Την επιστροφή των συντάξεων σε τροχιά ανόδου σηματοδοτεί το 2023, καθώς η γενικότερα η βελτίωση των αμοιβών αναμένεται να αποτελέσει το βασικό «αντίδοτο» στην κλιμακούμενη έξαρση της ακρίβειας.
Πέραν των μισθών, που αναμένεται το επόμενο έτος να επανέλθουν – τουλάχιστον για τα κατώτατα όρια – στα επίπεδα προ της περιόδου της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, αυξήσεις προβλέπεται να δοθούν και στις συντάξεις κλείνοντας ένα «κύκλο συρρίκνωσης» τουλάχιστον δεκατριών ετών.
Η αύξηση των συντάξεων από την 1.1.2023 προβλέπεται στην ισχύουσα νομοθεσία, την οποία η κυβέρνηση φαίνεται αποφασισμένη να την εφαρμόσει.
Οι αυξήσεις
Σύμφωνα με το νόμο 4670/2020 (νόμος Βρούτση) από 1η Ιανουαρίου 2023 θα δοθούν αυξήσεις στις συντάξεις ίσες με το 50% της μεταβολή του ΑΕΠ και επίσης 50% της μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (τιμάριθμος).
Αυτό σημαίνει ότι αν το ΑΕΠ αυξηθεί το 2022 κατά 4% και ο ΔΤΚ αυξηθεί κατά 6%, τότε η αύξηση στις συντάξεις θα είναι 5% (2% +3%). Η συνολική αύξηση που θα προκύψει δεν θα ρέπει να είναι υψηλότερη του πληθωρισμού.
Ο σχετικός νόμος προβλέπει τα εξής: «το συνολικό ποσό της σύνταξης αυξάνεται από την 1-1-2023 κατ’ έτος, με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ συν το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους, διαιρούμενου διά του δύο (2) και δεν υπερβαίνει το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή».
Όπως σημειώνει ο εργατολόγος – ειδικευμένος σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης και συντάξεων – κ. Δ. Μπούρλος με βάση αυτή τη ρύθμιση, κάποιοι συνταξιούχοι – από 1-1-2023 – θα λάβουν αύξηση στη σύνταξη.
Ποιοι δεν θα δουν αυξημένες τις συντάξεις τους
«Το πρόβλημα είναι ότι κάποιοι εκ των συνταξιούχων – όχι λίγοι – δεν θα δουν την αύξηση αυτή στο τελικό ποσό της σύνταξής τους». Συγκεκριμένα, αύξηση δεν θα λάβουν οι συνταξιούχοι που μετά τον επανυπολογισμό της σύνταξής τους – σύμφωνα με τους νόμους Κατρούγκαλου και Βρούτση – είχαν τη λεγόμενη προσωπική διαφορά.
Δηλαδή ελάμβαναν υψηλότερο ποσό σύνταξης, από αυτή που προέκυψε μετά τον επανυπολογισμό της σύνταξής τους. Η σύνταξη συνέχισε – μετά τον επανυπολογισμό – να καταβάλλεται, ως είχε. Ωστόσο το επιπλέον ποσό – μελλοντικά – αναμένεται να συμψηφισθεί με ενδεχόμενες αυξήσεις των συντάξεων.
Ως εκ τούτου ένας σημαντικός αριθμός συνταξιούχων, θα λάβει αύξηση η οποία θα είναι καθαρά λογιστική. Δηλαδή θα μειώσει ή ακόμη και θα εξαφανίσει την προσωπική διαφορά, αλλά το τελικό καταβλητέο ποσό στο συνταξιούχο θα παραμείνει το ίδιο.