Θα ήταν μεγάλη έπαρση εάν, αυθαίρετα, υποστηρίζαμε ότι η Ελλάδα είναι η κοιτίδα και το λίκνο ενός λαμπρού πολιτισμού, ο οποίος μεταλαμπαδεύτηκε σε όλη την οικουμένη, ενώ ακόμα και σήμερα επηρεάζει και ποδηγετεί σε μεγάλο βαθμό, τις επιστήμες, τις τέχνες και γενικά τις εξελίξεις στην παγκόσμια διανόηση.
Του Γιάννη Μιχαήλ
Τις διαπιστώσεις αυτές δεν τις κάνει μια ταπεινή γραφίδα, γιατί έχουν δημοσιευθεί άπειρα κείμενα σε όλες, σχεδόν, τις χώρες του κόσμου από εξέχοντες συγγραφείς, διανοούμενους και επιστήμονες, οι οποίοι εξήραν το πνεύμα του ελληνικού πολιτισμού, σύμφωνα με το οποίο μπολιάστηκε η ανθρωπότητα και επηρέασε την πορεία του ανθρώπου, προκειμένου να κατανοήσει τον κόσμο που τον περιβάλλει.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε στο γεγονός ότι εκατομμύρια ξένοι επισκέπτες που ήρθαν στην Ελλάδα, θαύμασαν σε όλη την επικράτεια, τα αξεπέραστα μνημεία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και κατανόησαν ότι στην χώρα μας, μπορεί κανείς, από οπουδήποτε αλλού να νιώσει κανείς την σημασία της συνύπαρξης των πολιτισμών.
Όλα όσα αναφέραμε είναι η θετική όψη του φεγγαριού. Γιατί υπάρχει και η σκοτεινή πλευρά, αυτήν που βίωσαν οι προπάτορές μας, αλλά και εκείνων που βιώνουμε οι νεοέλληνες.
Ο Νίκος Καζαντζάκης, σε μια συνέντευξή του στη Γαλλική Ραδιοφωνία, το 1955, έλεγε προφητικά: «Όσο μακριά είμαστε από την πατρίδα μας, τόσο περισσότερο την σκεφτόμαστε και την αγαπάμε. Όταν βρίσκομαι στην Ελλάδα, βλέπω τις μικρότητες, τις ίντριγκες, τις ανοησίες, την ανεπάρκεια των αρχηγών, την μιζέρια του λαού. Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω από διαδοχικά θαύματα».
Τα λόγια αυτά, είναι μια καθημερινή φωτογραφία, η οποία αποτυπώνει την ωμή πραγματικότητα. Ιδιαίτερα, μάλιστα, οι αντιθέσεις στην κοινωνία έχουν ενταθεί, ενώ υπάρχει μια σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης, η οποία ποδηγετείται από πολιτικές παρατάξεις- ιδιαίτερα της αριστεράς- και ασπάζεται τον ανορθολογισμό και την συνωμοσιολογία.
Ένα μόνο παράδειγμα επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ανάμεσα στις διακηρύξεις του, πριν αναλάβει την εξουσία, είχε πει κατηγορηματικά, ότι η χώρα μας θα αλλάξει και θα γίνει σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Μεταξύ των αλλαγών, προανήγγειλε και τις σοβαρές τομές στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τα οποία βρίσκονται εδώ και πάρα πολλά χρόνια, βουτηγμένα μέσα σε ένα τέλμα που δεν αρμόζει σε δημόσια εκπαιδευτικά Ιδρύματα.
Όχι μόνον οι φοιτητές ή οι διδάσκοντες, αλλά και η κοινωνία έχει διαπιστώσει την παρακμιακή και απαράδεκτη κατάσταση που υπάρχει στα Πανεπιστήμια, τα οποία βρίσκονται στο έλεος ακραίων φοιτητικών στοιχείων και πολλές φορές σε εξωπανεπιστημιακά μορφώματα αγνώστου ταυτότητας, τα οποία τραμπουκίζουν καθηγητές και φοιτητές, επιβάλλοντας τον νόμο της ζούγκλας. Τι έκανε η κυβέρνηση; Τίποτε παραπάνω από όσα επικρατούν σε όλα τα Πανεπιστήμια της Οικουμένης τα οποία προσομοιάζουν με πολιτιστικά ιδρύματα.
Η πρώτη απόφαση αφορά την φύλαξη των Πανεπιστημίων. Και η δεύτερη την παραχώρηση κάρτας σε κάθε φοιτητή, ώστε να μπαίνει από την πόρτα με τον προσωπικό κωδικό. Η αντίδραση από μια ανερμάτιστη μειοψηφία, προφανώς γίνεται για λόγους ιδιοτέλειας, προκειμένου να διατηρηθεί το «αιώνιο» μπάχαλο. Ξεχνούν, όμως, οι αντιρρησίες, ότι τις σπουδές τους, πληρώνουν όλοι οι Έλληνες, οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειοψηφία, επιθυμούν άψογη λειτουργία των Πανεπιστημίων.
Αυτό άλλωστε επιτάσσουν η ορθή λογική, ο πολιτισμός και οι παραδόσεις της χώρας μας. Από τα Πανεπιστήμια αποφοίτησαν χιλιάδες διαπρεπείς επιστήμονες. Οι νέοι φοιτητές από αυτούς θα πρέπει να παραδειγματίζονται σήμερα και πάντα. Οι σχολές δεν είναι πεδία σύγκρουσης, αλλά κυψέλες παραγωγής επιστημόνων. Γιατί μέσα από το ΑΕΙ διακινούνται οι ιδέες και αυτές δεν φιμώνονται.