Παρότι η Αρκτική ήταν ένα μέτωπο κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, το βαρύ κλίμα και οι περιορισμένες επιλογές μετακίνησης, την έκαναν ένα σχετικά ασφαλές σύνορο στην εποχή που ακολούθησε. Και ως αποτέλεσμα οι ρωσικές υποδομές στην περιοχή και η δραστηριότητα -ειδικά σε ότι αφορά την ασφάλεια- ελαττώθηκαν σημαντικά, καθώς η χώρα έστρεφε τις προτεραιότητές της σε άλλα σημεία.
Αυτό όμως αλλάζει τα τελευταία χρόνια καθώς η θάλασσα του πάγου που επί μακρόν μπλόκαρε την Ρωσία από τον υπόλοιπο κόσμο αρχίζει να ανοίγει. Η ναυτική δραστηριότητα της Αρκτική πρόσφατα έφτασε σε επίπεδα που δεν είχαμε δει από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, με τον Βλ. Πούτιν να θεωρεί την ναυσιπλοΐα στην περιοχή, στην διαδρομή της Βόρειας Θάλασσας, ως βασικό αναπτυξιακό project για τη χώρα, αναφέρει το euro2day.
Η στόχευση της Μόσχας στην Αρκτική, ωστόσο έχει περισσότερο να κάνει με τις έρευνες για ορυκτούς και ενεργειακούς πόρους (που θα γίνουν περισσότερο προσβάσιμοι, καθώς το κλίμα αλλάζει και η τεχνολογία προχωρά) και λιγότερο με τις μεταφορές.
Επιστρέφοντας στην Αρκτική, ωστόσο, η Ρωσία θα αναγκαστεί να ελιχθεί σε ένα περιβάλλον που έχει αλλάξει δραστικά από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Η Κίνα, που γειτνιάζει, αναπτύσσει τα συμφέροντά της, ενώ οι ΗΠΑ επανεξετάζουν τη στάση τους αναφορικά με την ασφάλεια στην περιοχή. Ως αποτέλεσμα τα οφέλη από νέες τις ευκαιρίες μπορεί να μετατραπούν σε μακροπρόθεσμο πρόβλημα ασφαλείας, αν η ανάγκη για οικονομική στήριξη καταλήξει στο να παραδώσει στο Πεκίνο ακόμα μεγαλύτερο γεωπολιτικό πλεονέκτημα.
Οι ευκαιρίες κάτω από τον πάγο
Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο η Αρκτική φαίνονταν να επιστρέφει στην παλιά της θέση ως μακρινό σύνορο για τη δοκιμή των ορίων της τεχνολογίας και της ανθρώπινης αντοχής. Για πολλά κράτη της περιοχής, παρέμεινε ως ένα σημείο δευτερεύουσας σημασίας, στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Για τη Ρωσία, ωστόσο, στην πραγματικότητα η στρατηγική σημασία της περιοχής δεν περιορίστηκε ποτέ. Οι αρκτικές περιοχές, που αντιστοιχούν σε περισσότερο από το μισό της συνολικής ακτογραμμής της χώρας, συνεισφέρουν περίπου 15% του συνολικού ΑΕΠ, κυρίως λόγω της εξόρυξης πρώτων υλών. Περίπου το 40% του Καναδά, για παράδειγμα, θεωρείται «Αρκτική» (όπως ορίζεται από την κυβέρνηση). Οι τρεις όμως αρκτικές περιοχές του Καναδά (Yukon, Northwest Territories και Nunavut), αντίθετα, συνεισφέρουν μόλις το 0,5% του ΑΕΠ της χώρας.
Μεγάλο τμήμα των ορυκτών και ενεργειακών πόρων της Ρωσίας στην Αρκτική παραμένει ανεκμετάλλευτο, καθώς βρίσκεται θαμμένο σε απαιτητικά εδάφη και περιβάλλοντα σε πολύ μακρινές αποστάσεις. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας, όμως, και η κλιματική αλλαγή οδηγούν σε αναγέννηση των ερευνών στην περιοχή.
