Ο τίτλος της ανάλυσης για το «νέο παιδί στην πόλη» είναι προφανές σε ποιο εγχώριο πολιτικό φαινόμενο παραπέμπει. Τούτος είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο η «Μεγάλη Εικόνα», ως στήλη, προσεγγίζει κατ’ εξαίρεση το εσωτερικό μέτωπο, αν και το παγκόσμιο σκηνικό αποτελεί την κύρια ενασχόλησή της. Χρειαζόταν λοιπόν κάτι νέο ως φαινόμενο για να ρίξουμε μια ματιά «στα δικά μας». Εστω και ως πρόσκαιρη στάση. Φυσικά, το «νέο παιδί στην πόλη» είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης. Αλλά και οι νέοι άνθρωποι που τον περιβάλλουν.
Γράφει ο Γιάννης Λούλης
Πριν όμως περάσουμε στην ουσία των πραγμάτων, ας χαλαρώσουμε για λίγο παραπέμποντας στο ιστορικό του τραγουδιού «Τhe new kid in town». Αυτό είχε ως δημιουργούς και εκτελεστές το διάσημο συγκρότημα κάντρι-ροκ «Eagles». Βρίσκεται στον εμβληματικό τους δίσκο «Hotel California». Τραγούδι και δίσκος έφτασαν στην κορυφή το 1976. Παράλληλα το 2018 ο δίσκος με τις επιτυχίες των «Eagles» (1971-1975) ανακηρύχτηκε το κορυφαίο best seller των ετών 1982-2018! Ετσι, περνώντας στα δικά μας, αν λοιπόν κανείς δεχτεί ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης θα αποδειχτεί επί της ουσίας (και όχι απλώς τυπικά) the new kid in town, τότε ίσως και να ισχύσουν οι στίχοι του τραγουδιού «όλοι σ’ αγαπούν, γι’ αυτό μην τους απογοητεύσεις» (don’t let them down)! Θα ισχύσουν όμως;
Οπως συμβαίνει στις περιπτώσεις ενός μικρού κόμματος το οποίο αναζητεί ευρύτερο ζωτικό χώρο ανάμεσα σε δύο ισχυρούς ανταγωνιστές, όλα κρίνονται τόσο από την πιο μακροχρόνια εικόνα του, όσο και από την εικόνα των ανταγωνιστών του. Αλλωστε μια πρώτη ματιά στις δημοσκοπήσεις (άλλες μάλλον πιο αξιόπιστες και άλλες αμφιλεγόμενες εντός ενός δημοσκοπικού πλαισίου με πολλές σκιές) δείχνει ότι η εντεινόμενη φθορά των δύο μεγαλύτερων κομμάτων παρέχει, εν δυνάμει, ευκαιρίες για τον Ανδρουλάκη. Την ίδια ώρα, όμως, ο τελευταίος για να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες αυτές θα πρέπει:
Πρώτον, να αποφύγει κάθε κραυγαλέο λάθος που θα τραυματίσει οτιδήποτε έχει σχέση με τη φρεσκάδα που εκπέμπει και τα συστατικά της.
Δεύτερον, να μην «εκβιάσει» την απόκτηση πολιτικών πόντων με απότομες, έντονες και κραυγαλέες κινήσεις.
Τρίτον, να συντηρήσει πάνω από όλα μια εικόνα χωρίς εξάρσεις, όπου οι δυνάμεις της θα είναι οι χαμηλοί τόνοι, η μετριοπάθεια και η φρεσκάδα που αναδίδουν οι νέοι άνθρωποι που τον περιβάλλουν. Προσδοκώντας ότι την πόλωση θα την ανακυκλώσουν οι δύο πιο ισχυροί μονομάχοι. Κάνοντας έτσι τη διαφορά!
Τέταρτον, τηρώντας όλα τα παραπάνω υπομονετικά να αφήσει τον χρόνο να λειτουργήσει υπέρ του. Ηρεμα και ομαλά. Περιφρουρώντας το ότι είναι όντως ένα «νέο παιδί στην πόλη». Με ποιότητα παρουσίας. Και, κυρίως, με φρέσκα νεανικά πρόσωπα γύρω του.
