Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 533.341 άτομα, παρουσιάζοντας μείωση 3,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση 9,9% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, περίπου 320.000 άτομα ή το 59,9% του συνόλου των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι, καθώς αναζητούν εργασία ένα έτος ή περισσότερο χωρίς αποτέλεσμα.
Από την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν επίσης τα εξής:
Στις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας ανέρχεται σε 14,6%, έναντι 8,4% στους άνδρες.
Ηλικιακά, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας καταγράφονται στις ομάδες 15- 19 ετών (30,5%) και 20- 24 ετών (26,2%). Ακολουθούν οι ηλικίες 25- 29 ετών (18,9%), 30- 44 ετών (11,5%), 45- 64 ετών (7,6%) και 65 ετών και άνω (6,8%).
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται οι Ιόνιοι Νήσοι (17%), η Δυτική Μακεδονία (14,5%) και η Ήπειρος (13,4%). Ακολουθούν, η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (13,2%), η Κεντρική Μακεδονία (13,1%), η Θεσσαλία (11,4%), η Πελοπόννησος (11,3%), η Δυτική Ελλάδα (10,7%), η Αττική (10,4%), η Στερεά Ελλάδα (10,1%), το Βόρειο Αιγαίο (9,8%), η Κρήτη (9,8%) και το Νότιο Αιγαίο (4,2%).
Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε διότι η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (30,4%) είτε διότι απολύθηκαν (16,6%). Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 22,9%. Η πλειονότητα των ανέργων (59,9%) αναζητεί εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι).
Επίσης, η πλειονότητα των ανέργων έχει ολοκληρώσει έως δευτεροβάθμια εκπαίδευση (60,6%). Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στη ΔΥΠΑ ανέρχεται σε 23,7%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τη ΔΥΠΑ ανέρχεται σε 11%.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (69,7%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (19,9%). Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 7,4%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 7,8%. Η μερική απασχόληση εμφανίζει μείωση 9,6% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 11,1% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η προσωρινή απασχόληση έχει αυξηθεί 23,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 0,4% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (22,3%) και οι επαγγελματίες (21,9%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (10,4%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (3,8%). Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (8,7%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους υπαλλήλους γραφείου (4,6%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (49,9%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40- 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (19,3%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (76,6%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες κατά την εβδομάδα αναφοράς. Το 6,3% των απασχολουμένων δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες, το 3% είναι υποαπασχολούμενοι μερικής απασχόλησης οι οποίοι θα ήθελαν να εργάζονται περισσότερο και θα μπορούσαν να αρχίσουν να εργάζονται περισσότερο μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, και το 1,4% έχει παραπάνω από μία εργασία.
Τέλος, τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού» (τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία), ανήλθαν σε 4.268.513 άτομα. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών, ανήλθαν σε 3.039.950 άτομα. Το ποσοστό τους μειώθηκε κατά 4,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 1,4% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Η πλειονότητα των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού, ηλικίας 15- 74 ετών είτε δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (47,3%) είτε έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία εργασία τους (30,7%). Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία 8 έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (62,5%), ή επειδή η εργασία του ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (12,5%).
Το 93,8% των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού δηλώνει ότι δεν θέλουν να εργάζονται, το 0,4% δηλώνει ότι αναζητεί εργασία αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι να την αναλάβουν, ενώ το 3,2% δηλώνει ότι είναι διαθέσιμοι για να αναλάβουν εργασία άμεσα αλλά δεν αναζητούν.
Αυξήθηκαν οι κενές θέσεις εργασίας
Αύξηση 36,2% σημείωσε ο αριθμός των κενών θέσεων εργασίας στο σύνολο της οικονομίας, εκτός από τον πρωτογενή τομέα και τις δραστηριότητες των νοικοκυριών, το β' τρίμηνο εφέτος σε σύγκριση με το β' τρίμηνο 2022 (37.107 και 27.246 αντίστοιχα), έναντι αύξησης 123,7% κατά την αντίστοιχη σύγκριση το 2022 προς το 2021.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, κενή θέση εργασίας θεωρείται μια νεοδημιουργηθείσα θέση, μια ήδη κενή θέση ή μια θέση που πρόκειται να κενωθεί σύντομα, για την οποία ο εργοδότης έχει προβεί πρόσφατα σε δραστικές ενέργειες για να βρεθεί κατάλληλος υποψήφιος, εκτός της επιχείρησης, και η οποία είναι διαθέσιμη είτε άμεσα είτε στο άμεσο /εγγύς μέλλον. Σημειώνεται ότι οι κενές θέσεις εργασίας αφορούν μόνο στους μισθωτούς.
Δεν θεωρούνται κενές θέσεις οι θέσεις εργασίας που θα καλυφθούν από:
*μαθητευομένους χωρίς αμοιβή, είτε από εργοδότες είτε από οποιονδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης.
*εργολάβους, οι οποίοι δεν βρίσκονται στη μισθολογική κατάσταση.
*προσωπικό που επαναπροσλαμβάνεται ή επιστρέφει από άδεια με αποδοχές ή χωρίς αποδοχές.
*εσωτερικές μετακινήσεις στην επιχείρηση του ήδη υπάρχοντος προσωπικού.
Κενές θέσεις εργασίας στο άμεσο μέλλον, είναι οι κενές θέσεις πλήρους ή μερικής απασχόλησης, οι οποίες θα πρέπει να καλυφθούν σε διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών μηνών.