Μία ημέρα νωρίτερα από τη συνάντηση με τους εκπροσώπους του Φαναρίου δόθηκε στην επιτροπή διαλόγου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου το σχέδιο υλοποίησης της Συμφωνίας της Εκκλησίας με την Πολιτεία.
Στο υπουργείο Παιδείας πραγματοποιήθηκε η δεύτερη συνάντηση της επιτροπής διαλόγου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος για την κατάρτιση Συμφωνίας μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας.
Συγκεκριμένα, το σχέδιο προβλέπει την κατάρτιση νομοσχεδίου, το οποίο θα αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος θα κυρώνεται αυτούσιο το κείμενο της Συμφωνίας Πολιτείας - Εκκλησίας όπως τελικά θα διαμορφωθεί μετά την ολοκλήρωση του διαλόγου.
Τα υπόλοιπα δύο μέρη θα περιέχουν εφαρμοστικές διατάξεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας ως προς τα δύο βασικά σκέλη της, τη μισθοδοσία των κληρικών και λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος και την ίδρυση και λειτουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Ειδικά ως προς τη μισθοδοσία του κλήρου, προβλέπεται η ίδρυση Ταμείου Μισθοδοσίας τηςΕκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο θα καταβάλλεται ετησίως από το κράτος, σε αναγνώριση υποχρέωσης που θα απορρέει από κυρωθείσα με νόμο Συμφωνία,η δαπάνη μισθοδοσίας του αριθμού των σήμερα μισθοδοτούμενων κληρικών.
Η ίδρυση του Ταμείου ουσιαστικά ισοδυναμεί, όπως είχε εξαγγείλει η κυβέρνηση, με την «απελευθέρωση» 10.000 θέσεων δημοσίων υπαλλήλων.
Συγκεκριμένα, στο σχέδιο σημειώνεται ότι «κυκλοφόρησε ευρέως στο δημόσιο διάλογο ότι οι κληρικοί είναι «δημόσιοι υπάλληλοι» – κάτι ανακριβές.
Όπως παγίως έχει κρίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας (αποφάσεις ΣτΕ 507/1983, 4548/1995, 3120/2002 κ.ά.), οι κληρικοί δεν υπάγονται ευθέως στις διατάξεις του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, αλλά μόνο στο μέτρο που ειδική διάταξη νόμου παραπέμπει σ’ αυτές» και προστίθεται ότι: «Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι με την προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση η μισθοδοσία των κληρικών θα εξακολουθήσει να διενεργείται μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό πως συνιστά ανακρίβεια και παραπληροφόρηση η άποψη πως η ένταξη των κληρικών στο Μητρώο Μισθοδοτούμενων του Ελληνικού Δημοσίου ή η καταβολή της μισθοδοσίας 7 τους μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής συνδέονται, δήθεν, με τη διασφάλιση υπηρεσιακών, εργασιακών ή άλλων δικαιωμάτων τους».
Ακόμη, προβλέπεται η προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση όχι μόνο δεν θίγει το υφιστάμενο καθεστώς, αλλά αντιθέτως το βελτιώνει ουσιωδώς, καθώς η νομική θέση και τα δικαιώματα (υπηρεσιακά, μισθολογικά, ασφαλιστικά, συνταξιοδοτικά κ.ά.) των κληρικών για πρώτη φορά κατοχυρώνονται με τις θεσμικές εγγυήσεις που παρέχει η κύρωση διμερούς συμφωνίας.
Αναλυτικότερα, η μισθοδοσία των κληρικών θωρακίζεται ακόμα περισσότερο σε σχέση με το υφιστάμενο καθεστώς, καθότι:
- Ιδρύεται Ταμείο Μισθοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο θα καταβάλλεται ετησίως από το κράτος, σε αναγνώριση υποχρέωσης που θα απορρέει από κυρωθείσα με νόμο Συμφωνία, η δαπάνη μισθοδοσίας του αριθμού των σήμερα μισθοδοτούμενων κληρικών. Τα σχετικά ποσά δεσμεύονται, υπό τον αυστηρό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ αποκλειστικότητα για τη μισθοδοσία του κλήρου, η οποία θα ενεργείται δια της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής.
- Όπως έχει ήδη νομοθετηθεί, συνιστάται Μητρώο Κληρικών και Λαϊκών Υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο εγγράφεται το σύνολο όσων μισθοδοτούνται με πόρους του Ταμείου Μισθοδοσίας και υπέρ των οποίων κατοχυρώνονται όλα τα δικαιώματα που σήμερα απολαμβάνουν οι κληρικοί (υπαγωγή στο ενιαίο μισθολόγιο, καταβολή μισθού από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής κλπ.).
- Το σημαντικότερο είναι ότι, για πρώτη φορά, όλα τα παραπάνω κατοχυρώνονται με τρόπο που δεν επιτρέπει τη μονομερή ανατροπή τους από την Πολιτεία. Με το υφιστάμενο καθεστώς, τόσο η μισθοδοσία όσο και το υπηρεσιακό καθεστώς και τα δικαιώματα των κληρικών βρίσκονται σε επισφάλεια, καθόσον έχουν παραχωρηθεί με κοινό νόμο, δηλαδή επαφίενται μονομερώς στη βούληση της Πολιτείας, και ανά πάσα στιγμή μπορούν να μεταβληθούν προς το δυσμενέστερο με νεότερο νόμο. Η ξεχωριστή σημασία του προτεινόμενου σχεδίου έγκειται στο ότι προβλέπει την κύρωση της Συμφωνίας με νόμο, με συνέπεια τα συμφωνηθέντα και κυρωθέντα με νόμο να μην είναι πλέον δυνατόν να τροποποιηθούν στο μέλλον μονομερώς, με νόμο του κράτους. Οποιαδήποτε μεταβολή μόνο με νεότερη τροποποιητική συμφωνία των δύο μερών θα είναι δυνατή.
Από τη Συμφωνία και την προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση:
- Παραμένει αμετάβλητο και δεν θίγεται το υπηρεσιακό καθεστώς και η μονιμότητα, όπως ισχύει σήμερα, των κληρικών ως θρησκευτικών λειτουργών και υπαλλήλων ν.π.δ.δ.
- Παραμένει αμετάβλητο και δεν θίγεται το ύψος των αποδοχών των κληρικών, το οποίο εξακολουθεί να καθορίζεται από το ενιαίο μισθολόγιο όπως εκάστοτε ισχύει και ακολουθεί τις αυξήσεις των δημοσίων υπαλλήλων.
- Παραμένει αμετάβλητος και δεν θίγεται ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής των αποδοχών των κληρικών, η οποία θα εξακολουθήσει να ενεργείται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής.
Τέλος, με το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας προκύπτουν σημαντικά οικονομικά οφέλη, τόσο για το Δημόσιο όσο και για την Εκκλησία της Ελλάδος, από την αξιοποίηση περιουσίας διαμφισβητούμενης και, άρα, μέχρι σήμερα αδρανούς και λιμνάζουσας.