Η αμερικανική οικονομία επωφελήθηκε λόγω τύχης τα τρία πρώτα χρόνια της προεδρίας του, τώρα όμως η καλοτυχία αυτή τελείωσε…
Ο Ντόναλντ Τραμπ ούτε μεταμόρφωσε την οικονομία, ούτε βοήθησε τους υποστηρικτές του που ήταν στους μη προνομιούχους και είναι ηλίου φαεινότερο ότι κανένας πρόεδρος δεν πιστώνεται για την καλοτυχία που είχε κατά τη διάρκεια της θητείας του, χωρίς να παίρνει μέρος της ευθύνης και σε περιόδους κακοτυχίας, αναφέρει το newmoney.
Όπως σχολιάζει άρθρο του Ρεξ Νάτινγκ στο MarketWatch, που δημοσιεύεται λίγες ώρες πριν το ντιμπέιτ του Αμερικανού προέδρου με τον Δημοκρατικό υποψήφιο, Τζο Μπάιντεν, ο Τραμπ είχε την καταπληκτική τύχη να αναλάβει καθήκοντα κατά τη διάρκεια μιας περιόδου μεγάλης οικονομικής σταθερότητας.
Η αύξηση των θέσεων εργασίας ήταν ισχυρή, η ενίσχυση του ΑΕΠ ήταν πάνω από το αναμενόμενο και ο πληθωρισμός ήταν χαμηλός. Η καλή του τύχη κράτησε για μια τριετία. Η οικονομία ήταν σε καλή, όχι όμως σε εξαιρετική κατάσταση, όπως θα δούμε παρακάτω.
Τότε τον χτύπησε η κακοτυχία, δηλαδή η πανδημία του κορωνοϊού. Ο Τραμπ ήρθε αντιμέτωπος με το πρώτο πραγματικό κρας τεστ της ηγεσίας του και απέτυχε, όπως γράφει το άρθρο.
Η αντίδραση των ΗΠΑ στον κορωνοϊό ήταν από τις χειρότερες στον κόσμο. Δεκάδες χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της άρνησης Τραμπ να αποδεχτεί ότι ο κόσμος είναι αντιμέτωπος με τη χειρότερη υγειονομική απειλή των τελευταίων 10ετιών.
Καμιά από τις πολιτικές του Τραμπ δεν μεταμόρφωσε την αμερικανική οικονομία με μακροπρόθεσμο τρόπο. Η φορολογική μείωση έδωσε μια σύντομη μόνον ανάσα στην οικονομία και οι εμπορικοί πόλεμοι που κήρυξε αποδείχθηκαν ουσιαστικά μια τρύπα στο νερό.
Η οικονομία είναι αυτή τη στιγμή σε τραγική κατάσταση, αλλά ο Τραμπ αρνείται να το αναγνωρίσει. Ο ίδιος και οι υποστηρικτές του διαλαλούν τη δημιουργία 10,6 εκατ. θέσεων εργασίας από τον Μάιο, αγνοούν όμως ότι 20,5 εκατ. άτομα που θέλουν να δουλέψουν δεν μπορούν, τα 7,5 εκατ. που εργάζονται με μερική απασχόληση και το 1,4 εκατ. που κάνουν αίτηση για επίδομα ανεργίας κάθε εβδομάδα.
Και οι πανηγυρισμοί του Τραμπ σύντομα θα γίνουν ακόμα ηχηρότεροι, καθώς στις 29 Οκτωβρίου (μόλις 3 ημέρες πριν τις προεδρικές εκλογές) αναμένεται να πιστώσει στον εαυτό του το τεράστιο ριμπάουντ του αμερικανικού ΑΕΠ κατά το γ’ τρίμηνο σε τριμηνιαία βάση.
Δεν πρόκειται, ωστόσο, να αναφέρει ότι το ΑΕΠ είναι ακόμα πολύ κάτω από αυτό που ήταν στις αρχές του έτους, πριν τον κορωνοϊό ή τα τεράστια τμήματα της οικονομίας – μεταξύ τους ακόμα και οι δικές του επιχειρήσεις – που δεν θα ανακάμψουν ποτέ από το πλήγμα που δέχθηκαν.
