Σημαντικές αυξήσεις στις συντάξεις τους και αναδρομικά αναμένεται να λάβουν συνταξιούχοι με 30 χρόνια δουλειάς και πάνω.
Παλαιοί και νέοι συνταξιούχοι αναμένεται να δουν μηνιαία αύξηση ύψους 204 ευρώ με αναδρομικά έως 3.468 ευρώ από τον Μάρτιο και έπειτα στις κύριες συντάξεις τους ανάλογα με τον μισθό και τα έτη ασφάλισης
Οι αυξήσεις θα έχουν και αναδρομικά 16 ή 17 μηνών ανάλογα από το μήνα που θα χορηγηθούν στους συνταξιούχους, σύμφωνα με τον "Ελεύθερο Τύπο”.
Πάντως, το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας είναι να πληρωθούν Μάρτιο οι αυξήσεις και Απρίλιο τα αναδρομικά, μια που η εφαρμογή του νόμου έχει ήδη καθυστερήσει λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Τις μεγαλύτερες αυξήσεις θα πάρουν όσοι αποχώρησαν με 35 ως 40 έτη ασφάλισης, ενώ μικρότερες θα είναι για όσους έχουν από 30 ως 35 έτη. Αυξήσεις προκύπτουν και από τα 40 ως τα 45 έτη, αλλά ο ρυθμός αύξησης βαίνει μειούμενος όσο ανεβαίνουν τα χρόνια.
Δικαιούχοι αυξήσεων είναι όσοι συνταξιοδοτήθηκαν μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2019 καθώς θα έχουν επανυπολογισμό των συντάξεών τους και εφόσον έχουν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης θα ευνοηθούν.
Ο επανυπολογισμός αφορά σύμφωνα με εκτιμήσεις αρμόδιων στελεχών του υπουργείου Εργασίας σχεδόν 1 εκατομμύριο συνταξιούχους με 30 έτη ασφάλισης και πάνω.
Η αύξηση όμως θα φανεί στην τσέπη για περίπου 500.000 συνταξιούχους, οι οποίοι είτε δεν έχουν τη λεγόμενη προσωπική διαφορά στη σύνταξη που απέκτησαν με τον πρώτο επανυπολογισμό του νόμου Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016) είτε έχουν μικρή προσωπική διαφορά που θα την υπερβούν με την αύξηση και θα μείνει καθαρό κέρδος στην τσέπη.
Με απλά λόγια, η αύξηση θα φανεί στο πορτοφόλι εφόσον η σύνταξη θα είναι μεγαλύτερη από την τωρινή.
Αν δεν προκύπτει αύξηση, σημαίνει ότι ο συνταξιούχος κέρδισε μεν κάποιο παραπάνω ποσό από τον επανυπολογισμό, αλλά δεν ήταν αρκετό για να ισοφαρίσει τη λεγόμενη προσωπική διαφορά.
Σε αυτές τις περιπτώσεις που θα είναι επίσης εκατοντάδες χιλιάδες, το όφελος είναι ότι ανεβαίνει το κομμάτι της σύνταξης και μειώνεται το κομμάτι της προσωπικής διαφοράς, οπότε σε μια μελλοντική αύξηση (από το 2024 ή νωρίτερα) το εναπομείναν ποσό της προσωπικής διαφοράς θα μηδενιστεί.
Ποιοι κερδίζουν τις αυξήσεις - Παραδείγματα
Παράδειγμα 1: Αύξηση σύνταξης με μείωση προσωπικής διαφοράς
Συνταξιούχος με 34 χρόνια που συνταξιοδοτήθηκε το 2010 είχε σύνταξη 1.050 ευρώ πριν το φόρο. Η σύνταξη αυτή επανυπολογίστηκε και μειώθηκε με το νόμο Κατρούγκαλου, αλλά η μείωση δεν εφαρμόστηκε και ονομάστηκε προσωπική διαφορά. Η νέα σύνταξη χωρίστηκε σε ανταποδοτική και εθνική σύνταξη με 960 ευρώ και σε προσωπική διαφορά 90 ευρώ ώστε ο συνταξιούχος να μην πέσει κάτω από τα 1.050 ευρώ που έπαιρνε παλιά (960+90=1.050).
Η προσωπική διαφορά δεν είναι σύνταξη, αλλά ένα ποσό που μπορεί να αποκοπεί ανά πάσα στιγμή, γι’ αυτό και θα πρέπει να την ξεφορτωθούν οι συνταξιούχοι ανεβάζοντας το ποσό της σύνταξης. Αυτό θα γίνει τώρα με τον νέο επανυπολογισμό, καθώς θα αυξηθεί το πρώτο τμήμα, δηλαδή τα 960 ευρώ, επειδή η σύνταξη θα υπολογιστεί με τον νέο και αυξημένο συντελεστή για τα 34 χρόνια ασφάλισης.
Έστω ότι τα 960 ευρώ γίνονται 1.000 ευρώ. Ο συνταξιούχος παίρνει 40 ευρώ αύξηση στη σύνταξη, που πηγαίνουν για να σβήσουν την προσωπική διαφορά.
