«The boy publisher», το «αγόρι- εκδότης». Έτσι αποκαλούσαν τον Ρούπερτ Μέρντοχ όταν ξεκίνησε την καριέρα του στον χώρο των εκδόσεων. Ήταν μόλις 21 όταν κληρονόμησε τον μικρό όμιλο εφημερίδων του πατέρα του και λίγοι φαντάζονταν ότι αυτό που ονειρευόταν, δηλαδή μια «διεθνή καριέρα», θα το πετύχαινε.
Ακόμα πιο λίγοι θα φαντάζονταν ότι ένας εκδότης ο οποίος είχε στο γραφείο του το «κόκκινο δωμάτιο», όπως ονόμαζε τον χώρο στον οποίο φιλοξενούσε μια προτομή του Λένιν, θα γινόταν ίσως ο άνθρωπος με τη μεγαλύτερη επιρροή στην πολιτική σκηνή παγκοσμίως. Και ότι ο όμιλος που θα δημιουργούσε, θα έμπαινε στο επίκεντρο κατηγοριών -σε όλο τον πλανήτη!- ότι διαστρεβλώνει συστηματικά τις ειδήσεις ώστε να διασφαλίσει ότι θα εκλεγούν οι πολιτικοί του σύμμαχοι. Τι δρόμο θα διαλέξει, λοιπόν, τώρα, ο διάδοχος και γιος του Λάχλαν;
Η αρχή
Στα 92 του χρόνια, ο αμφιλεγόμενος αλλά πανίσχυρος μεγιστάνας των ΜΜΕ αποφάσισε να αποσυρθεί από τη θέση του προέδρου του ομίλου News Corp και της Fox, σηματοδοτώντας το τέλος μιας πολυτάραχης 70ετούς καριέρας (αν και η ανακοίνωσή του αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό, μιας και ο ίδιος έχει ξεκαθαρίσει στο προσωπικό ότι θα είναι παρών και την επόμενη μέρα). Μιας καριέρας που είχε πάντως… προσχεδιάσει, εάν σκεφτεί κανείς ότι από τα μαθητικά του χρόνια, ο Ρούπερτ Μέρντοχ είχε προσπαθήσει να εξαγοράσει τη σχολική εφημερίδα.
Ο μικρός στην ηλικία, αλλά πολύ οργανωτικός, παρεμβατικός και ιδιαίτερα σκληρός Ρούπερτ, άλλαξε τα πάντα. Από εκεί έδειξε ότι η παρεμβατικότητά του σε όλα τα στάδια της έκδοσης της εφημερίδας θα του γινόταν… συνήθεια. Ο Μέρντοχ άλλαξε το layout, χρησιμοποιώντας μεγαλύτερους τίτλους και πιο “πιασάρικα” θέματα ώστε να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού και να επιβληθεί στους ανταγωνιστές του. Κατά πολλούς, ο Μέρντοχ είχε μόλις εφεύρει την τεχνική του tabloid. Και αυτή η τεχνική δούλεψε.
Ως το 1964, με τα κέρδη που του απέφερε η εφημερίδα, επιδόθηκε σε ένα μπαράζ εξαγορών εφημερίδων σε κάθε πολιτεία της αχανούς Αυστραλίας και, όταν αγόρασε και το αρχαιότερο έντυπο της χώρας, τον ιστορικό The Australian, ετοίμασε… βαλίτσες. Πρώτος σταθμός, ήταν η αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου παρότι ο μεγάλος στόχος που είχε πάντα στο μυαλό του, ήταν η κατάκτηση της αμερικανικής αγοράς. Κάτι που τότε, βέβαια, φάνταζε σε αστείο βαθμό ακατόρθωτο.
Το πρώτο βήμα το έκανε το 1968, όταν αγόρασε τη βρετανική News of the World και, με ρυθμό… τρεξίματος, έναν χρόνο αργότερα αγόρασε και τη Sun. Και έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα να κάνει: Έγραφε μόνος του τους τίτλους και επανασχεδίαζε τις σελίδες, με στόχο να ακολουθούν τη συνταγή “sex and sensation” και να είναι πιο εντυπωσιακά όλα “στο μάτι”.
Έτσι, η Sun έγινε γρήγορα tabloid και η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία εφημερίδα της Μεγάλης Βρετανίας. Και νομοτελειακά, ως το ‘86 αγόραζε τις βρετανικές Times και Sunday Times. Αλλά δεν θα ήταν όλα ρόδινα.