Χωρίς αμφιβολία, η κυβερνητική παράταξη παραμένει κυρίαρχη πολιτικά και τούτο παρά τις εντεινόμενες αδυναμίες και τα λάθη της που έχουν πολλαπλασιαστεί. Οπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, το ισχυρότερο όπλο της Ν.Δ. είναι η υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη σε «πρωθυπουργική εικόνα» έναντι του Αλέξη Τσίπρα. Ομως, αν και η αίσθηση της κυβερνητικής αξιοπιστίας της Ν.Δ. διολισθαίνει, πάντως υπερτερεί εκείνης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ενα στρατηγικό πρόβλημα της Ν.Δ. είναι επίσης ότι μέσα στην πάροδο του χρόνου αποκαλύφθηκε η κραυγαλέα ένδεια του πολιτικού δυναμικού της. Ενώ είναι επίσης γεγονός ότι κλήθηκε να αντιμετωπίσει και απρόσμενες προκλήσεις που ήσαν πέρα από τις δυνάμεις του προσωπικού αυτού. Τούτη η ένδεια αφέθηκε να κακοφορμίσει διότι επελέγη από την ηγεσία η μη διατάραξη των κομματικών ισορροπιών, με υπέρτατο στόχο τη νίκη στις τελευταίες εκλογές. Εκλογές που κρίθηκαν ουσιαστικά κυρίως με αρνητική ψήφο.
Είναι όμως γεγονός πως η δημιουργία μιας πιο στρατηγικής και ποιοτικής ομάδας στο Μαξίμου λειτούργησε θετικά, με δεδομένες τις ούτως ή άλλως χαμηλές προσδοκίες των πολιτών. Γι’ αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και ψηφίστηκε επιφυλακτικά από κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων, μετεκλογικά απέκτησε τη θετικότερη εικόνα της σταδιοδρομίας του. Για να αρχίσει αυτή να δοκιμάζεται το τελευταίο διάστημα. Με σαφή φθορά. Οχι καταστροφική όμως. Μέχρι στιγμής.
Περνώντας στον ΣΥΡΙΖΑ, οι κραυγαλέες μετεκλογικές αδυναμίες του είναι το καλύτερο δώρο στη Ν.Δ. του Μητσοτάκη. Εδώ τα πράγματα είναι ξεκάθαρα καθώς οι πιο απαιτητικοί ψηφοφόροι του κόμματος κατανοούν τα στρατηγικά αδιέξοδα αλλά και τα επικοινωνιακά ατοπήματα. Ο νηφάλιος Γιώργος Γιαννουλόπουλος στην «Εφ.Συν.» ανέδειξε σε άρθρο του τα αδιέξοδα αυτά με κρυστάλλινο τρόπο: Ο Αλέξης Τσίπρας για να διαμορφώσει μετεκλογική δυναμική καλούνταν επειγόντως να προσδώσει στο κόμμα του, συγκρουόμενος με τις παθογένειές του, μια ριζικά νέα εικόνα.
Ηταν εύκολο αυτό; Οχι. Ηταν ζωτικό; Προφανώς, ναι. Η παλιά εικόνα αποτελούσε πνιγηρό βρόχο. Ο δρόμος των ανατροπών σε όλα τα επίπεδα για κάτι ουσιαστικά διαφορετικό από ό,τι αντιπροσώπευε και εξέφραζε ένα κατάκοπο κόμμα, ήταν η μόνη σωτηρία. Ψηφοφόροι που επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ τη δωδεκάτη ώρα στις εκλογές, αλλά και εκείνοι που τον ψήφισαν με μισή καρδιά, θα απομακρύνονταν αν ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμενε αναλλοίωτος. Ο συγκεκριμένος κύκλος του είχε κλείσει.