Όπως συνέβαινε επί σειρά δεκαετιών, εκείνοι που έχουν πλούτη, μόρφωση ή είναι προνομιούχοι τα πάνε σε γενικές γραμμές καλά. Ε κάποιες εξαιρέσεις, η πανδημία προκάλεσε μια αναστάτωση αλλά δεν ήταν και καταστροφή.
Για εκατομμύρια Αμερικανούς όμως ήταν.
Η ανάκαμψη δεν έχει σχήμα V ή L, αλλά σχήμα K. Με τους μισούς να τα πηγαίνουν καλά και τους άλλους μισούς να καταστρέφονται.
Η χρηματαγορά έχει φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ ενώ εκατομμύρια άνθρωποι είναι άνεργοι με ελάχιστες προοπτικές για το μέλλον. Οι πωλήσεις σπιτιών αυξάνονται ραγδαία, εκατομμύρια ενοικιαστές δεν μπορούν να πληρώσουν τα νοίκια τους ή το καθημερινό τους φαγητό. Αλλοι έχασαν την ασφάλισή τους εν μέσω της υγειονομικής κρίσης.
Για το 50% των Αμερικανών η οικονομία είναι σε τραγική κατάσταση και σε αυτούς η κυβέρνηση γυρνά την πλάτη, γράφει το άρθρο, γιατί δεν θέλει να παραδεχτεί ότι ο Τραμπ είπε ψέματα για το πώς θα εξαφανιστεί έτσι απλά ο κορωνοϊός.
Τι κάνει μια οικονομία «σπουδαία»
Μια σπουδαία οικονομία πρέπει να αποδίδει αποτελέσματα για τους πάντες. Δεν αρκεί που οι δισεκατομμυριούχοι είναι τώρα πλουσιότεροι από ποτέ.
Η σπουδαία οικονομία κρατά ασφαλείς τους ανθρώπους από αρρώστιες, βία και ακραία φτώχεια. Δίνει μια αίσθηση ότι υπάρχει ασφάλεια και ευκαιρίες, πρόσβαση στην καλή εκπαίδευση και το σύστημα υγείας. Με αυτά τα δεδομένα, η αμερικανική οικονομία δεν είναι ούτε κοντά στο να είναι η καλύτερη, καθώς οι ΗΠΑ έπεσαν στην 28η θέση στην παγκόσμια κατάταξη αναφορικά με αυτούς τους δείκτες.
Η μεγαλύτερη οικονομία στην ιστορία θα ήταν γενναιόδωρη με αυτούς που κάνουν τη δουλειά, όχι μόνο με εκείνους που παρέχουν το κεφάλαιο. Δεν θα άφηνε το 1% των νοικοκυριών (περίπου τρία εκατομμύρια άτομα) να διεκδικήσουν το ένα τρίτο του πλούτου του έθνους, που αντιστοιχεί σε μεγαλύτερο πλούτο από αυτόν που μοιράζονται 200 εκατομμύρια Αμερικανοί της εργατικής τάξης και μεσαίας τάξης.
Η μεγαλύτερη οικονομία στην ιστορία δεν θα απαιτούσε την υποστήριξη τεράστιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και εξαιρετικά χαμηλών πραγματικών επιτοκίων.
Η μεγαλύτερη οικονομία στην ιστορία δεν θα κρίνεται από το χρηματιστήριο του οποίου τα κέρδη συγκεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στο πλουσιότερο 10% των οικογενειών και που αντιστοιχούν σε μεγάλο βαθμό στην αξία μόλις έξι εταιρειών: των Facebook, Apple, Amazon, Google, Microsoft και Netflix – που απασχολούν σχετικά λίγους εργαζόμενους.
