Επιδείνωση εμφανίζει η αγορά των κρατικών ομολόγων, καθώς το σήμα της Federal Reserve για νέες αυξήσεις επιτοκίων ενισχύει τους φόβους για επιβράδυνση της οικονομίας, σε μια περίοδο κατά την οποία η ενεργειακή κρίση και ο υψηλός πληθωρισμός έχουν ήδη φέρει την Ευρώπη στο χείλος της ύφεσης.
Είναι ενδεικτικό ότι η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας ξεπερνάει το όριο του 4% για πρώτη φορά από τον Ιούνιο, καθώς σημειώνει άνοδο κατά 7,6 μονάδες βάσης και διαμορφώνεται στο 4,044%. Την ίδια ώρα, τα spreads (απόκλιση σε σχέση με την απόδοση των γερμανικών ομολόγων) καθορίζονται στις 252 μονάδες βάσης.
Αντίστοιχη είναι η πορεία των αποδόσεων και στα υπόλοιπα κρατικά ομόλογο, με το 10ετές της Ιταλίας να σκαρφαλώνει στο 3,81% (+13 μονάδες), της Ισπανίας στο 2,71% (+12 μονάδες), της Πορτογαλίας στο 2,61% (+11 μονάδες), της Γερμανίας στο 1,51% (+11 μονάδες) και της Γαλλίας στο 2,13% (+13 μονάδες).
Την Παρασκευή ο κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ, επανέλαβε τη δέσμευση για νέες αυξήσεις επιτοκίων με στόχο την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ενώ παραδέχθηκε ότι τα επόμενα βήματα της νομισματικής πολιτικής θα προκαλέσουν «ορισμένο πόνο» σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, προαναγγέλλοντας μια αισθητή επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Ας σημειωθεί, εξάλλου, ότι τα αυξημένα επιτόκια ναι μεν βοηθούν στην άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν τις προοπτικές της ανάπτυξης. Αντίθετα, τα μειωμένα επιτόκια ενισχύουν την πορεία της οικονομίας, αλλά οδηγούν σε τόνωση του πληθωρισμού.
Όπως ήταν εύλογο, η δήλωση του Τζερόμ Πάουελ πυροδότησε ένα ισχυρό κύμα ρευστοποιήσεων στη Wall Street, το οποίο το βράδυ της Παρασκευής οδήγησε τον Dow Jones σε απώλεια 1.000 μονάδων. Ο S&P 500, από την πλευρά του, απώλεσε όλα τα κέρδη από το ράλι του Αυγούστου. Σήμερα, τη σκυτάλη της πτώσης παίρνει η Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της «ρηχής» Λεωφόρου Αθηνών.
Μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο έρχεται να προστεθεί και η εν εξελίξει ενεργειακή κρίση, με την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε Γερμανία και Γαλλία να ξεπερνάει για πρώτη φορά το ψυχολογικό όριο των 1.000 ευρώ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους λογαριασμούς ρεύματος καταναλωτών και επιχειρήσεων.
Την ίδια στιγμή, ο φόβος για έναν ολικό τερματισμό των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία συντηρεί στο ακέραιο τον κίνδυνο ενός μπλακ-άουτ στη βιομηχανία της κεντρικής Ευρώπης, με καταστροφικές συνέπειες στην οικονομία και το επενδυτικό κλίμα.