Σήμερα η βασική οικονομική δραστηριότητα της Ρωσίας στην Αρκτική λαμβάνει χώρα στο δυτικό μισό της περιοχής. Η ρωσική εταιρεία Norilsk Nickel, μεγαλύτερος παραγωγός παλλάδιου στον κόσμο και μεγάλος παραγωγός πλατίνας, έχει τις εγκαταστάσεις εξόρυξης και τήξης επικεντρωμένες τόσο στην χερσόνησο Kola (στη θάλασσα του Μπάρεντς, περίπου 200 μίλια ανατολικά της βόρειας Φινλανδίας) καθώς και κοντά στην Dudinka στον ποταμό Yenisei που εκβάλει στην θάλασσα του Κάρα.
Επιπλέον των ορυκτών πόρων, κάποιες από τα μεγαλύτερα project φυσικού αερίου αναπτύσσονται στην Χερσόνησο Yamal. Περιλαμβάνουν το σχέδιο για υγροποιημένο αέριο (LNG) στην περιοχή, το οποίο ανήκει στις Novatek, Total, China National Petroleum Corporation (CNPC) και το κινεζικό Silk Road Fund. Εχει ετήσια δυναμικότητα 16,5 μετρικών τόνων LNG και εξυπηρετείται από ενισχυμένα για τον πάγο τάνκερ τα οποία διασχίζουν την διαδρομή της Βόρειας Θάλασσας(NSR) παράλληλα με την αρκτική ακτή λειτουργώντας σε θάλασσες με πάνω από ένα μέτρο πάγο χωρίς να χρειάζονται την βοήθεια παγοθραυστικού. Στην περιοχή βρίσκεται και το αντίστοιχο project για LNG, το «Arctic 2».
Το μέλλον των μεταφορών στην Αρκτική Ρωσία
Με τους πάγους να λιώνουν υπήρξε αυξημένη διεθνής προσοχή γύρω από το πώς οι ναυτικές γραμμές της Αρκτικής μπορούν να προσφέρουν μια παράκαμψη μεταξύ Ευρώπης και Ασίας. Και πράγματι μέσω της NSR απαιτούνται σχεδόν 15 ημέρες για να παραδοθεί αέριο από το Yamal στην Κίνα, έναντι 30 ημερών από τη νοτιοδυτική διαδρομή (η οποία απαιτεί το γύρο της Ευρώπης και τη διέλευση του καναλιού του Σουέζ).
Οπως, όμως, το βορειοδυτικό πέρασμα μέσω του Καναδά, ποτέ δεν αποδείχτηκε αξιόπιστη και οικονομικά συμφέρουσα παράκαμψη μεταξύ Ευρώπης και Ασίας. Η ρωσική NSR παραμένει εποχιακή στην καλύτερη των περιπτώσεων. Βιώσιμες δραστηριότητες μέσω των νερών της Αρκτικής απαιτούν ειδικά πλοία και συχνά την χρήση παγοθραυστικών. Ακόμα και αυτά τα πλοία μπορούν αξιόπιστα να λειτουργήσουν τους πιο θερμούς μήνες, περιορίζοντας την εμπορική βιωσιμότητα στην περιοχή. Και καθώς η υποχώρηση των πάγων σταδιακά κάνει την κατάσταση περισσότερο διαχειρίσιμη, θα απαιτηθούν πολλά χρόνια πριν η υπόσχεση για μειωμένους χρόνους ναυσιπλοΐας υπερισχύσει του προκαταβολικού κόστους που απαιτείται για την διέλευση των, ακόμα σε μεγάλο βαθμό, παγωμένων υδάτων.
Ετσι, καθώς ενεργειακά και ορυκτά αποθέματα γίνονται αυξανόμενα προσβάσιμα, για το ορατό μέλλον η κύρια χρήση των ρωσικών θαλασσών στην Αρκτική θα παραμείνει σε αυτό που είναι γνωστό ως «destination shipping» (εστιάζει στο να βγάλει ρωσικά εμπορεύματα στην αγορά ή να φέρει ξένα και εγχώρια προϊόντα και υπηρεσίες στην ρωσική Αρκτική.
