Οι μειωμένες εξαγωγές της Ρωσίας και η απειλή της να τερματίσει τις προμήθειες φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα διατηρηθούν επειδή η Μόσχα ελπίζει πως θα αυξήσει την πιθανότητα οικονομικής ύφεσης στην Ευρώπη γεγονός που θα οδηγήσει σε πιο αδύναμη ευρωπαϊκή υποστήριξη της Ουκρανίας.
Στις 11 Ιουλίου οι ροές φυσικού αερίου από τον αγωγό Nord Stream 1 (που μεταφέρει ρωσικό αέριο κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα κατ’ ευθείαν στη Γερμανία) μειώθηκαν στο μηδέν, καθώς ο αγωγός ξεκίνησε την ετήσια προγραμματισμένη δεκαήμερη περίοδο συντήρησης. Το φετινό προγραμματισμένο κλείσιμο έρχεται την ώρα που ο ενεργειακός κολοσσός της Ρωσίας, Gazprom, μείωσε τις ροές στον αγωγό στο 40% της κανονικής του δυνατότητας στις 14 Ιουνίου, επικαλούμενος τεχνικά ζητήματα που συσχέτισε με το ότι δεν του επιστράφηκε από την Siemens τουρμπίνα που βρίσκονταν σε διαδικασία συντήρησης στον Καναδά.
Τώρα, αυξάνονται οι ανησυχίες στην Ευρώπη πως η Μόσχα ετοιμάζεται να εκβιάσει ή να προχωρήσει σε αντίποινα κατά της Ευρώπης και να μην επιτρέψει στα ευρωπαϊκά κράτη να ξαναγεμίσουν επαρκώς τις αποθήκες τους πριν έρθει ο χειμώνας.
Στις 30 Ιουνίου, ο υπουργός Οικονομίας και Κλίματος της Γερμανίας Robert Habeck προειδοποίησε ότι η Ρωσία ενδέχεται να μην επαναλάβει τις παραδόσεις φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω του Nord Stream 1 μετά από την προγραμματισμένη συντήρηση. Στις 10 Ιουλίου, ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Bruno Le Maire κάλεσε την Ευρώπη να προετοιμαστεί για την πλήρη διακοπή των προμηθειών ρωσικού φυσικού αερίου, λέγοντας ότι «σήμερα αυτή είναι η πιο πιθανή εξέλιξη».
Συνολικά, οι παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μειώθηκαν κατά περίπου 60% τον Ιούνιο, γεγονός που οδήγησε τις τιμές κοντά σε υψηλά ρεκόρ και ανάγκασε κυβερνήσεις όπως η Ιταλία και η Γερμανία να προετοιμάσουν έκτακτα μέτρα. Η Gazprom έχει διακόψει τις ροές φυσικού αερίου προς χώρες που αρνήθηκαν να χρησιμοποιήσουν τον μηχανισμό πληρωμής σε ρούβλι που απαιτείται από τη ρωσική κυβέρνηση για το φυσικό αέριο, συμπεριλαμβανομένων της Πολωνίας και της Βουλγαρίας στις 27 Απριλίου και της Φινλανδίας στις 21 Μαΐου.
Μετά από παρότρυνση της γερμανικής κυβέρνησης, ο Καναδάς συμφώνησε στις 10 Ιουλίου να επιστρέψει μια τουρμπίνα για το Nord Stream 1 στη Γερμανία, παρά τις αντιρρήσεις της Ουκρανίας. Αλλά η τουρμπίνα πιθανότατα θα χρειαστεί αρκετές εβδομάδες για να αποσταλεί και να επανεγκατασταθεί. Αυτό θα συνεχίσει να δίνει στη Ρωσία δικαιολογία για να επιτρέψει μειωμένες ροές, πολύ κάτω από τη χωρητικότητα του αγωγού, ανησυχία που ενισχύθηκε από μια ανακοίνωση που εξέδωσε η Gazprom στις 13 Ιουλίου λέγοντας ότι ο ρωσικός γίγαντας φυσικού αερίου δεν ήξερε αν μπορούσε να πάρει την τουρμπίνα ή αν είχε αποστείλει.
Η μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας διακόπηκε για πρώτη φορά στις 11 Μαΐου, όταν ο κρατικός φορέας εκμετάλλευσης δικτύου φυσικού αερίου της Ουκρανίας GTSOU κήρυξε ανωτέρα βία και διέκοψε τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου που εισέρχονταν στο ουκρανικό σύστημα στο σημείο εισόδου της Σοχρανίβκα. Η Gazprom δεν αύξησε σημαντικά τη διέλευση μέσω άλλων ουκρανικών σημείων εισόδου ως αντιστάθμισμα.
