Το τιμώμενο πρόσωπο της επετειακής, δεκαετούς έκδοσης του «Our World», του ετήσιου περιοδικού που εκδίδεται από την εφημερίδα New Europe που κυκλοφορεί και σε συνεργασία με τους New York Times, είναι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η έκδοση έχει διεθνή χαρακτήρα και σε αυτή μιλούν πάνω από 50 ηγετικά πρόσωπα της διεθνούς πολιτικής σκηνής.
Στο πρωτοσέλιδο του New Europe, η σύγχρονη διεθνής πολιτική κονίστρα μοιάζει με μια ρωμαϊκή αγορά. Τα θεμέλια της οποίας στηρίζονται στις Καρυάτιδες, που αποδεικνύουν την στενή συνάφεια με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό.
Και είναι σε όλους προφανές ότι οι ρίζες του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού εκκινούν στην αρχαία Ελλάδα. Όσο κι αν ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον βγάζει την χώρα του από την ΕΕ αλλά θέλει να διατηρήσει τα οφέλη της κοινής ευρωπαϊκής αγοράς και να κρατήσει -σαν ένας κοινός τυμβωρύχος- στο Βρετανικό Μουσείο τα γλυπτά του Παρθενώνα.
Την ίδια ώρα ο Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν παίζουν ναυμαχία, σε μια εικόνα που δείχνει ότι οι ισχυρές χώρες αντιμετωπίζουν ολόκληρο τον πλανήτη σαν να είναι ιδιοκτησία τους και είναι έτοιμοι να κάνουν τα πάντα για να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τις σφαίρες επιρροής τους.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται στο κέντρο των εξελίξεων και συνομιλεί με την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάινεν.
Η καταιγίδα για την Ελλάδα πέρασε, οι ιδέες για Grexit - τι είχες Γιάνη, τι είχα πάντα;- αποδείχθηκαν φρούδες και η ζωή συνεχίζεται. Με τις φωτιές στην Αυστραλία να απειλούν όχι μόνο τα κοάλα αλλά και ολόκληρο το οικοσύστημα, τα φίδια να θεωρούνται πηγή από την οποία γεννιούνται κοροναϊοί δυνητικά θανατηφόροι για τον παγκόσμιο πληθυσμό.
Τον Ερντογάν να βρίσκεται στο ευρωπαϊκό περιθώριο, αλλά να συζητά ακόμη με τους Ευρωπαίους, αν και βρίσκεται ένα βήμα πριν την έξοδο από την ευρωπαϊκή οικογένεια. Στον αντίποδα ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν προσπαθεί να αναρριχηθεί στην κορυφή της Ευρώπης, σε μια θέση η οποία μέχρι σήμερα ήταν κατειλημμένη από τον(ή την) καγκελάριο της Γερμανίας. Είπαμε, όμως, οι εποχές αλλάζουν και πλέον η Μέρκελ παίρνουν τη θέση της στα δεξιά της ευρωπαϊκής ιστορίας, δίπλα από τις αιώνιες Καρυάτιδες...
Στο άρθρο του ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρεται στην αλλαγή του κλίματος στην Ελλάδα μετά τις εκλογές. «Δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι ήδη καταγράφεται αξιοσημείωτη ανάκαμψη στην οικονομία και ότι η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές με την έκδοση 15ετούς ομολόγου, για πρώτη φορά μετά από δώδεκα χρόνια», αναφέρει ο πρωθυπουργός.
Όπως λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «η Ελλάδα σήμερα δείχνει στην Ευρώπη ότι η επιστροφή της μετριοπάθειας στην πολιτική, δεν είναι απλώς εφικτή, αλλά ιδιαίτερα επωφελής, καθώς θέτει τα θεμέλια του μέλλοντος».
«Η προοδευτική διακυβέρνηση απαιτεί μεταρρυθμιστική ηγεσία», τονίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το άρθρο του Κυριάκου Μητσοτάκη
«Θέτουμε τις βάσεις για το μέλλον μας»
Η προοδευτική διακυβέρνηση απαιτεί μεταρρυθμιστική ηγεσία. Αυτή είναι η πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα η Ευρώπη, και η Ελλάδα είναι αυτή που δείχνει τον δρόμο.
