«Άνθρακες» αποδείχθηκαν οι αυξήσεις ΦΠΑ και η κατάργηση της έκπτωσης φόρου στα νησιά. Νέα έκθεση της Κομισιόν εκτιμά ότι το 2014 το δημόσιο έχανε 4,290 δισ. το χρόνο από ΦΠΑ, αλλά μετά τις αυξήσεις που επεβλήθησαν, το 2015 έχανε... 5,079 δισ. ευρώ, αναφέρει το newmoney!
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, το 2014 το δημόσιο έχανε το 25% του ΦΠΑ, αλλά το 2015 οι απώλειες αυξηθηκαν σε 28%. Και αυτό γιατί, παρότι αυξήθηκαν οι συντελεστές και καταργήθηκε η έκπτωση 30% σε πέντε νησιά, τα κρατικά έσοδα από ΦΠΑ αυξήθηκαν μόλις 200 εκατ. ευρώ (από 12,676 δισ. το 2014 σε 12,885 δισ. ευρώ το 2015).
Εκείνο που παραβλέπουν ίσως όμως οι συντάκτες της έκθεσης, είναι το ενδεχόμενο τα «διαφυγόντα έσοδα» του δημοσίου να μην οφείλονται στις φοροελαφρύνσεις ή στην φοροδιαφυγή αλλά, πλέον, στην αδυναμία πληρωμής των φόρων και τη μείωση της κατανάλωσης από τους Έλληνες που έχουν γονατίσει από τους φόρους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πουθενά στις 72 σελίδες της έκθεσης δεν γίνεται μνεία του γεγονότος ότι το καλοκαίρι του 2015 επιβλήθηκαν capital controls, «απαγορεύτηκαν» τα μετρητά και οι συναλλαγές γίνονται κατά κόρον με κάρτες και μέσω τραπεζών. με άλλα λόγια, το κράτος ελέγχει ηλεκτρονικά όσο σε καμία άλλη χώρα ίσως της Ευρώπης τις χρηματικές συναλλαγές.
Πέραν τούτου, η Έκθεση παραβλέπει ότι ενώ το 2015 καταγράφηκε ύφεση, τα συνολικά έσοδα από ΦΠΑ στις συναλλαγές αυξήθηκαν –έστω και κατά 200 εκατ. ευρώ- έναντι του 2014, αντί για περίπου 1 δισ. που ήταν ο στόχος τότε που η κυβέρνηση λάμβανε τα μέτρα.
Προφανώς οι συντάκτες είχαν κατά νου ότι αν καταργηθεί η έκπτωση 30% στα νησιά και όλες οι άλλες εξαιρέσεις, το κράτος θα εξοικονομούσε έως 4,290 δισ. που υπολόγιζε το 2014. Άρα θεωρούν ότι και μετά την κατάργηση της έκπτωσης στα πιο τουριστικά νησιά (Μύκονος, Σαντορίνη κλπ) η φοροδιαφυγή ήταν τόσο μεγάλη (με τα μετρητά) ώστε υπολογίζουν πως οι απώλειες διευρύνθηκαν αντί να μειωθούν.
Με βάση αυτά τα στοιχεία πάντως, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση πίσω από τη Ρουμανία και τη Σλοβακία. Το 2011 πάντως οι απώλειες από ΦΠΑ υπολογίζονταν στα 7,656 δισ ευρώ.