Η Γκρέις Ντβόρνικ έχει συνηθίσει να μαγειρεύει σε στενούς χώρους. Από την ηλικία των 20 ετών, εργαζόταν σε σούπερ γιοτ στην Καραϊβική, τις Μπαχάμες και τις ΗΠΑ, δημιουργώντας γεύματα για το 1% και τελειοποιώντας την τέχνη της μαγειρικής πέντε αστέρων στις πιο μικρές κουζίνες μαγειρικής.
Και ενώ ο χώρος εργασίας της μπορεί να είναι μικρός – και η δουλειά της άκρως απαιτητική – όταν βρίσκει λίγο χρόνο, ανεβαίνει στο κατάστρωμα και… μαγεύεται αντικρίζοντας τα γαλαζοπράσινα νερά και τον ήλιο. Η Ντβόρνικ λατρεύει τη μαγειρική, τα ταξίδια, την περιπέτεια και κυρίως, τη δουλειά της.
«Είναι πραγματικά διασκεδαστικό», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Πρόκειται για μια σπουδαία καριέρα», προσθέτει. Ασχολήθηκε με το yachting, αμέσως μόλις, αποφοίτησε από το κολέγιο με πτυχίο θεάτρου και ζωγραφικής το 2015. «Απλώς έψαχνα για μια περιπέτεια, κάτι διαφορετικό να κάνω – ειδικά για εκείνο το καλοκαίρι που αποφοίτησα – και αυθόρμητα έκανα αίτηση για δουλειά», αποκαλύπτει η ίδια μιλώντας στο CNN.
Σε εκείνο το πρώτο σκάφος, η Ντβόρνικ δούλευε κυρίως ως skipper. Αλλά όταν δεν σκούπιζε το κατάστρωμα ή βοηθούσε στις λειτουργίες του σκάφους, βρισκόταν στο μαγειρείο δουλεύοντας ως βοηθός σεφ. Το σκάφος ήταν ένα ξύλινο ιστιοφόρο που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1870 και η μικροσκοπική γαλέρα είχε μόνο μια ξυλόσομπα. Αλλά η Ντβόρνικ παρατήρησε ότι, για τον σεφ του σκάφους, αυτοί οι περιορισμοί ήταν απλώς ευκαιρίες για δημιουργικότητα.
Κατά τη διάρκεια εκείνου του καλοκαιριού, η Ντβόρνικ ερωτεύτηκε τη ζωή πάνω στα γιοτ. Όταν έληξε το συμβόλαιό της, έκανε αίτηση να εργαστεί σε άλλο ιστιοφόρο εξερευνώντας τη βιομηχανία του γιοτ – της κίνησε το ενδιαφέρον η υπόσχεση καλής αμοιβής και η ευκαιρία να δει τον κόσμο.
«Μου άρεσε η ιστιοπλοΐα και ήθελα να έχω περισσότερες ευκαιρίες για ταξίδια, ενώ μπορώ να βάλω περισσότερα χρήματα σε αποταμιεύσεις», λέει. Ωστόσο, η Ντβόρνικ δεν ήταν σίγουρη αν θα την προσλάμβαναν σε γιοτ – είχε μηδενική εμπειρία σε τέτοια σκάφη. Της άρεσε επίσης η ιδέα να εργαστεί ως σεφ, αλλά δεν είχε επίσημη εκπαίδευση, ούτε κάποια προϋπηρεσία.
Παρόλα αυτά, την προσέλαβαν και όσο περισσότερο δούλευε στη βιομηχανία του yachting, τόσο έχτιζε την φήμη της. «Έτσι, οι καπετάνιοι ή το πλήρωμα θα με συνιστούσαν σε πελάτες, οι πελάτες θα με συνιστούσαν στους φίλους τους. Με προσέλαβαν αμέσως ως σεφ σε έναν υπερπολυτελές γιοτ», εξομολογείται.