Μετά από μια δεκαετή κρίση που έφερε πόνο και απελπισία, η χώρα μου έχει ανακάμψει ως μια θετική δύναμη γεμάτη προοπτικές και αποτελεί θετικό παράδειγμα για πολλούς. Έχουμε κάνει άλματα προόδου από τότε που η Ελλάδα αντιμετωπιζόταν αποκλειστικά ως πολιτικός κίνδυνος. Όσα συνέβησαν την τελευταία δεκαετία ήταν, από πολλές απόψεις, απόρροια του λαϊκισμού και του πελατειακού συστήματος. Έχοντας αντικρίσει ευθέως την άβυσσο, ο ελληνικός λαός βίωσε την κάθαρση και γύρισε την πλάτη στις ακραίες πολιτικές.
Μολονότι τα αντισυστημικά κόμματα προσπαθούν να αλλοιώσουν τις δημοκρατίες μας, η Ελλάδα αποτελεί τη θετική εξαίρεση στην ΕΕ, καθώς έχει αφήσει πίσω της αυτά τα κόμματα.
Από τον Βορρά ως τον Νότο και από τη Δύση ως την Ανατολή, η ακροδεξιά συνεχίζει την ανοδική της πορεία εντός και εκτός των συνόρων της Ευρώπης.
Ωστόσο, στην Ελλάδα η πορεία αυτή έχει ανακοπεί. Η Χρυσή Αυγή, ένα ακραίο φασιστικό πολιτικό μόρφωμα, βρίσκεται πια εκτός Κοινοβουλίου και έχει επιστρέψει στο 2% που ανέκαθεν συγκέντρωνε η ακροδεξιά στην Ελλάδα, μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974. Αυτή η μεταστροφή είναι μια αχτίδα ελπίδας αλλά και μια εικόνα του τι μέλλει γενέσθαι για τη δημοκρατία στην Ευρώπη.
Υπάρχει μια αισιόδοξη οπτική που προκύπτει από την ελληνική κρίση. Ασφαλώς, η μακρά και επίπονη περίοδος της κρίσης κόστισε χρόνο και χρήμα στον ελληνικό λαό. Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες και τα προβλήματα, οι πολίτες κατάφεραν τελικά να δουν την αλήθεια πίσω από τη ρητορική των δημαγωγών τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς και να υπερβούν την πολιτική του φόβου και του μίσους.
Ενώ κάποτε η Ελλάδα θεωρούνταν για κάποιους παράγοντας ρίσκου, τώρα βλέπουν μια χώρα που αποτελεί παράδειγμα ασφάλειας, λογοδοσίας και ευκαιριών.
Σήμερα έχω το καθήκον και παράλληλα το προνόμιο να είμαι επικεφαλής της πρώτης κυβέρνησης ύστερα από δέκα χρόνια που έχει καθαρή εντολή για μεταρρυθμίσεις και την απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Με αυτή την ώθηση και την εμπιστοσύνη που μας έδειξε ο λαός, ήδη κινούμαστε με πολύ μεγάλη ταχύτητα. Δεν υπάρχει αμφισβήτηση οτι ήδη καταγράφεται αξιοσημείωτη ανάκαμψη στην οικονομία και ότι η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές με την έκδοση 15ετούς ομολόγου, για πρώτη φορά μετά από δώδεκα χρόνια.
Είμαι περήφανος για όσα έχουμε πετύχει, γνωρίζω όμως και πόσο σκληρή δουλειά μας περιμένει ακόμη. Και επίσης δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι τόσο η κοινή γνώμη όσο και η πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου, έχουν ήδη αγκαλιάσει τη νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κυρία Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, την πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτό το αξίωμα στην ιστορία της Ελλάδας.
Πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη ότι οι πολίτες μπορούν να εκτιμήσουν και να ενστερνιστούν τα οφέλη αυτών των ενίοτε δύσκολων πολιτικών αποφάσεων, όπως κι εμείς θα πρέπει να έχουμε πίστη στις δυνάμεις μας και να υποστηρίξουμε αυτές τις δύσκολες αποφάσεις.
Ο χρόνος είναι καίριας σημασίας στην πολιτική και στην ιστορία και εμείς δεν έχουμε καθόλου χρόνο για χάσιμο.
Η Ελλάδα σήμερα δείχνει στην Ευρώπη ότι η επιστροφή της μετριοπάθειας στην πολιτική δεν είναι απλώς εφικτή, αλλά ιδιαίτερα επωφελής, καθώς θέτει τα θεμέλια του μέλλοντος.
