Η πιθανότητας ασυμφωνίας όσον αφορά το μετά-Brexit εμπόριο της Β. Ιρλανδίας ενδέχεται να προκαλέσει ένα νέο εμπορικό πόλεμο μεταξύ της Ε.Ε. και του Ηνωμένου Βασιλείου ο οποίος θα επιδεινώσει την ήδη δύσκολη οικονομική κατάσταση που δημιουργούν ο πληθωρισμός, το υψηλό κόστος διαβίωσης και ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Οι Ευρωπαίοι ρυθμιστές έχουν προειδοποιήσει τη βρετανική κυβέρνηση πως οποιαδήποτε παραβίαση του Πρωτοκόλλου της Βόρειας Ιρλανδίας «θα έχει σοβαρές συνέπειες». Παρόμοια ήταν και η άποψη του Iρλανδού ΥΠΕΞ, Simon Coveney ο οποίος ανέφερε πρόσφατα πως η Ε.Ε. αναζητά λύσεις, ενώ οποιεσδήποτε μονομερείς αποφάσεις εκ μέρους του Η.Β. θα «προκαλέσουν μία εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση».
Σημειωτέον πως η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τη δυνατότητα ακύρωσης του συνόλου ή μέρους του Συμφώνου Εμπορίου και Συνεργασίας (TCA) με τη Βρετανία και την επιβολή δασμών στα βρετανικά προϊόντα. Στις περισσότερες περιπτώσεις μιας τέτοιας απόφασης, όμως, είναι νομικά αναγκαία μία διπλωματική διαδικασία ελάχιστης διάρκειας ενός έτους.
Διπλωματικό «σκάκι»
Οι οικονομικοί αναλυτές προειδοποιούν πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσει να στοχοποιήσει με δασμούς συγκεκριμένα προϊόντα τα οποία θα ασκήσουν πολιτική πίεση στους Βρετανούς, όπως για παράδειγμα την εισαγωγή σολομού από τη Σκωτία. Σημειωτέον πως το 2021 η Σκωτία εξήγαγε σολομό αξίας 372 εκατομμυρίων στερλίνων στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ η συγκεκριμένη βιομηχανία απασχολεί χιλιάδες εργαζόμενους.
Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι ρυθμιστές ενδέχεται να επικεντρωθούν στην άσκηση πίεσης σε τομείς που υποστηρίζουν τις οικονομίες των Midlands και της βορειοανατολικής Αγγλίας, περιοχές οι οποίες πρόσφατα ψήφισαν υπέρ του κυβερνώντος κόμματος των Συντηρητικών αντί για το κόμμα των Εργατικών το οποίο προτιμούσαν ιστορικά, με σκοπό την αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης Τζόνσον.
Σύμφωνα με το BBC, σε περίπτωση που τα βρετανικά προϊόντα φορολογηθούν όπως τα λοιπά εισαγόμενα προϊόντα από χώρες εκτός της Ε.Ε., τότε οι τιμές των βρετανικών αγροτικών προϊόντων θα καταγράψουν αύξηση της τάξης του 10% και των γαλακτοκομικών κατά 35%.
Όπως είναι προφανές, η αύξηση των τιμών αυτή θα προκαλέσει αύξηση του κόστους διαβίωσης των Ευρωπαίων πολιτών.
Γι αυτόν το λόγο, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προτιμήσει την αύξηση της γραφειοκρατίας η οποία θα δυσκολέψει την εξαγωγή των βρετανικών προϊόντων προς τη Γηραιά Ήπειρο.
Αμοιβαία καταστροφή
Αναλυτές του London School of Economics υπογραμμίζουν πως οι τιμές των εισαγόμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση τροφίμων κατέγραψαν αύξηση της τάξης του 6% μεταξύ του 2020 και του 2021. Τονίζουν, επίσης, πως οποιοσδήποτε εμπορικός πόλεμος θα αποδειχθεί αμοιβαία καταστροφικός για τις οικονομίες τόσο της Βρετανίας όσο και της Ένωσης, ιδιαίτερα τη στιγμή που η «τέλεια καταιγίδα» των κρίσεων απειλεί την Ευρώπη με σημαντική οικονομική ύφεση.
Όπως όλα δείχνουν, μία πενταετία σχεδόν μετά από το δημοψήφισμα για το Brexit, οι πληγές παραμένουν ανοιχτές και οι διαπραγματεύσεις αποδεικνύονται ατέρμονες.