Τα Τέλη Κυκλοφορίας αποτελεί μια σημαντική πηγή εσόδων για τα δημόσια ταμεία και τα τελευταία χρόνια διατηρούνται σταθερά πάνω από το 1. δισ. ευρώ. Ωστόσο στην Ελλάδα από την πρώτη φορά που επιβλήθηκαν Τέλη Κυκλοφορίας ήταν ξεκάθαρο ότι θα αποτελούσαν μια σημαντική πηγή εσόδων και δεν προορίζονταν για οδικά έργα και βελτίωση της οδικής ασφάλειας.
Ειδικότερα τα πρώτα Τέλη Κυκλοφορίας επιβλήθηκαν το 1920 στο νόμο 2332 και 15 χρόνια αργότερα θεσπίστηκαν οι εξετάσεις για την απόκτηση άδειας οδήγησης!
Δηλαδή το κράτος φρόντισε να εισπράττει χρήματα από τους ιδιοκτήτες των οχημάτων και μετά από 15 χρόνια αποφάσισε να απαιτήσει να έχουν άδειες οδήγησης οι κάτοχοι των οχημάτων.
Με το πέρασμα των ετών τα Τέλη Κυκλοφορίας άλλαξαν για πολλές φορές και σήμερα έχουμε Τέλη Κυκλοφορίας πολλών «ταχυτήτων» ανάλογα με την πρώτη άδεια κυκλοφορίας του οχήματος.
Ουσιαστικά όμως τα Τέλη Κυκλοφορίας χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες που στα οχήματα με 1η Άδεια Κυκλοφορίας μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου 2010 υπολογίζονται με βάση τον κυβισμό του κινητήρα και από την 1η Νοεμβρίου 2010 και μετά τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με τις εκπομπές CO2.
Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προσωρινή ακινησία (οικειοθελής κατάθεση των πινακίδων και της άδειας κυκλοφορίας στις κατά τόπους εφορίες) τότε το ποσό των Τελών Κυκλοφορίας μειώνεται και υπολογίζεται με τον μήνα αν κάποιος επιθυμεί να πραγματοποιήσει άρση ακινησίας.
Το lockdown που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός αποτελεί μια παρόμοια κατάσταση προσωρινής ακινησίας η οποία όμως δεν γίνεται οικειοθελώς αλλά επιβάλλεται από το ίδιο το κράτος για να μειωθεί στο ελάχιστο η εξάπλωση της πανδημίας.
Μέχρι σήμερα κανένα στέλεχος της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης δεν έχει τολμήσει να αναφερθεί στο συγκεκριμένο θέμα καθώς όπως είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς αφορά πολλά εκατομμύρια ιδιοκτήτες οχημάτων και το κράτος θα πρέπει να τους επιστρέψει πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Ο λόγος είναι προφανής καθώς εκατομμύρια ιδιοκτήτες οχημάτων δεν μπορούν να τα κινήσουν εξαιτίας του lockdown που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός και κατ’ επέκταση και η κυβέρνηση.