Η ΕΕ και συγκεκριμένα η Ευρωζώνη, θα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να επανέλθουν στον δρόμο της ανάπτυξης, διαφορετικά θα βρεθούν αντιμέτωπες με τη στασιμότητα και την παρακμή. Η «πράσινη» ανάπτυξη την οποία επιδιώκουμε είναι μια μορφή οικολογικού νεο-κεϋνσιανισμού.
Καθώς η οικονομία αναπτύσσεται, το ίδιο αυξάνονται οι ευκαιρίες αλλά και το καθήκον για δημόσιες επενδύσεις, προκειμένου να χαράξουμε τη σωστή πορεία. Αυτή τη φορά, οι επενδύσεις πρέπει να κατευθυνθούν προς μια ριζική πράσινη αναδιάρθρωση που θα τονώσει την οικονομία και θα πετύχει τους στόχους για μια ΕΕ με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα έως το 2050.
Για εμάς, η ατζέντα της ΕΕ για την «πράσινη» ανάπτυξη που θα καταπολεμήσει την κλιματική αλλαγή είναι απλή, αλλά ταυτόχρονα πολυδιάστατη. Η Ελλάδα προσυπογράφει πλήρως την ατζέντα της ΕΕ για το Κλίμα, όπως παρουσιάστηκε από την πρόεδρο της Επιτροπής, κυρία Ursula von der Leyen.
Παράλληλα, κάνουμε όλα όσα μπορούμε, επιταχύνοντας τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα, ενώ δεσμευθήκαμε ότι θα διακόψουμε και την ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη έως το 2028, πολύ νωρίτερα από ό,τι προβλεπόταν.
Για να κατανοήσει κανείς τι σημαίνει αυτό, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η Ελλάδα είναι χώρα παραγωγής λιγνίτη. Αυτή την πραγματικότητα θα πρέπει, όμως, να την αφήσουμε πίσω μας -είναι κάτι που ανήκει στο παρελθόν.
Το μέλλον για την Ελλάδα είναι να αποκτήσει ηγετική θέση στην παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας, όχι απλώς για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών αλλά και για τον εφοδιασμό άλλων χωρών.
Η Ευρώπη δείχνει το δρόμο και θα συνεχίσει να μας καθοδηγεί στην πορεία για την πράσινη ανάπτυξη, η οποία αντανακλά τις προοπτικές μας και είναι η δέσμευσή μας για το μέλλον. Όμως, το 2020 είναι και μια χρονιά με ακόμη περισσότερες προκλήσεις: το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, η εύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ των θεμελιωδών πολιτικών γεωργίας και συνοχής της ΕΕ, η αντιμετώπιση των αυξανόμενων προκλήσεων της μετανάστευσης, της εκπαίδευσης, της έρευνας και της ενεργειακής μετάβασης, η διεύρυνση της ΕΕ στα δυτικά Βαλκάνια, και ασφαλώς η νέα σχέση της ΕΕ με το Ηνωμένο Βασίλειο. Είμαι βέβαιος ότι ο Charles Michel, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θα αντιμετωπίσει προσεκτικά και με συνέπεια αυτές τις σύνθετες προκλήσεις. Ταυτόχρονα, καθώς οι ΗΠΑ απομακρύνονται από την Κίνα και εξακολουθεί να επικρατεί αστάθεια στη Μέση Ανατολή, πιστεύω ότι η ΕΕ θα πρέπει να καταλάβει έναν ευρύτερο χώρο στην εξωτερική της πολιτική, ενώ ευελπιστώ ότι ο Josep Borrell θα αναλάβει μεγαλύτερο και πιο ενεργό ρόλο με την ιδιότητα του Ύπατου Εκπροσώπου.
Είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν. Το να ξέρουμε που θέλουμε να πάμε δεν σημαίνει ότι έχουμε ήδη φτάσει, ο δρόμος θα είναι μακρύς και δεν θα πρέπει να υποτιμούμε τις αυξανόμενες πολυπλοκότητες που καθιστούν τον σημερινό κόσμο εξαιρετικά απρόβλεπτο.
Ο μόνος τρόπος για να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον είναι να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του σήμερα. Πιστεύω ακράδαντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είναι η κιβωτός που μπορεί να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας.