Άλλη μία «κόκκινη» γραμμή στην διαπραγματευτική «φαρέτρα» της κυβέρνησης έσβησε προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση.
Η υπαναχώρηση όμως σε μία σειρά από ζητήματα στη διαχείριση «κόκκινων» και «πράσινων» δανείων, για τα οποία μόλις προ ημερών το οικονομικό επιτελείο είχε προβλέψει εξαιρέσεις μέσα στο πολυνομοσχέδιο, αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις λαϊκές οικογένειες για τις οποίες “κόπτεται” η κυβέρνηση.
Και αυτό καθώς η τροπολογία που ψηφίστηκε χθες απ’ τους βουλευτές της συγκυβέρνησηςπροβλέπει πλέον την ανάθεση στις εταιρείες – μη τραπεζικά ιδρύματα τη διαχείριση και των μικρών ενυπόθηκων δανείων για α’ κατοικία με αντικειμενική αξία έως 140.000 ευρώ. Κάτι για το οποίο υπήρχε σαφής απαγόρευση στο πολυνομοσχέδιο ως τις 31 Δεκεμβρίου 2017.
Μαζί με αυτά επιτρέπεται η πώληση και των δανείων με εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, τα οποία είχαν εξαιρεθεί και αφορούν ακόμη και δάνεια που έχουν δοθεί σε σεισμόπληκτους ή πυρόπληκτους δανειολήπτες. Ετσι, χωρίς προστασία βρίσκονται πλέον και τα δάνεια που έχουν χορηγηθεί σε χαρακτηριζόμενες ευάλωτες ομάδες (σεισμόπληκτους, πυρόπληκτους και θύματα λοιπών φυσικών καταστροφών).
Εν τω μεταξύ αν και στο κείμενο της τροπολογίας δεν αναφέρεται κάτι σχετικό, ο υπ. Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσε στη Βουλή ότι η κατάπτωση των εγγυήσεων δεν θα προσμετράται στο δημοσιονομικό έλλειμμα και δεν θα ενεργοποιείται ο αυτόματος μηχανισμός διόρθωσης δημοσιονομικών αποκλίσεων, ο περίφημος “κόφτης”.
Και μέσα σε όλα αυτά προβλέπεται η δυνατότητα στα funds να αυξήσουν τις απαιτήσεις τους απ’ τους δανειολήπτες μέσω της -υπό προϋποθέσεις- αύξησης του περιθωρίου -επιπλέον του επιτοκίου αναφοράς- σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα που είχαν καθορισθεί στη δανειακή σύμβαση!
Οι κυριότερες αλλαγές που επήλθαν με την τροπολογία είναι:
* Επιτρέπεται η ανάθεση της διαχείρισης “κόκκινων” και “πράσινων” δανείων σε Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις ακόμη και όσων συνδέονται με υποθήκη ή προσημείωση πρώτης κατοικίας με αντικειμενική αξία κάτω των 140.000 ευρώ. Ουσιαστικά οι συγκεκριμένες εταιρείες θα αναλαμβάνουν την διευθέτηση και είσπραξη απ’ τους δανειολήπτες. Το παραπάνω μάλιστα αφορά δάνεια όλων των κατηγοριών. Ωστόσο συνεχίζεται η απαγόρευση της πώλησης των εν λόγω δανείων έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017.
* Επιτρέπεται η διαχείριση αλλά και η μεταβίβαση σε Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεωναπό Δάνεια και Πιστώσεις όλων των δανείων που έχουν χορηγηθεί ή πρόκειται να χορηγηθούν με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου. Η κυριότερη συνέπεια από την εξέλιξη αυτή είναι ότι τα funds, αποκτώντας “κόκκινα” δάνεια αυτής της κατηγορίας θα στραφούν στον εγγυητή, εν προκειμένω το Δημόσιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις του υπ. Οικονομικών.
* Σε περίπτωση που μεταβιβάζεται εξυπηρετούμενο δάνειο σε εταιρεία και αυτό είχε κυμαινόμενο επιτόκιο θα επιτρέπεται πλέον υπό προϋποθέσεις η αύξηση από την εταιρεία που αγοράζει το δάνειο του περιθωρίου -επιπλέον του επιτοκίου αναφοράς – σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα που είχαν καθορισθεί στη δανειακή σύμβαση από την τράπεζα τη στιγμή της μεταβίβασης. Υπενθυμίζεται ότι στον νόμο που ψηφίστηκε πρόσφατα δεν επιτρεπόταν να συμβεί κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση. Ωστόσο, τώρα δίνεται η δυνατότητα εξαιρέσεων ειδικά για μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια.
* Γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα στις ελληνικές εταιρείες διαχείρισης δανείων και τις αλλοδαπές σε ό,τι αφορά το πιστωτικό ίδρυμα που θα καταβάλλουν το ποσό των 4,5 εκατ. ευρώ ως ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο στην περίπτωση που θέλουν να διευρύνουν τη δραστηριότητά τους και στη δανειοδότηση δανειοληπτών των οποίων τα δάνεια διαχειρίζονται.
Σύμφωνα με την τροπολογία οι ελληνικές εταιρείες οφείλουν να καταβάλουν το ποσό αυτό σε τραπεζικό λογαριασμό ελληνικής τράπεζας, ενώ οι εταιρείες με έδρα σε χώρα – μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) μπορούν να καταβάλλουν το ποσό αυτό σε τραπεζικό λογριασμό τράπεζας που βρίσκεται σε χώρα – μέλος ΕΟΧ.