Το βάπτισμα του πυρός
Η Ντβόρνικ προγραμμάτισε γεύματα όσο μπορούσε ποντάροντας ωστόσο, και στον αυθορμητισμό και τη δημιουργικότητά της. Στηρίχθηκε και στο πτυχίο της στο θέατρο, υποδυόμενη «τον χαρακτήρα του σεφ» όταν χρειαζόταν. Η Ντβόρνικ λέει ότι ακόμη και σήμερα, η υποκριτική της εκπαίδευση είναι το «μεγαλύτερο πλεονέκτημά της» – και αστειεύεται. Έκτοτε, η νεαρή έχει εκπαιδευτεί πάνω στην τέχνη της μαγειρικής. Αποφοίτησε από την Ακαδημία Αρχιμαγείρων Ashburton του Ηνωμένου Βασιλείου και στη Σχολή Αρχιμαγείρων του George Brown College στο Τορόντο του Καναδά.
Δεν έχει δουλέψει ποτέ σε εστιατόριο, αλλά έχει μαγειρέψει στη στεριά – σε πολλά ιδιωτικά κτήματα, συμπεριλαμβανομένων των αγροκτημάτων βοοειδών του Ουαϊόμινγκ. Έχει επίσης προσφερθεί εθελοντικά σε έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό ψυχικής υγείας που ονομάζεται Ίδρυμα Jae.
Πιο πρόσφατα στράφηκε στην ιδιωτική αεροπορία. Η προετοιμασία γευμάτων σε ιδιωτικά τζετ ισοδυναμεί με έναν ακόμη μικρότερο χώρο και ένα ακόμα πιο συμπιεσμένο περιβάλλον – συχνά οι πελάτες της βρίσκονται στον αέρα μόνο για δύο ώρες, αλλά θέλουν να δειπνήσουν με στυλ για όλη τη διάρκεια.
«Οι αλλεργίες είναι το πιο σημαντικό πράγμα, φυσικά, και μετά θα ακολουθούσαν διατροφικοί περιορισμοί ή ορισμένες δίαιτες», τονίζει. «Έχω φιλοξενήσει τους περισσότερους τύπους δίαιτας – κέτο, παλαιό, χωρίς γλουτένη, χωρίς γαλακτοκομικά».
Η Ντβόρνικ φρόντιζε επίσης τα κατοικίδια και τα παιδιά των πελατών, ορισμένοι από τους οποίους τρώνε την ίδια υψηλή κουζίνα με τους γονείς – ιδιοκτήτες τους. Κάθε επισκέπτης του γιοτ είναι διαφορετικός και η Ντβόρνικ γίνεται ικανή να προσαρμόζει όχι μόνο τη μαγειρική της, αλλά και το στυλ εργασίας της και τη συμπεριφορά της στο πλοίο.
«Θα υπάρχουν μερικοί πελάτες σε ένα γιοτ που αλληλεπιδρούν με το πλήρωμα όλη την ώρα, και είναι πολύ χαλαροί και δεν τους νοιάζει αν το τραπέζι έχει διακοσμητικά, και ίσως έρθουν στο μαγειρείο και κάνουν παρέα. Μιλάμε συνέχεια», αναφέρει η Ντβόρνικ. «Αλλά μερικές φορές έχετε άτομα που είναι πιο σοβαρά και απόμακρα», αποκαλύπτει.
Οι πελάτες της Ντβόρνικ είναι άτομα εξαιρετικά υψηλής καθαρής αξίας όπως «καινοτόμοι στην τεχνολογία, πρώην πολιτικοί των ΗΠΑ, ιδιοκτήτες επαγγελματικών αθλητικών ομάδων, ιδιοκτήτες γνωστών εμπορικών σημάτων lifestyle και επιχειρηματίες της Μέσης Ανατολής».
«Είμαι τόσο ευγνώμων για την καριέρα μου και που μπόρεσα να κάνω καριέρα χάρη στην αγάπη μου για τα ταξίδια και τη μαγειρική», δηλώνει. «Υπήρξε πολύ σκληρή δουλειά αλλά και η εκμάθηση νέων δεξιοτήτων και η παρακολούθηση των γαστρονομικών τάσεων και του τι συμβαίνει στον κόσμο των τροφίμων. Είναι μια πραγματικά υπέροχη δουλειά», καταλήγει.