέιζιερ, «η ΕΚΤ πιστεύει πως οι κινήσεις της ακολουθούν το πλαίσιο ομαλοποίησης της οικονομίας, αλλά υπό αυτές τις συγκυρίες, οι αποφάσεις αυτές θα προκαλέσουν ύφεση».
«Recession is coming»
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, η Ευρωζώνη βρίσκεται ήδη ένα βήμα πριν τη δημιουργία ύφεσης. Οι επίσημες εκτιμήσεις οι οποίες ιστορικά είναι πολύ πιο αισιόδοξες από τις αντίστοιχες των αγορών προβλέπουν στασιμότητα της ανάπτυξης το δ’ τρίμηνο του έτους και το α’ τρίμηνο του 2023. «Εάν το βασικό μας σενάριο μιλά για τεχνική ύφεση, τότε υπάρχει πιθανότητα δημιουργίας πραγματικής ύφεσης», τόνισε ο Λέιν.
Σε παρόμοιο μήκος κύματος βρίσκεται και η εκτίμηση της Bundesbank, σύμφωνα με την οποία «υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις πρόκλησης ύφεσης στη Γερμανική οικονομία η οποία θα χαρακτηριστεί από γενική και μακροπρόθεσμη μείωση της παραγωγής».
«Μετά από την ανάκαμψη της οικονομίας από την πανδημία το β’ τρίμηνο του 2022, η περιοχή τώρα βρίσκεται σε μία “τέλεια καταιγίδα” ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης. Αναμένουμε πολλαπλά τρίμηνα μείωσης της οικονομικής παραγωγής με υψηλά ποσοστά πληθωρισμού», ανέφερε ο αναλυτής της Barclays, Κρίστιαν Κέλερ.
Το οικονομικό…
Το ερώτημα παραμένει για το πόσο σοβαρή θα είναι η ύφεση. Ο Λέιν και οι λοιποί συνεργάτες του στην ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένου και του διοικητή της Bundesbank Γιόακιμ Νάγκελ τονίζουν πως η ύφεση θα είναι ήπια. Οι επενδυτές, όμως, διαφωνούν.
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός πως, σε αντίθεση με προηγούμενες κρίσεις, η ΕΚΤ δεν έχει τη δυνατότητα αντιστάθμισης του οικονομικού κόστους που θα δημιουργηθεί από την τρέχουσα κατάσταση. Αντιθέτως, οι προσπάθειές της επικεντρώνονται στον περιορισμό του πληθωρισμού, κάτι το οποίο θα επιδεινώσει την ύφεση. Σύμφωνα με την Κριστίν Λαγκάρντ, η κεντρική τράπεζα ενδέχεται να αυξήσει τα επιτόκια σε τόσο υψηλά επίπεδα που θα μειώσουν δραστικά την ήδη λιμνάζουσα οικονομική ανάπτυξη.
Οι πληθωριστικές πιέσεις δεν πρόκειται να τελειώσουν σύντομα. «Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα για το PMI, το υψηλό κόστος της ενέργειας έχει αυξήσει τις πληθωριστικές πιέσεις και η προσπάθεια “ομαλής προσγείωσης” της οικονομίας τη στιγμή που τα επιτόκια συνεχίζουν να αυξάνονται θα αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη», τόνισε ο Κρις Γουίλιαμσον της S&P.
«Η ΕΚΤ βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν πολύ δύσκολο συμβιβασμό μεταξύ της μονιμοποίησης του υψηλού δομικού πληθωρισμού και της δημιουργίας ύφεσης. Δεν πιστεύω πως έχουν καταλάβει ακόμα τη δυσκολία της κατάστασής τους», τόνισε από την πλευρά του ο Μπρέιζιερ.
Η κρίση κόστους διαβίωσης γίνεται αισθητή σε όλα τα μήκη και πλάτη της νομισματικής ένωσης. Σύμφωνα με το ιταλικό επιχειρηματικό λόμπι Confindustria, οι υψηλές τιμές φυσικού αερίου ενδέχεται να οδηγήσουν 400.000 με 600.000 Ιταλούς στην ανεργία.
Οι πολίτες έχουν ήδη ξεκινήσει να δείχνουν την αγανάκτησή τους με πορείες διαμαρτυρίας στην Τσεχία, τη Σλοβακία, την Πολωνία και τη Γερμανία.
Οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών προσπαθούν να αντισταθμίσουν την κοινωνική αναταραχή αυτή μέσω επιδοτήσεων ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ για την προστασία της κοινωνίας από την κρίση, οι οποίες όμως -όπως όλα δείχνουν- δε θα έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Οι πολιτικοί ανησυχούν πως ο οικονομικός πόνος των πολιτών θα υποσκάψει την κοινή γραμμή των ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ενώ αρκετοί από τους πολιτικούς αυτούς έχουν ήδη χαρακτηρίσει την κατάσταση ως αυτοχειρία. «Δε θα μπορέσουμε να βοηθήσουμε τους Ουκρανούς εάν διαλύσουμε τις ίδιες μας τις βιομηχανίες», τόνισε η Σάρα Βάγκενκνεχτ του ακροαριστερού γερμανικού κόμματος Die Linke.