Με τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων του προγράμματος PSPP πιθανότατα να λήξουν το τρίτο τρίμηνο, το καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας το 2023 δεν θα πρέπει να έχει μεγάλη επίπτωση όσον αφορά τις αγορές της ΕΚΤ, εκτιμά.
Ωστόσο, το καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας θα πρέπει να επιτρέψει σε περισσότερα κεφάλαια να συμπεριλάβουν τα ελληνικά ομόλογα στο χαρτοφυλάκιό τους και ως εκ τούτου να στηρίξει τις τιμές των ελληνικών ομολόγων (GGBs), μακροπρόθεσμα.
Όπως σημειώνει η γαλλική τράπεζα, τα ελληνικά ομόλογα έχουν πληγεί περισσότερο από άλλα ομόλογα της ευρωζώνης από την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής, με το τέλος των αγορών PEPP να επιβαρύνει τη ζήτησή τους.
Ωστόσο, καθώς το PEPP εισήλθε στη φάση επανεπενδύσεων τον Απρίλιο και καθώς το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που "τρέχει" η ΕΚΤ δεν περιλαμβάνει ελληνικά ομόλογα, θα πρέπει στο εξής να επηρεαστούν λιγότερο από οποιαδήποτε αλλαγή στη "φόρμα" ομαλοποίησης της πολιτικής.
Στο μέλλον, οι κινήσεις της αγοράς πιθανότατα θα εξαρτώνται από την κατάσταση της προσφοράς και τη ρευστότητα.
Φέτος, η Ελλάδα εξέδωσε ένα 10ετές ομόλογο ύψους 3 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο και "άνοιξε" την έκδοση του 7ετούς τον Απρίλιο αντλώντας 1,5 δισ. ευρώ περαιτέρω. Για να καλύψει τον υπολειπόμενο ανώτερο στόχο έκδοσης των 7 δισ. ευρώ περίπου για το 2022, η Ελλάδα πιθανότατα θα επικεντρωθεί σε ομόλογα στο μακροπρόθεσμο μέρος της καμπύλης, ειδικά σε ομόλογα 15-20 ετών και σε ένα πράσινο ομόλογο 10-20 ετών.
Μετά την αναβάθμισή κατά μία βαθμίδα από την S&P, η Ελλάδα αξιοποίησε τις αγορές με την επανέκδοση ενός ομολόγου 5ετούς διάρκειας που ώθησε τις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις υψηλότερα, ενώ τα GGBs 15ετούς και 20ετούς διάρκειας συνέχισαν να ανεβαίνουν.
«Πιστεύουμε ότι η επιπεδότητα της καμπύλης των ομολόγων από 5 έτη έως 15 έτη δεν θα πρέπει να διατηρηθεί για πολύ καιρό μόλις επανέλθει η ρευστότητα στην αγορά. Μελλοντικά, οι κινήσεις της αγοράς θα εξαρτηθούν πιθανότατα από την προσφορά και τη ρευστότητα.