Από τα 1.908 ταξίδια πλοίων μέσω της NSR το 2017 μόλις 27 ήταν πλήρης μεταφορά μεταξύ Ασίας και Ευρώπης ή μεταξύ ρωσικών λιμανιών εκτός της συγκεκριμένης διαδρομής. Τα υπόλοιπα κινήθηκαν μεταξύ λιμανιών εντός της NSR ή αφορούσαν «destination shipping».
Η αυξημένη χρήσης της NSR για «destination shipping» απαιτεί τις ίδιες επενδύσεις σε τηλεπικοινωνίες, ναυτιλιακά βοηθήματα, δυνατότητες έρευνας και διάσωσης, οι οποίες θα ανοίξουν το δρόμο για περισσότερη κίνηση στο μέλλον. Προς ώρας, «υψηλού προφίλ» πλήρη ταξίδια μέσω της διαδρομής, όσο σπάνια και αν είναι, πιθανότατα θα λειτουργήσουν ως ένας τρόπος να προσελκυστούν επιπλέον ξένες επενδύσεις, ώστε να αναπτυχθεί η ναυτιλιακή υποδομή και να κεφαλαιοποιηθεί η αναπτυγμένη εξόρυξη ορυκτών και ενεργειακών πόρων από την περιοχή.
Η παρουσία της Κίνας
Η ανάγκη για ροή εσόδων από το εξωτερικό θα φέρει την Ρωσία σε μια περίπλοκη θέση με τον κατ’ όνομα εταίρο, την Κίνα, η οποία γίνεται αυξανόμενα ενεργός παίκτης στην περιοχή. Παρά τους πολλούς τομείς κοινού ενδιαφέροντος, οι ρωσοκινεζικές σχέσεις εξακολουθούν να διακατέχονται από καχυποψία. Η ισορροπία μεταξύ των δυο έχει αλλάξει δραματικά. Όχι μόνο η Κίνα δεν είναι δευτεροκλασάτη δύναμη, αλλά έχει ήδη ξεπεράσει την Ρωσία οικονομικά και επίσης, από ορισμένες πλευρές, καθ’ οδόν στο να την ξεπεράσει πολιτικά και στρατιωτικά.
Για να συνεχίζει, όμως, να αναπτύσσει τις δυνατότητές της στην Αρκτική και να εκμεταλλευτεί οικονομικές ευκαιρίες, η Μόσχα χρειάζεται σημαντικές ξένες επενδύσεις και πρόσβαση σε διευρυνόμενες καταναλωτικές αγορές. Η τεράστια ανάγκη της Κίνας για πόρους και τα σχετικά μεγάλα βαλάντια που διαθέτει καλύπτουν αυτές τις ανάγκες. Για τη Ρωσία όμως, υπάρχει ο κίνδυνος της υπερεξάρτησης από την Κίνα κάτι που θα γείρει την πλάστιγγα των σχέσεών τους περισσότερο υπέρ του Πεκίνου, κάτι που θέλει να αποφύγει η Μόσχα.
Ως εκ τούτου, η Ρωσία προσπάθησε να εξισορροπήσει τις κινεζικές επενδύσεις στα projects LNG στην Αρκτική με ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εταιρίες, παρότι αυτό είναι δύσκολο λόγω των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί. Η Μόσχα διστακτικά επέτρεψε στην Κίνα να γίνει εταίρος στις αναπτύξεις υποδομών κατά μήκος της NSR, προκειμένου κυρίως να «δέσει» τη χώρα στα σχέδιά της και να μην αποκτήσει δυνατότητες παράκαμψης των ρωσικών περιοχών.