Η Ρωσία πιστεύει ότι μια διαρκής απειλή διακοπής της προμήθειας φυσικού αερίου, η οποία με τη σειρά της διατηρεί τις τιμές του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου υψηλές, θα δημιουργήσει μια σφήνα μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών της ΕΕ σχετικά με την πολιτική κυρώσεων – οδηγώντας το μπλοκ συνολικά να μετριάσει την υποστήριξή του προς την Ουκρανία και τη διάθεση για περισσότερες κυρώσεις, πιέζοντας έτσι το Κίεβο να αποδεχθεί μια κατάπαυση του πυρός ευνοϊκή για τη Μόσχα.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει έναν αυξανόμενο κίνδυνο ύφεσης τους επόμενους μήνες εν μέσω της ανόδου των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων, τον οποίο μια ρωσική διακοπή των προμηθειών φυσικού αερίου θα επιδεινώσει σημαντικά. Η Γερμανία, η οποία εισήγαγε το 55% του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία το 2021, ετοιμάζεται ήδη να θεσπίσει μέτρα περιορισμού του φυσικού αερίου και η Bundesbank εκτιμά ότι η οικονομία της χώρας θα συρρικνωθεί περισσότερο από 3% το 2023 εάν σταματήσει ο ρωσικός ενεργειακός εφοδιασμός.
Επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση κινδυνεύει με ύφεση, ανεξάρτητα από το αν η Ρωσία μειώνει σημαντικά τον ενεργειακό εφοδιασμό, η Μόσχα πιθανότατα θα χειραγωγήσει τις ροές ως πολιτικό όπλο για να ασκήσει πίεση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, απειλώντας τις με κοινωνική αναταραχή, αντί να τους επιτρέψει να απεξαρτηθούν από το ρωσικό αέριο με τον ρυθμό που έχουν προγραμματίσει.
Η Μόσχα πιθανότατα ελπίζει ότι αυτό θα αποτρέψει χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία από το να δώσουν πιο ισχυρή στρατιωτική υποστήριξη για την Ουκρανία τους επόμενους μήνες και θα τις ωθήσει να υποστηρίξουν μια κατάπαυση του πυρός ευνοϊκή για τη Ρωσία, αντί να παράσχουν στο Κίεβο τα όπλα που θα χρειαζόταν για μια αντεπίθεση ώστε να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Η Μόσχα μπορεί επίσης να πιστεύει ότι τα χαμηλά επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα λειτουργούσαν ως πλεονέκτημα για τη Ρωσία στις ειρηνευτικές συνομιλίες.
Η αντίθεση της Ουγγαρίας στο εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο άρθηκε μόνο μετά από την εξαίρεση που έλαβε και η χώρα συνεχίζει να αντιτίθεται στις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία. Η θέση της Ουγγαρίας είναι ενδεικτική των εσωτερικών διχασμών που υπάρχουν στην Ευρώπη σχετικά με βασικές πτυχές της πολιτικής έναντι της Ρωσίας.
Η ρωσική στρατηγική στο φυσικό αέριο πιθανότατα θα προσαρμοστεί σύμφωνα και με τις εξελίξεις σχετικά με την πρόταση στους G7 να μπει πλαφόν στις τιμές που θα πουλά η Μόσχα το πετρέλαιο. Το φυσικό αέριο θα μπορούσε να είναι ένα εργαλείο για να διχαστούν τα μέλη του G7 και να υπονομευτεί η ευρωπαϊκή υποστήριξη για μια τέτοια πολιτική.
Η Μόσχα είναι πολύ πιθανό να διατηρήσει χαμηλά τις προμήθειες φυσικού αερίου στην Ευρώπη τους επόμενους μήνες, διατηρώντας την απειλή -και τον φόβο στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες- μιας διακοπής φυσικού αερίου που θα μπορούσε να επέλθει ανά πάσα στιγμή. Τα σχέδια της Ρωσίας είναι πιθανό να γίνουν πιο ξεκάθαρα μόλις ολοκληρωθεί η προγραμματισμένη συντήρηση στις 21 Ιουλίου, καθώς ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε στις 20 Ιουνίου ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να επαναλάβει τις πλήρεις ροές στον αγωγό, εφόσον η Gazprom λάβει την τουρμπίνα που βρίσκεται για συντήρηση στον Καναδά.
Για το Κρεμλίνο, μια διακοπή αργότερα φέτος μπορεί να είναι πιο επιθυμητή απ’ ότι μια διακοπή νωρίτερα, επειδή αν η διακοπή πραγματοποιηθεί αργότερα, θα έρθει στο αποκορύφωμα της ευρωπαϊκής ζήτησης για φυσικό αέριο. Ως εκ τούτου, η Μόσχα πιθανότατα εξετάζει το ενδεχόμενο ξαφνικών περικοπών αργότερα φέτος και όχι τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο.