Μια σπουδαία οικονομία δεν θα είχε στάσιμους μισθούς σχεδόν από το 1973 ούτε θα θεωρούσε τους ανθρώπους που οδηγούν πχ για την Uber «επιχειρηματίες», όταν ουσιαστικά δεν έχουν καμιά ελπίδα να χτίσουν το μέλλον τους με τα 10 δολάρια που καθαρίζουν την ώρα.
Ο Τραμπ τα γνώριζε όλα αυτά το 2016. Διαισθάνθηκε ότι η οικονομική ανάκαμψη υπό τον Μπαράκ Ομπάμα ήταν ελλιπής, ότι πολλοί Αμερικανοί ήταν δυσαρεστημένοι με την οικονομία και τις δικές τους προοπτικές.
Ο Τραμπ υποσχέθηκε να τα διορθώσει όλα. Στην πραγματικότητα, είπε ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να το διορθώσει. Δεν το έκανε. Πιστεύει όμως ότι αν επαναλαμβάνει αρκετά συχνά αυτό το ψέμα, οι υποστηρικτές του θα πιστέψουν ότι το έκανε.
Οι αποτυχίες του Τραμπ
Η πρώτη θητεία Τραμπ θα μείνει γνωστή για τους εμπορικούς πολέμους που κήρυξε και τη μαζική φορολογική ελάφρυνση για επιχειρήσεις και πλούσιους.
Υποσχέθηκε να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα. Δεν το μείωσε. Ο εμπορικός πόλεμος ήταν μια καταστροφή που δεν οδήγησε παρά στην εξασθένηση οικονομιών καθώς συρρικνώθηκαν οι παγκόσμιες εμπορικές συναλλαγές, επισης οδήγησε σε μεγάλη αύξηση φόρου για Αμερικανούς καταναλωτές και παραγωγούς. Λίγες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν, παρά την υπόσχεσή του να «επαναφέρει όλες τις θέσεις εργασίας».
Υποσχέθηκε ότι η μείωση φόρου θα επιβάρυνε υπερβολικά τις επιχειρηματικές επενδύσεις στις ΗΠΑ.
Και η μείωση του φόρου; Δεν μεταμόρφωσε την οικονομία δίνοντας στις αμερικανικές εταιρείες ισχυρά κίνητρα να επενδύσουν στην Αμερική. Αντίθετα η μείωση φόρων έδωσε ώθηση στην κατανάλωση όχι στις επενδύσεις. Αυτή η κατανάλωση δημιούργησε μερικές επιπλέον θέσεις εργασίας, αλλά η αύξηση της απασχόλησης επιβραδύνθηκε και πάλι καθώς φθίνουν τα προγράμματα στήριξης της οικονομίας, αναγκάζοντας την Fed να μειώσει ξανά τα επιτόκια.
Η μείωση του ποσοστού ανεργίας στο 3,5% δεν ήταν επίτευγμα του Τραμπ ή του Ομπάμα – ήταν το έργο της Fed, των Μπερνάνκε, Γέλεν και Πάουελ.
Όπως όμως έλεγε ο Ρόναλντ Ρίγκαν, εμβληματικός εκπρόσωπος της νεοφιλελεύθερης/νεοσυντηρητικής πολιτικής «δεν υπάρχει όριο στο πόσο καλό μπορεί να κάνει κανείς, αν δεν τον νοιάζει ποιος θα εισπράξει τα εύσημα γι’ αυτό»
Ο Τραμπ χρειάζεται απεγνωσμένα να πάρει τα εύσημα για την οικονομία και γι’ αυτό μιλά συνεχώς για μια σπουδαία οικονομία, ώστε να ξεχνά ο ψηφοφόρος τις αποτυχίες του στην διαχείριση του κορωνοϊού, στην ανεργία, στη μετοχοποίηση εκατ. Αμερικανών. Κια για να ξεχάσουν ότι θα χρειαστεί κάτι περισσότερο από τύχη για να χτιστεί εκ νέου μια οικονομία που θα δουλεύει για το καλό όλων.