Το ράλι που κετέγραψε το ρούβλι το τελευταίο διάστημα και που το οδήγησε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο, είναι το τελευταίο κομμάτι που συνθέτει το οικονομικό παζλ της Ρωσίας ενόψει των εκλογών του Μαρτίου.
Το ντεμαράζ του εγχώριου νομίσματος από τις αρχές Οκτωβρίου το έχει φέρει κοντά στα 90 ρούβλια ανά δολάριο, σε ένα επίπεδο δηλαδή κοντά στο μέσο όρο που προβλέπει για το επόμενο έτος το ρωσικό ΥΠΟΙΚ.
Η πρόσφατη ανατίμηση ήταν μεταξύ των βασικών παραγόντων που λειτούργησαν ως φρένο στον πληθωρισμό με τους αναλυτές του Bloomberg να αναμένουν πλέον επιβράδυνση, μετά και την κορύφωση των αυξήσεων στις τιμές που καταγράφηκε τον Σεπτέμβριο.
Η συναλλαγματική ισοτιμία αναδεικνύεται όλο και περισσότερο ως βαρόμετρο της υγείας της οικονομίας εν μέσω σαρωτικών διεθνών κυρώσεων την ώρα που πόλεμος με την Ουκρανία μετρά σχεδόν δύο χρόνια. Αποτελεί παράλληλα μια κρίσιμη μεταβλητή για τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους.
Παρασυρόμενο από την πτώση των εσόδων από τις εξαγωγές και τις μεγάλες κρατικές δαπάνες, το ρούβλι τον Οκτώβριο υποχώρησε για λίγο κάτω από το ψυχολογικά σημαντικό επίπεδο των 100 ανά δολάριο. Η υποτίμηση ώθησε την κεντρική τράπεζα να διπλασιάσει το επίσημο κόστος δανεισμού μέχρι στιγμής φέτος στο 15%, συμπεριλαμβανομένης μιας έκτακτης αύξησης των επιτοκίων τον Αύγουστο.
Ωστόσο, τα προβλήματα δεν σταμάτησαν έως ότου η κυβέρνηση κατήργησε ορισμένους ελέγχους κεφαλαίων στους μεγάλους εξαγωγείς. Ήταν μια απόφαση που ελήφθη επειδή η Ρωσία χρειαζόταν «το ρούβλι λίγο πιο ισχυρό», είπε ο Πούτιν τον περασμένο μήνα.
Πλέον η πρόκληση τώρα είναι να βρεθεί το σημείο εκείνο για την αξία του ρουβλίου που συγκρατεί τις πληθωριστικές πιέσεις χωρίς να περικόπτει τα κρατικά έσοδα.
Σύμφωνα με την τελευταίες προβλέψεις του υπουργείου Οικονομίας, το ρωσικό νόμισμα αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο 90,1 ανά δολάριο στο βασικό σενάριο του επόμενου έτους.
Η Barclays Plc «βλέπει» το ρούβλι στα 90 ανά δολάριο αυτό το τρίμηνο και τους επόμενους έξι μήνες. «Συνολικά, αναμένουμε ότι οι πρόσφατες αυξήσεις των επιτοκίων θα περιορίσουν την εγχώρια ζήτηση και η τιμή του θα σταθεροποιηθεί»