Η επιστροφή των ΗΠΑ στην Αρκτική
Ενώ η Ρωσία αναζωογώνησε την παρουσία της στην περιοχή και η Κίνα αυξάνει τις δραστηριότητές της, αφυπνίστηκε ο άλλος γεωπολιτικός αντίπαλος της Ρωσίας, οι ΗΠΑ, σε ότι αφορά την στρατηγική σημασία του συνόρου της Αρκτικής.
Η Αλάσκα, η Πολιτεία των ΗΠΑ στην περιοχή, αντιστοιχεί σε πάνω από το 18% των εδαφών της υπερδύναμης, αλλά αντιστοιχεί πολύ μικρό κομμάτι του ΑΕΠ. Η σημασία της αφορά λιγότερο στην οικονομία και πολύ περισσότερο στην στρατηγική της θέση, ως συνδέσμου μεταξύ Βόρειας Αμερικής, Ασίας και Ευρώπης.
Όπως στον Ψυχρό Πόλεμο παραμένει η συντομότερη διαδρομή μεταξύ των ΗΠΑ και ανταγωνιστών της στο βόρειο ημισφαίριο για τους πυραύλους της (ανεξάρτητα αν εκτοξεύονται από τη στεριά ή τη θάλασσα) και την αεροπλοΐα. Ως εκ τούτου είναι το επίκεντρο της εθνικής πυραυλικής άμυνας και σύντομα θα φιλοξενήσει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πολεμικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς στον κόσμο.
Το λιώσιμο των πάγων έχει ανοίξει το δρόμο για αυξημένη κυκλοφορία στην Αρκτική προσθέτοντας ένα βαθμό περιπλοκότητας στο αμυντικό σύνορο Ρωσίας και ΗΠΑ. Τόσο η Μόσχα, όσο και η Ουάσιγκτον στο ανανεωμένο τους ενδιαφέρον για την περιοχή αντιμετωπίζουν περιορισμούς σε ότι αφορά τους πόρους. Καθώς όμως αλλάζει το φυσικό, αλλά και το πολιτικό περιβάλλον, αναθεωρούν τις ανάγκες τους προκειμένου να εξασφαλίσουν την ασφάλεια.
Η αυξανόμενη παρουσία της Κίνας έχει, πιθανώς απροσδόκητα, προσφέρει ένα πεδίο συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, την επιθυμία να παραμείνει η διακυβέρνηση της περιοχής στα χέρια των οκτώ εθνών της Αρκτικής και να μην επιτραπεί η διεθνοποίηση (όπως επιθυμεί η Κίνα).
Τα παιχνίδια ισχύος μεταφέρονται Βόρεια
Ενώ τόσο για οι ΗΠΑ, όσο και η Ρωσία βλέπουν την στρατηγική σημασία της περιοχής, για τη Μόσχα ο οικονομικός παράγοντας είναι ένα επιπλέον κίνητρο για δράση. Γι’ αυτό το λόγο στις κινήσεις της συνεχίζει να δίνει προτεραιότητα στην περαιτέρω έρευνα για πόρους, ενώ παράλληλα χτίζει εκ νέου μια ισχυρή στρατηγική αμυντική γραμμή, ανοίγοντας εκ νέου στρατιωτικές βάσεις και αναπτύσσοντας επιπλέον πυραύλους, αντιαεροπορικά συστήματα και αεροσκάφη.
Εν τω μεταξύ, η ιδέα να μετατραπεί η ρωσική Αρκτική σε ένα τεράστιο ναυτικό διάδρομο παραμένει μακρινό όνειρο εξαιτίας τεχνολογικών, οικονομικών και κλιματικών περιορισμών. Αλλά οι προοπτικές θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από το εάν η Μόσχα εκτιμά ότι μια ναυτική γέφυρα μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας θα της εξασφαλίσει αρκετή ισχύ ώστε να υπερβεί την δυνητική έκθεση του τελευταίου ασφαλούς συνόρου της. Εν τω μεταξύ όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι οι εντάσεις μεταξύ των τριών μεγάλων δυνάμεων θα γίνονται περισσότερο αισθητές.