Όσο κυνική ήταν η συμπεριφορά του απέναντι στους δημοσιογράφους (για τους οποίους έλεγε ότι «δεν παρεμβαίνω στη δουλειά τους, απλά την κάνω για όσους δεν την ξέρουν») ακόμα σκληρότερη ήταν προς τους υπόλοιπους εργαζόμενους του. Εν μία νυκτί, για παράδειγμα, αποφάσισε να μετακινήσει τις τέσσερις εφημερίδες που κατείχε σε ένα τεράστιο πιεστήριο στο Λονδίνο, απολύοντας 5.000 εργαζόμενους. Ξέσπασε «πόλεμος» με απεργίες και επεισόδια ο οποίος μεταφέρθηκε και στα δικαστήρια, με τον Μέρντοχ να κερδίζει.
Στο μεταξύ, από το ‘76 ο Μέρντοχ είχε πατήσει το πόδι του στην αμερικανική αγορά με την -tabloid, φυσικά – New York Post και, μια δεκαετία αργότερα, με την εξαγορά της 20th Century Fox, η οποία θα δημιουργούσε τον τηλεοπτικό κολοσσό Fox, θα είχε στα χέρια του την πιο προσοδοφόρα βιομηχανία των ΗΠΑ, ένα κινηματογραφικό στούντιο του Χόλιγουντ.
«Τρομακτικός»
Ο πρώην πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Κέβιν Ραντ, καταθέτοντας σε επιτροπή της αυστραλιανής Γερουσίας για την ελευθερία του Τύπου, το 2021, είχε παραδεχτεί ότι “ως πρωθυπουργός, φοβόμουν το μηντιακό τέρας του Μέρντοχ. Κανείς δεν θα έπρεπε να φοβάται τον Μέρντοχ, αλλά σας λέω με βεβαιότητα ότι είναι ένας τρομακτικός τύπος λόγω της δύναμης που έχει”.
Δεν έχει και άδικο ο Ραντ, αν σκεφτεί κανείς ότι ο Μέρντοχ κατέχει το 60% της μηντιακής αγοράς της Αυστραλίας, ενώ η υπόλοιπη αυτοκρατορία του, από το διεθνές ενημερωτικό δίκτυο Fox News Network ως δημοφιλέστατες σειρές καρτούν όπως οι Simpsons, ο Μέρντοχ μπορούσε να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις κατά το δοκούν. Και το έκανε.
Με το σκεπτικό ότι “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”, τα μέσα ήταν, όπως αποδείχθηκε το 2011 και ελαφρώς… παράνομα, εκτός από ανήθικα. Τότε ήταν που ξέσπασε το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, το οποίο είχε τον αντίκτυπό του και προσωπικά στον Μέρντοχ. Η αποκάλυψη ότι η βρετανική εφημερίδα News of the World -η μεγαλύτερη της εφημερίδας- είχε χακάρει τα κινητά τηλέφωνα από celebrities και πολιτικούς και υπέκλεπτε συνομιλίες τους, μετατράπηκε σε θύελλα. Τόσο δυνατή που ο Μέρντοχ αναγκάστηκε να της βάλει λουκέτο για να σταματήσει την επέκταση της κρίσης στον υπόλοιπο όμιλο και να κλείσει την υπόθεση όσο πιο ανώδυνα γινόταν.
Ή μήπως ο Λάχλαν δεν θα έχει άλλη επιλογή; Οι περισσότεροι στην αγορά δείχνουν να αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την ανακοίνωση Μέρντοχ ότι θα παραιτηθεί. Όχι μόνο επειδή στο παρελθόν έχει απορρίψει με ένταση την ιδέα της απόσυρσης και έχει ξεκαθαρίσει ότι “αν ποτέ σταματήσω να δουλεύω, θα πεθάνω πολύ σύντομα”.
Κυρίως επειδή στον Όμιλο News Corp και στη Fox, «ακούγεται» ότι ο «επίτιμος πρόεδρος» (αυτός θα είναι ο τίτλος που θα φέρει ο Ρούπερτ Μέρντοχ) δεν θα αφήσει ποτέ τη θέση του. Ότι θα είναι καθημερινά στο γραφείο του και ότι θα εμπλέκεται σε όλα, όπως έκανε ως τώρα. Άλλωστε και η ενημέρωση του προσωπικού την προηγούμενη εβδομάδα από τον Μέρντοχ ότι «όταν επισκέπτομαι τις χώρες σας και τις εταιρείες σας, μπορείτε να αναμένετε ότι θα με δείτε στο γραφείο αργά κάποια Παρασκευή». Αυτό έμοιαζε με υπόσχεση και προειδοποίηση ταυτόχρονα, για όσους θεωρήσουν ότι ο Μέρντοχ «τέλειωσε»…