Αντίθετα, η αποτυχία επανέναρξης οποιωνδήποτε ροών στο Nord Stream 1 το καλοκαίρι θα ωθήσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να εφαρμόσουν μέτρα περιορισμού πολύ νωρίτερα, μετριάζοντας το αντίκτυπο. Παράλληλα θα προετοιμάσουν τους πολίτες τους για τις συνέπειες που θα γίνουν αισθητές πιο έντονα το χειμώνα, όταν ο αντίκτυπος στην Ευρώπη της οικονομικής ύφεσης και της κόπωσης από τον πόλεμο είναι πιθανό να είναι ισχυρότερος.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε - είτε εσκεμμένα, είτε ακούσια - να βλάψει απροσδόκητα την εναπομένουσα υποδομή διαμετακόμισης φυσικού αερίου της Ουκρανίας προς την Ευρώπη σε οποιοδήποτε σημείο, προκαλώντας μια ξαφνική και πλήρη διακοπή των ροών.
Η προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο και το εμπάργκο της στο ρωσικό πετρέλαιο σημαίνουν ότι το «παράθυρο» της Μόσχας να χρησιμοποιήσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου για να πιέσει τα ευρωπαϊκά κράτη κλείνει γρήγορα, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα η Ρωσία να λάβει πιο δραστικά μέτρα.
Τους μήνες πριν και λίγο μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, η Μόσχα προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου για να πιέσει τα ευρωπαϊκά κράτη διατηρώντας παράλληλα τις ελάχιστες ροές για να αποφύγει την παραβίαση των κερδοφόρων ευρωπαϊκών συμβάσεων της και την απώλεια εσόδων εν μέσω της οικονομικής κρίσης της Ρωσίας. Αλλά η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το σχέδιο REPowerEU στις 8 Μαρτίου, το οποίο επιδιώκει να μειώσει δραστικά την εξάρτηση του μπλοκ από τη ρωσική ενέργεια, άλλαξε τη σκέψη της Μόσχας για το θέμα.
Η ταχύτητα με την οποία η Ευρώπη θέλει να μειώσει τη χρήση του ρωσικού φυσικού αερίου (66% μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, ακολουθούμενη από μείωση του τελικού 33% ακόμα και από το 2027) σημαίνει ότι η ισχύς του πολυδιαφημισμένου «ενεργειακού όπλου» της Ρωσίας θα διαλυθεί γρήγορα μετά τη χειμερινή περίοδο θέρμανσης 2022-23.
Ως εκ τούτου, η Ρωσία θα μπορούσε να υπολογίσει ότι μια ξαφνική και σχεδόν πλήρης διακοπή των ροών μπορεί να είναι ο καλύτερος τρόπος για να δημιουργηθούν οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις για την Ευρώπη, καθώς ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη πιθανότατα δεν μπορούν να τα καταφέρουν τον ερχόμενο Φεβρουάριο ή ακόμη και τον Δεκέμβριο, χωρίς τη συνεχή ροή ρωσικού αερίου για πλήρωση των αποθεμάτων ή χωρίς τη λήψη επώδυνων μέτρων όπως το δελτίο ενέργειας.
Εάν η Μόσχα άρχιζε μια ξαφνική και σχεδόν πλήρη διακοπή λειτουργίας τις επόμενες εβδομάδες, η έλλειψη εναλλακτικών λύσεων για το ρωσικό φυσικό αέριο θα σήμαινε ότι ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη θα έπρεπε να εφαρμόσουν εξαιρετικά αντιδημοφιλή μέτρα δελτίου, πιθανώς μέχρι τη χειμερινή περίοδο θέρμανσης 2023-24 . Αυτά τα μέτρα περιορισμού θα επικεντρωθούν πιθανότατα στον περιορισμό των προμηθειών στους ευρωπαίους βιομηχανικούς καταναλωτές, που πιθανότατα θα οδηγήσει σε ύφεση.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συστήσει στις χώρες να καλύψουν το 90% της αποθηκευτικής τους ικανότητας έως την 1η Οκτωβρίου. Ορισμένες χώρες προσπαθούν να υπερβούν την προθεσμία, καθώς η Γαλλία έχει δηλώσει ότι επιδιώκει να γεμίσει τις αποθήκες της κοντά στο 100%.
Η Ρωσία θα μπορούσε να επιδεινώσει την οικονομική δυσπραγία της Ευρώπης διακόπτοντας επίσης τις εξαγωγές του LNG της στην Ευρώπη και ανακατευθύνοντάς τες σε Ασιάτες αγοραστές, αλλά καθώς το ρωσικό LNG αποτελεί μόνο το 8% της παγκόσμιας προσφοράς LNG, η κίνηση θα είχε αρνητικό μεν, περιορισμένο δε, αντίκτυπο στις ευρωπαϊκές αγορές.
Αν η Ρωσία σταματήσει τις προμήθειες αερίου στην Ευρώπη θα αντιμετωπίσει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της. Αλλά η Ρωσία μπορεί να επιβιώσει χωρίς εξαγωγές αερίου μέσω αγωγών στην Ευρώπη παρά τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσει, λόγω έλλειψης υποδομών, στην προσπάθεια να βρει εναλλακτικούς αγοραστές του αερίου του.