Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών δίνει μια δεύτερη ευκαιρία για μεσαίους και μεγάλους οφειλέτες, ώστε να εντάξουν τα χρέη προς στην εφορία στις ρυθμίσεις των 24 ή και 48 δόσεων.
Με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο «ξεκλειδώνει» η πάγια ρύθμιση και για οφειλέτες με χρέη πάνω από 50.000 ευρώ, οι οποίοι είχαν αποκλειστεί. Έτσι, με τη νέα διάταξη γίνεται ευκολότερη η υπαγωγή στη ρύθμιση του ν.4152/2013 (“πάγια ρύθμιση”). Επίσης καταργείται και η επιπρόσθετη απαίτηση που ίσχυε για όσους είχαν οφειλές που ξεπερνούν το ποσό των 150.000 ευρώ, να παρέχουν εγγύηση ή διασφάλιση ή εμπράγματη ασφάλεια στο δημόσιο, προκειμένου να μπει σε ρύθμιση το χρέος τους.
Οι αλλαγές αυτές ισχύουν και για τις ήδη χορηγηθείσες από τις 28/10/2023 ρυθμίσεις.
– «η προσκόμιση στοιχείων από τα οποία προκύπτει η πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία και η δυνατότητα τήρησης των όρων της ρύθμισης, με υπογραφή για τον έλεγχο και την πιστοποίηση αυτών από ανεξάρτητο εκτιμητή» αν οι συνολικές βασικές οφειλές υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
– «η πρόσθετη παροχή εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας για το σύνολο των οφειλών» αν οι βασικές οφειλές υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Η απαίτηση αυτή ήταν επιπρόσθετη (πέραν της τήρησης των οριζόμενων στο προηγούμενο εδάφιο προϋποθέσεων) με τη σημείωση ότι «ανεξάρτητος εκτιμητής θα προσδιορίσει την αξία της προσφερόμενης διασφάλισης».
Με τα νέα δεδομένα, οι υποχρεώσεις αυτές καταργούνται και απαιτείται πλέον μόνον, όπως ήδη ίσχυε:
(β) να έχει υποβάλει και να καταθέσει όλες τις φορολογικές δηλώσεις του, της τελευταίας πενταετίας.
Στην πάγια ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν οφειλές από τακτικές υποχρεώσεις (πχ φόρος εισοδήματος κλπ) ώστε να αποπληρωθούν από 2 σε έως 24 μηνιαίες δόσεις. Επιπλέον μπορούν να ρυθμιστούν και με έως 48 δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από «έκτακτη αιτία» όπως πχ από φόρο κληρονομιών, από φορολογικό και τελωνειακό έλεγχο, καθώς και για μη φορολογικές και τελωνειακές οφειλές.
Ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη αλλά σε καμία περίπτωση το ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ. Οι δόσεις επιβαρύνονται με επιτόκιο 4,34% για οφειλές που ρυθμίζονται σε 12 μηνιαίες δόσεις και 5,84% για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από 12 δόσεις.
Η πρώτη δόση της ρύθμισης είναι καταβλητέα μέσα σε 3 εργάσιμες ημέρες από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Τυχόν καθυστέρηση πληρωμής μίας δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με προσαύξηση 15%.
Παράλληλα, αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων, με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο οφειλές που ρυθμίζονται. Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.