Χωρίς μεταβολή της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, που διαμορφώνεται στο ΒΒ+ με σταθερές προοπτικές, ολοκλήρωσε η Scope Ratings το review της χώρας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου αξιολόγησης, το 2021 έκλεισε με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 9,3% για την Ελλάδα (πρόκειται για αναβάθμιση σε σχέση με τις προηγούμενες προβλέψεις για 8,9%), ενώ το 2022 θα φέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 4,4% και το 2023 κατά 2,5%.
«Οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και τον τραπεζικό τομέα είναι κρίσιμες για να αυξηθούν οι μεσοπρόθεσμοι δυνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης του περίπου 1% ετησίως, οι οποίοι αντανακλούν την προβλεπόμενη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας κατά 0,7% τον χρόνο», τονίζει η Scope Ratings.
Τα σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα από τα προ-πανδημίας χρόνια έχουν δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για την υλοποίηση αποτελεσματικών μέτρων έναντι του κορωνοϊού, σημειώνει η Scope, υπολογίζοντας την επίδρασή τους στον προϋπολογισμό στο 7,2% του ΑΕΠ για το 2021 και στο 1,6% του ΑΕΠ για φέτος. Έτσι, η Scope υπολογίζει το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 9,5% του ΑΕΠ για το 2021 και στο 4,8% για το 2022.
Ο οίκος εκτιμά ότι η Ελλάδα θα εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα το διάστημα 2023-26, με το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από το 3% τα χρόνια αυτά, έστω και εάν υπάρξουν κάποιες δημοσιονομικές υπερβάσεις μετά το τέλος της μεταμνημονιακής εποπτείας.
Το χρέος και η αύξηση των επιτοκίων
Στο πλαίσιο αυτό, το συνολικό χρέος εκτιμά ότι θα μειωθεί από το 206,3% του ΑΕΠ που ήταν το 2020 στο 198,7% το 2021 και στο 192,2% το 2022. Στην πορεία, θα πέσει κάτω από το 180% έως το 2026, εφόσον η μέση ετήσια ανάπτυξη διαμορφωθεί στο 1,8% το διάστημα 2023-2026.
Η Scope επισημαίνει ότι παρά τη συρρίκνωση των εσόδων λόγω της πανδημίας, οι πληρωμές τόκων ως προς τα έσοδα επέστρεψαν σε πτωτική τροχιά, φτάνοντας στο 5,6% το 2021. Η Ελλάδα ωφελείται από σημαντικά ενισχυμένη δομή χρέους, καθώς πάνω από το 85% του χρέους βρίσκεται στα χέρια επίσημων πιστωτών, τονίζουν οι αναλυτές.
Έτσι, παρά την αύξηση της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς στο 2,1% από 0,5% που ήταν τον Αύγουστο του 2021, αυτή παραμένει μέτρια, με βάση τα ιστορικά δεδομένα, σημειώνεται.
Το 99% του χρέους έχει σταθερό επιτόκιο, προστατεύοντας την Ελλάδα από τις μεταβολές των επιτοκίων και οι αποσβέσεις του χρέους είναι μοιρασμένες ομοιογενώς σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, στηρίζοντας τις μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης γύρω στο 10% του ΑΕΠ τον χρόνο για το διάστημα 2022-2026. Επιπλέον, το μαξιλάρι ρευστότητας των 32 δισ. ευρώ στηρίζει την ανθεκτικότητα, σημειώνουν οι αναλυτές.
Η Scope σημειώνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ κατά τη συνεδρίαση του Φεβρουάριου πραγματοποίησε μία "στροφή" πολιτικής, αυξάνοντας την πιθανότητα ταχύτερης ομαλοποίησης της νομισματικής προσαρμογής. Ωστόσο, τα μέτρα της ΕΚΤ, μαζί με τη δημοσιονομική στήριξη της ΕΕ, μετά την έγκριση του Σχεδίου Ανάκαμψης, εδραιώνουν την πρόσβαση της χώρας στις αγορές, υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργούν δημοσιονομικό χώρο για την ελληνική κυβέρνηση να δαπανά για δημόσιες επενδύσεις.