Το πρόγραμμα «Γέφυρα» που επιστράτευσε κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να αμβλύνει τις συνέπειές της σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις φέρεται να επαναφέρει η κυβέρνηση, προχωρώντας στις απαιτούμενες προσαρμογές, προκειμένου αυτό να καλύπτει τους δανειολήπτες που σήμερα πλήττονται από τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, μολονότι προς ώρας το ποσοστό αθέτησης στα δάνεια που θεωρούνται ως τα πλέον επιρρεπή στις αναταράξεις των αγορών, όπως τα στεγαστικά ή τα μικρά επιχειρηματικά, παραμένει χαμηλό, εντούτοις η ολοένα και αυξανόμενη πίεση που δέχονται οι δανειολήπτες αφενός, στο διαθέσιμο εισόδημά τους και αφετέρου, στο λειτουργικό τους κόστος, επιβάλει τη λήψη προληπτικών μέτρων. «Έχει ανοίξει μία συζήτηση συνολικά στην Ευρώπη για τους τρόπους, με τους οποίους θα μπορούσαν οι κυβερνήσεις να στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που όσο θα συνεχίζεται η επιτοκιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), χωρίς να ελέγχεται ο πληθωρισμός, τόσο θα δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις», σχολιάζουν χαρακτηριστικά. Αξίζει να αναφερθεί πως, όπως είχε γράψει το newmoney, ήδη η επιβάρυνση ισοδυναμεί με επιπλέον 2,5 δόσεις σε ετήσια βάση, αφού ενώ η δόση ενός στεγαστικού δανείου, ύψους 100.000 ευρώ, με επιτόκιο 3,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 20 έτη, «άγγιζε» τον περασμένο Ιούνιο τα 511 ευρώ μετά και τη νέα αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ έχει εκτοξευτεί στα περίπου 626 ευρώ. Άρα, ο δανειολήπτης μέσα σε τέσσερις μήνες έχει δει το ποσό του δανείου του να έχει «φουσκώσει» κατά 114 ευρώ/μήνα ή 1.369 ευρώ/χρόνο!
Το ισπανικό μοντέλο και το «σήμα» Μητσοτάκη
Σε καταρχήν συμφωνία με τις τράπεζες για μέτρα ελάφρυνσης των δανειοληπτών προχώρησε η ισπανική κυβέρνηση, κάνοντας πρώτη το βήμα για τη στήριξη όσων πλήττονται από την επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από δημοσίευμα των Financial Times, η Ισπανία ετοιμάζεται να λάβει μέτρα στήριξης για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά (ετήσιο εισόδημα μέχρι 25.200 ευρώ), ώστε να μειωθούν τα επιτόκιά τους σε Euribor μείον 0,1 ποσοστιαία μονάδα. Έτσι, οικογένεια με στεγαστικό δάνειο 120.000 ευρώ και μηνιαία δόση 524 ευρώ θα πληρώνει πλέον 246 ευρώ/μήνα, ενώ οι δανειολήπτες θα μπορούν, επίσης, να παρατείνουν τη διάρκεια των δανείων τους έως και επτά χρόνια. Όσον αφορά στις οικογένειες με υψηλότερο εισόδημα και αποδοχές έως 29.400 ευρώ ετησίως, αυτές θα μπορούν να «παγώσουν» το μέγεθος των μηνιαίων αποπληρωμών τους, ενώ επωφελούνται από την επταετή επέκταση του δανείου. Τέλος, η Ισπανία προτίθεται να καταργήσει τις προμήθειες για την πρόωρη εξόφληση των δανείων, αλλά και τη μετατροπή στεγαστικών δανείων καπό κυμαινόμενο σε σταθερό επιτόκιο.
«Πράγματι, τώρα αντιμετωπίζουμε ένα ζήτημα με την αύξηση του κόστους δανεισμού, γι’ αυτό έχω ζητήσει από το υπουργείο Οικονομικών να εξαντλήσουμε όλες τις δυνατότητες για τους συνεπείς δανειολήπτες, ώστε να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για το ζήτημα αυτό, σε συνεννόηση με τις τράπεζες». Η δήλωση αυτή του Έλληνα πρωθυπουργού, κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, στο πλαίσιο χθεσινής συνέντευξης Τύπου στην Πάτρα, έδωσε… σήμα στο οικονομικό επιτελείο να «τρέξει» τις συζητήσεις που έχουν ήδη ξεκινήσει με τις τράπεζες για την εκπόνηση ενός σχεδίου που θα επιτρέψει στους δανειολήπτες να «απορροφήσουν» μέρος ή και το σύνολο της αύξησης των επιτοκίων.
Τις επαφές των δύο πλευρών επιβεβαίωσε σε πρόσφατο συνέδριο της DDC Financial Group και ο επικεφαλής στρατηγικής μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της Alpha Bank, κ. Μανώλης Βαλετόπουλος, σημειώνοντας, ωστόσο, πως υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο αυτές να αποβούν άκαρπες.
Ποιες λύσεις εξετάζονται
Σύμφωνα με πληροφορίες, μία από τις προτάσεις που φέρεται να έχουν πέσει στο τραπέζι – και μπορεί να αντέξει ο προϋπολογισμός – είναι το κράτος να επιδοτήσει την επιβάρυνση από την αύξηση των επιτοκίων ενήμερων δανείων (στεγαστικών ή δανείων συνδεδεμένα με πρώτη κατοικία, όπως καταναλωτικά/επιχειρηματικά) και πιθανόν μη ενήμερων υπό προϋποθέσεις, με κυριότερη αυτή της ρύθμισής τους ώστε να γίνουν ενήμερα. Η επιδότηση αυτή, τουλάχιστον με βάση τις πρώτες συζητήσεις, δεν αναμένεται να έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Δεδομένου, δηλαδή, ότι η πρώτη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούλιο, εάν το πρόγραμμα τεθεί σε εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2023 τότε το κράτος θα επιδοτήσει τη διαφορά της μηνιαίας δόσης, όπως αυτή θα έχει μεταβληθεί μέσα στο επίμαχο διάστημα. Για παράδειγμα, εάν η δόση σε ένα ενήμερο δάνειο αυξήθηκε από 500 ευρώ τον Ιούλιο σε 550 ευρώ τον Ιανουάριο η κρατική επιδότηση θα αφορά στα 50 ευρώ. Οι επιδοτήσεις θα είναι κλιμακωτές (δηλαδή το α’ τρίμηνο θα επιδοτείται το 100%, το β’ τρίμηνο το 75%, το επόμενο το 50% και στο τελευταίο τρίμηνο το 25%), ενώ θα υπάρχει και περίοδος επιτήρησης των δανειοληπτών μετά τη λήξη του προγράμματος, όπως ακριβώς ίσχυε και για το «Γέφυρα».
Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να πραγματοποιηθεί νέα συνάντηση των εμπλεκομένων, προκειμένου να αποφασιστούν τα επόμενα βήματα. Ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, πάντως, μιλώντας σε χθεσινό συνέδριο σημείωσε πως «το τραπεζικό σύστημα οφείλει να συμβάλει στην πιστωτική επέκταση και στην ταχεία υλοποίηση ρυθμίσεων οφειλών, να αναμορφώσει την τιμολογιακή πολιτική δανείων, καταθέσεων και προμηθειών με τρόπο που δεν επιβαρύνει δυσανάλογα επιχειρήσεις και νοικοκυριά και να δείξει ευαισθησία στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες».