Η γερμανική Scope Ratings, η οποία πρόσφατα αναγνωρίστηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως νέο εξωτερικό ίδρυμα αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ECAI) για τους σκοπούς του Πλαισίου Πιστοληπτικής Αξιολόγησης του Ευρωσυστήματος (ECAF), επισημαίνει ότι η Ελλάδα (αξιολόγηση BBB-/Stable) θα αποδειχθεί πιθανώς πιο ανθεκτική από την Ιταλία σε αυτό το σενάριο υψηλότερου πληθωρισμού.
Ένα πιθανό πετρελαϊκό σοκ εξαιτίας της κλιμάκωσης και επέκτασης των εντάσεων στη Μέση Ανατολή απειλεί να αποδυναμώσει την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό και να δοκιμάσει τις αξιολογήσεις των χωρών, προειδοποιεί η Scope Ratings. Αυστρία, Βέλγιο, Εσθονία, Γαλλία και Σλοβακία είναι οι χώρες που θα κινδυνεύσουν με υποβάθμιση της αξιολόγησής τους, ενώ αντίθετα, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται πιο ανθεκτική. Μάλιστα, η Scope εκτιμά ότι η αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας που έχει δώσει στη χώρα δεν κινδυνεύει.
Όπως εξηγούν οι αναλυτές του ευρωπαϊκού οίκου ένα στασιμοπληθωριστικό σενάριο ως αποτέλεσμα μιας σημαντικής κλιμάκωσης του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς θα δοκίμαζε τα δημόσια οικονομικά των χωρών της Ευρωζώνης που έχουν τον λιγότερο δημοσιονομικό χώρο και την ασθενέστερη ανάπτυξη καθώς, μεταξύ άλλων, θα έδινε απότομο τέλος στα οφέλη από την πρόσφατη μείωση των τιμών της ενέργειας.
Συγκεκριμένα, μια νέα εκτίναξη στις τιμές των εμπορευμάτων είναι το σημαντικότερο κανάλι μέσω του οποίου μια διευρυμένη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή θα έπληττε τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Οι ενεργειακές εγκαταστάσεις στην ευρύτερη περιοχή και οι διάδρομοι μεταφορών, όπως είναι τα Στενά του Ορμούζ και η Διώρυγα του Σουέζ, είναι ευάλωτοι σε στρατιωτικές δράσεις και/ή σαμποτάζ, τονίζουν οι αναλυτές. Οι τελευταίες δύο δεκαετίες δείχνουν στενή συσχέτιση ανάμεσα στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης και τις τιμές του πετρελαίου – φυσικού αερίου.
Οι μέχρι σήμερα προβλέψεις της Scope θέλουν το επιτόκιο της ΕΚΤ να κορυφώνει στο 4% και να μειώνεται μόλις κατά 25 μονάδες βάσης, στο 3,7%, έως το τέλος του 2024. Οι αναλυτές προειδοποιούν ότι η οποιαδήποτε προς τα πάνω έκπληξη στο μέτωπο του πληθωρισμού (τον οποίο περιμένουν στο 2,9% για το 2024), θα αναγκάσει την ΕΚΤ να διατηρήσει τα επιτόκια αμετάβλητα το επόμενο έτος, ή ακόμα και να τα αυξήσει περαιτέρω.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, η πρόβλεψη του οίκου για ανάπτυξη 1,4% στην Ευρωζώνη το 2024 θα πρέπει να υποβαθμιστεί.
«Σε αυτό το σενάριο κρίσης, σχεδόν όλες οι χώρες της Ευρωζώνης θα βρεθούν σε μια ασθενέστερη δημοσιονομική κατάσταση από ό,τι ήταν αμέσως πριν από τον κορωνοϊό, με αποτέλεσμα να έχουν μικρότερα περιθώρια για αντικυκλικά μέτρα πολιτικής με σκοπό τη στήριξη της οικονομίας και την άμβλυνση του πληθωρισμού», τονίζουν οι αναλυτές.
Ήδη, χώρες όπως η Γαλλία και το Βέλγιο χρησιμοποιούν σημαντικούς δημοσιονομικούς πόρους για να στηρίξουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, παρότι έχουν μικρά περιθώρια κινήσεων στον προϋπολογισμό τους, σε σχέση με άλλες χώρες υψηλής πιστοληπτικής ικανότητας.
Το δυσμενές σενάριο μιας ευρύτερης σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να ασκήσει μεγαλύτερες πιέσεις στις χώρες με υψηλά χρέη, όπως είναι η Ιταλία, τονίζει η Scope.
Αντίθετα, η Ελλάδα θα αποδεικνυόταν πιο ανθεκτική από την Ιταλία σε ένα σενάριο υψηλότερου πληθωρισμού. Μέχρι στιγμής, οι συνθήκες υψηλού πληθωρισμού έχουν βοηθήσει την Ελλάδα στη γρήγορη μείωση του χρέους της, κάτι που όπως επισημαίνει η Scope, συνέβαλε στην απόφασή της να δώσει στη χώρα αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας το περασμένο καλοκαίρι.
Ο υψηλός πληθωρισμός μειώνει το απόθεμα του ελληνικού χρέους, ενώ τα υψηλά επιτόκια περνούν στην δομή του ελληνικού χρέους πιο αργά σε σχέση με τις άλλες χώρες, λόγω της αναδιάρθρωσής του τα τελευταία δέκα χρόνια.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας διασφαλίζουν τη συμμόρφωση της χώρας με την επικείμενη επιστροφή των δημοσιονομικών κανόνων της Ε.Ε. και επομένως την επιλεξιμότητα για τους μηχανισμούς στήριξης του Ευρωσυστήματος. Έτσι, η Scope εκφράζει την άποψη ότι η επενδυτική βαθμίδα της Ελλάδας δεν θα κινδυνεύσει ούτε και σε ένα δυσμενές στασιμοπληθωριστικό σενάριο.
Πορτογαλία, Κύπρος και Ιρλανδία θεωρούνται επίσης πιο ανθεκτικές, ενώ Γερμανία και Ολλανδία εκτιμάται ότι βρίσκονται σε καλή θέση για να αντιμετωπίσουν αυτό το αρνητικό σενάριο.