Η χώρα μας συνεχίζει στους ρυθμούς του κορωνοϊού και των εξ’ αυτού πάρα πολλών αλλαγών που έχουν έρθει στην καθημερινότητά μας. Για μήνες έχουμε εκούσια «αυτοαπομονωθεί» απ’ όσα συμβαίνουν εκτός συνόρων και τα οποία είναι πολύ σοβαρά και αποτελούν προοίμιο των επομένων καταστάσεων.
Της Θάλειας Χούντα – δημοσιογράφου
Οι αναφορές μου είναι συνεχείς στο θέμα αυτό, γιατί η επερχόμενη σύγκρουση Ρωσίας και Ουκρανίας έχει προ πολλού ξεφύγει – αν και μάλλον ποτέ δεν ήταν - από το επίπεδο των διμερών διενέξεων και αφορά το σύνολο της Ευρώπης, ομού με την υπερατλαντική συμμετοχή.
Έχει αρχίσει σαν κάτι «μικρό» αλλά η εξέλιξή του καλό θα ήταν, να μην είναι «παγκόσμια», δεδομένων των εμπλεκομένων μερών αλλά και των οπλικών συστημάτων που αυτά διαθέτουν.
Ήδη, υπάρχουν οι πρώτες ανταλλαγές πυροβολισμών και βολών πυροβολικού, υπάρχουν τα πρώτα θύματα, υπάρχουν οι υποκινητές και υπάρχουν οι πρόθυμοι. Η αιτία ήταν εύκολο να ανευρεθεί, δεδομένης της ιστορικής πορείας των δύο Κρατών από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και εντεύθεν και η κάθε πλευρά ευελπιστεί σε ανάλογα οφέλη, όποιας μορφής είναι δυνατόν όπως εθνικιστική υπεροχή, οικονομία, εξοπλισμούς, ένταξη σε Οργανισμούς κλπ.
Τα οφέλη αυτά μάλλον δεν απασχολούν την Ρωσία, λόγω της παγκόσμιας θέσης της αλλά απασχολούν σε μεγάλο βαθμό την Ουκρανία, λόγω της γεωγραφικής θέσης της. Και η απασχόληση αυτή έχει γίνει αντιληπτή από ενδιαφερόμενους, οι οποίοι κρίνουν αναλογιζόμενοι μόνο το δικό τους συμφέρον και αποφασίζουν τις επόμενες κινήσεις.
Στο πρόσφατο παρελθόν είχαμε την ανάπτυξη πυραυλικών συστημάτων και στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Πολωνία, κάτι που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Μόσχας. Επίσης, είχαμε και έχουμε τις συνεχείς αναφορές εκ μέρους των ΗΠΑ, ότι οι σύμμαχοι δεν εισφέρουν τα συμφωνηθέντα στο ΝΑΤΟ.
Τώρα, έχουμε τη νέα Κυβέρνηση στις ΗΠΑ, η οποία ευθέως τοποθετήθηκε τόσο για τον Ρώσο Πρόεδρο όσο και για την Κίνα. Και σαν επιστέγασμα όλων αυτών, έχει αρχίσει το θέμα της Ουκρανίας. Σίγουρα, μόνο τυχαία δεν είναι η σειρά των γεγονότων και σίγουρα, δεν είναι άσχετα μεταξύ τους.
Αν έχει ληφθεί η απόφαση για πολεμική αναμέτρηση με την Ρωσία, ευχή όλων πρέπει να είναι, να έχουν τοποθετηθεί στο τραπέζι και όλα τα πιθανά σενάρια και αποτελέσματα.
Η σημερινή Ρωσία δεν έχει καμία σχέση στις Ένοπλες Δυνάμεις της με αυτή προ εικοσαετίας και ο σημερινός Πρόεδρος της Ρωσίας έχει αποδείξει, ότι σε όλα τα επίπεδα μόνο αμελητέα προσωπικότητα δεν είναι. Οι ΗΠΑ κατανοούν την κατάσταση και επιθυμούν για λόγους τυπικούς αλλά και ουσιαστικούς, την, σε κάποια χρονική στιγμή, εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην υπόθεση αυτή.
Στο σημείο αυτό αρχίζουν τα εσωτερικά θέματα της Συμμαχίας, αφού τα δεδομένα έχουν τροποποιηθεί αρκετά εδώ και χρόνια. Οι Ευρωπαϊκές Δυνάμεις της Γερμανίας και της Γαλλίας έχουν διαμορφώσει την εσωτερική τους οικονομική και εν γένει πολιτική στηριζόμενες στις εμπορικές σχέσεις τους με την Ρωσία, ενώ οι όποιες διαφωνίες αρχίζουν και τελειώνουν σε ρητορικό επίπεδο ή της λήψης οικονομικών μέτρων, τα οποία δεν έχουν αποδώσει.
Τώρα, που θα πρέπει να πάρουν ευθεία έμπρακτη θέση εντός του ΝΑΤΟ, υπάρχει πρόβλημα. Και οι Κυβερνήσεις των Χωρών αυτών γνωρίζουν αφ’ ενός, την διασφάλιση της ακεραιότητάς τους λόγω της αμερικανικής στήριξης αλλά αφ’ ετέρου, την στρατιωτική και οικονομική δυσπραγία τους έναντι της Ρωσίας.
Η εικόνα των Ρωσικών πυραύλων να στοχεύουν Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν θα αρέσει σε κανέναν και πολύ περισσότερο στις Κυβερνήσεις τους, όταν μάλιστα σε λίγο θα αιτηθούν μέσω εκλογικών αναμετρήσεων ανανέωσης της εμπιστοσύνης των πολιτών σε αυτές.
Η Ελλάδα θα ακολουθήσει τις επιλογές των ΗΠΑ και ήδη, με το Λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και την Σούδα σε αμερικανική διαχείριση, η εμπλοκή της είναι σίγουρη. Εμπλοκή, που και αν δεν είναι σε στρατιωτικό προσωπικό σε μάχιμες θέσεις, είναι εξίσου σοβαρή σε επίπεδο υποστήριξης.
Ούτως ή άλλως δεν είμαστε σε θέση επιλογής των ενεργειών μας, αλλά είμαστε ή πρέπει να είμαστε σε θέση, να αποκομίσουμε οφέλη – όπως όλοι – από αυτές.
Η συνέχεια δε, της διαμάχης στην Ουκρανία μάλλον προοιωνίζει ηρεμία στα Ελληνοτουρκικά, αφού ουδείς της Νατοϊκής πλευράς θα ανεχτεί ένα δεύτερο εσωτερικό μέτωπο.
Το πιο κρίσιμο σημείο είναι η οριοθέτηση της διαμάχης σε τοπικό επίπεδο, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα κάνουμε λόγο για παγκόσμια εμπλοκή. Και αυτό είναι εύκολο πλέον, λαμβανομένων υπ’ όψιν τόσο των αποστάσεων που διανύουν και καλύπτουν τα σύγχρονα οπλικά συστήματα όσο και των δυνατοτήτων για πλήγματα που έχουν.