Η επανεμφάνιση… χαμένων έργων τέχνης είναι σπάνια, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για ένα αριστούργημα του διάσημου Αυστριακού ζωγράφου Γκούσταφ Κλιμτ, που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κινήματος της Απόσχισης που έπαιξε κομβικό ρόλο στην ανάπτυξη του Αρ Νουβό.
Δεν είναι τυχαίο ότι το ενδιαφέρον για την επικείμενη δημοπρασία του μέχρι πρότινος χαμένου πορτρέτου «Portrait of Fräulein Lieser» έχει «χτυπήσει»… κόκκινο από τους λάτρεις της τέχνης και του ίδιου του Κλμιτ.
Η πώληση που θα λάβει χώρα στις 24 Απριλίου από τον βιενέζικο οίκο Kinsky εκτιμάται πως μπορεί να αποφέρει πάνω από 54 εκατ. δολάρια.
Το πορτρέτο είναι ένα από τα τελευταία έργα του Κλιμτ, λίγο πριν πεθάνει το 1917. Το δημιούργησε μετά από παραγγελία μιας πλούσιας εβραϊκής οικογένειας βιομηχάνων και την τελευταία φορά που είχε παρουσιαστεί στο κοινό ήταν σε μια έκθεση στη Βιέννη το 1925, όπου είχε και αποτυπωθεί σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία της εποχής.
Έκτοτε τα ίχνη του πίνακα χάθηκαν, όπως και των περισσότερων μελών της εβραϊκής οικογένειας, κάποιοι από τους οποίους πέθαναν στο Άουσβιτς.
Πάντως, δεν έχουν εντοπιστεί στοιχεία πως το έργο είχε κλαπεί παράνομα κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου από τους ναζί. Κι αυτό διότι το πίσω μέρος του έχει παραμείνει ανέπαφο, δίχως σφραγίδες ή ενδείξεις, όπως γινόταν την εποχή των ναζί.
Ο πίνακας επανεμφανίστηκε σε ιδιωτικά χέρια, Αυστριακού πολίτη, ο οποίος είχε δεχτεί και νομικές συμβουλές από δικηγόρους και ειδικούς έργων τέχνης πριν αποδεχτεί την κληρονομιά του πίνακα. Το χρονικό κενό στην πορεία του πίνακα και η απουσία αποδείξεων για τυχόν παράνομη δήμευση του, επέτρεψαν στον συγκεκριμένο κάτοχο του πίνακα να προχωρήσει στην πώληση του σε συνεργασία με τους νόμιμους απογόνους των Lieser, στον πλαίσιο και του λεγόμενου Κανονισμού της Ουάσιγκτον για τα έργα τέχνης που έπεσαν «θύματα» της ναζιστικής εποχής.
Το τελευταίο έργο του Κλιμτ που βγήκε σε δημοπρασία πέρυσι, το «Dame mit Fächer» σηματοδότησε το πιο ακριβό έργο που έχει πουληθεί ποτέ σε ευρωπαϊκή δημοπρασία, αγγίζοντας το ιλιγγιώδες ποσό των 108,4 εκατ. δολαρίων.