Όμως, επειδή όμως τα 40 ευρώ δεν επαρκούν, ο συνταξιούχος θα έχει υπόλοιπο προσωπικής διαφοράς 50 ευρώ που θα συνεχίσει να το λαμβάνει, οπότε το σύνολο σύνταξης θα είναι 1.050 ευρώ, με 1.000 ευρώ από σύνταξη και 50 ευρώ προσωπική διαφορά. Τα 50 ευρώ όμως θα φύγουν πιο γρήγορα από τις μελλοντικές αυξήσεις.
Αν για παράδειγμα δοθεί αύξηση 40 ευρώ το 2024, θα μείνουν 10 ευρώ προσωπικής διαφορά, ενώ με 40 ευρώ αύξησης το 2025, η διαφορά θα μηδενιστεί και ο συνταξιούχος θα έχει καθαρή αύξηση 30 ευρώ. Χωρίς τον νέο νόμο και χωρίς τις αυξήσεις που δίδονται τώρα πάνω από τα 30 έτη ασφάλισης, ο συνταξιούχος θα έμενε με τα 90 ευρώ της προσωπικής διαφοράς και χωρίς αύξηση ως το 2026.
Παράδειγμα 2: Αύξηση 50 ευρώ με μηδενισμό προσωπικής διαφοράς 150 ευρώ
Συνταξιούχος με 40 χρόνια που συνταξιοδοτήθηκε το 2012 είχε σύνταξη 1.300 ευρώ πριν το φόρο.
Η σύνταξη αυτή επανυπολογίστηκε και μειώθηκε με το νόμο Κατρούγκαλου, αλλά δόθηκε προσωπική διαφορά ίση με τη μείωση. Η νέα σύνταξη χωρίστηκε σε ανταποδοτική και εθνική με 1.150 ευρώ και σε προσωπική διαφορά 150 ευρώ ώστε ο συνταξιούχος να μην πέσει κάτω από τα 1.300 ευρώ που έπαιρνε παλιά (1.150+150=1.300).
Με τον νέο επανυπολογισμό θα αυξηθεί το πρώτο τμήμα, δηλαδή τα 1.150 ευρώ, γιατί η σύνταξη θα υπολογιστεί με τον σημαντικά αυξημένο νέο συντελεστή για τα 40 χρόνια ασφάλισης. Έστω ότι τα 1.150 ευρώ γίνονται 1.350 ευρώ.
Ο συνταξιούχος παίρνει 200 ευρώ αύξηση στη σύνταξη, τα οποία σβήνουν τελείως την προσωπική διαφορά των 150 ευρώ και μένει κέρδος 50 ευρώ. Η αύξηση που πήρε είναι 200 ευρώ αλλά τα 150 ευρώ ισοφάρισαν την προσωπική διαφορά και τα 50 ευρώ που έμειναν είναι η αύξηση που περνάει στην τσέπη. Αν δεν ψηφιζόταν ο νέος νόμος, ο συνταξιούχος θα έμενε με την ίδια σύνταξη ως το 2028 γιατί τότε θα μηδενιζόταν η προσωπική διαφορά με τις αυξήσεις που θα έπαιρνε από το 2024 και μετά.
Επειδή είναι παλιός συνταξιούχος, ο νόμος λέει ότι θα πάρει την αύξηση σε 5 ετήσιες δόσεις, δηλαδή από 10 ευρώ το χρόνο. Η πρώτη δόση που ήταν να πληρωθεί το 2020 θα δοθεί μαζί με τη δεύτερη για το 2021 και ο συνταξιούχος θα έχει 20 ευρώ αύξηση στη σύνταξη, οπότε από τα 1.300 ευρώ θα πάει στα 1.320. Με την αύξηση θα πάρει αναδρομικά 17 μηνών για την πρώτη δόση, δηλαδή 170 ευρώ. Το 2022 θα πάρει άλλα 10 ευρώ και η σύνταξη θα γίνει 1.330, το 2023 θα πάει στα 1.340 ευρώ και το 2024 στα 1.350 ευρώ.
Παράδειγμα 3: Αύξηση 204 ευρώ στην τσέπη
Συνταξιούχος με 40 χρόνια που συνταξιοδοτήθηκε το 2017 (νέος συνταξιούχος μετά το νόμο Κατρούγκαλου) παίρνει σύνταξη 1.597 ευρώ μικτά.
Ο μισθός υπολογισμού της σύνταξης ήταν 2.835 ευρώ. Η σύνταξη θα επανυπολογιστεί με τον νέο νόμο (νόμος Βρούτση) και το ποσό που προκύπτει με το συντελεστή των 40 ετών είναι 1.801 ευρώ.
Ο συνταξιούχος παίρνει αύξηση κατά 204 ευρώ και πάει όλη στην τσέπη και σε μία δόση, όπως προβλέπει ο Νόμος 4670/2020 για τους νέους συνταξιούχους (από 15/5/2016 και μετά). Η αύξηση θα πιστωθεί από τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, θα πάρει αναδρομικά 17 μηνών με ποσό 3.468 ευρώ.
Αν ο συνταξιούχος παίρνει προσωπική διαφορά (στην περίπτωση που η σύνταξη του Νόμου 4387 είχε μείωση πάνω από 20%), τότε η αύξηση που θα βγει τώρα θα προσαρμοστεί επάνω στο υπάρχον ή στο νέο ποσό προσωπικής διαφοράς και σε κάθε περίπτωση θα έχει κέρδος στην τσέπη.