Ενας άλλος κύκλος έπρεπε να ανοίξει, τροφοδοτώντας και μια αντίστοιχη νέα εικόνα της ηγεσίας. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έμενε αναλλοίωτος, κρίσιμοι ψηφοφόροι του, αλλά και εν δυνάμει ψηφοφόροι, θα πίστευαν πως το πολιτικό αυτό προϊόν ήταν αγιάτρευτο! Υπήρχε όμως και κάτι χειρότερο: Οι ψηφοφόροι, που είχαν κεντρική συναισθηματική πρόσδεση με τον Τσίπρα, να χάσουν την επαφή τους με τον ίδιο, που είχε προσωπικά κερδίσει δύο εκλογικές μάχες. Το να καταπιεί ο ΣΥΡΙΖΑ τον Τσίπρα, έναν αρχικά ιδιαίτερα επικοινωνιακό και φωτεινό πολιτικό, ήταν ο απόλυτος αυτοχειριασμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οπερ και εγένετο.
Με δεδομένη την εικόνα των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, όπως άρχισε να διαμορφώνεται με τη φθορά τους, είναι απολύτως φυσικό κάποιοι ψηφοφόροι να αποτραβιούνται από τις βασικές επιλογές που προσφέρονται. Πριν από την εμφάνιση του «new kid Ανδρουλάκη», εκείνο που θα εκδηλωνόταν θα ήταν μια γνώριμη σε όλους μας επανάληψη ως φαινόμενο: Το «κανείς από τους δύο» σκαρφάλωνε όταν «οι δύο» ήσαν πάντα οι δύο συνήθεις διεκδικητές. Τούτη ακριβώς η τάση είναι λοιπόν το μεγάλο δώρο στον Ανδρουλάκη.
Η επιλογή Ανδρουλάκη, που καταγράφουν κάποιες πρόσφατες δημοσκοπήσεις, αν θέλουμε να είμαστε ψυχρά ρεαλιστές, είναι πρωτίστως η «τιμωρία των άλλων δύο». Ομως αυτή η πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να τον απογοητεύσει. Ούτε να τον οδηγήσει σε σπασμωδικές κινήσεις. Καθώς παρόμοιες κινήσεις υπάρχει κίνδυνος να αποδειχτούν μοιραίες. Ο Νίκος Ανδρουλάκης οφείλει να αξιοποιήσει τα όπλα που μνημονεύτηκαν ήδη, αδιαφορώντας και για το ότι με την πάροδο του χρόνου θα επικριθεί και για την απουσία ξεχωριστού επικοινωνιακού χαρίσματος.
Κάτι που ισχύει. Αλλωστε οι πολίτες, στη φάση της απογοήτευσής τους από το πολιτικό σκηνικό, ελάχιστα ενδιαφέρονται για επικοινωνιακές φωτοβολίδες, καθώς έχουν αποστασιοποιηθεί από τη ρητορική των συγκρούσεων και της πόλωσης. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν ο Ανδρουλάκης ευνοείται από την απουσία χαρίσματος! Ως new kid στην πολιτική, είναι κρίσιμο να παραμείνει ως ο χαμηλότονος εαυτός του. Εστω κι αν δεν συγκινεί.
Αν λοιπόν το φαινόμενο Ανδρουλάκη αντέξει, τότε και οι όποιες σκέψεις για πρόωρες εκλογές εξανεμίζονται και η αυτοδυναμία της Ν.Δ. απομακρύνεται. Το να υπάρξουν σε επόμενο στάδιο σχήματα κυβερνητικής συνεργασίας δεν είναι απειλή, αλλά αποτελεί ευκαιρία για τη χώρα. Στην πολιτική ο τόπος χρειάζεται ένα άλλο κλίμα.
Ούτως ή άλλως, οι προκλήσεις είναι μεγάλες και το υπάρχον πολιτικό προσωπικό είναι απελπιστικά φτωχό σε ικανότητες και πλούσιο σε πολωτικές, πελατειακές και ανεύθυνες διαδρομές. Βεβαίως η ένδεια της πολιτικής είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Ομως οι προηγμένες Δημοκρατίες έχουν τουλάχιστον στέρεες και αξιόπιστες δομές που λειτουργούν αντανακλαστικά. Αρα στη χώρα μας, ό,τι και να συμβεί με τις πολιτικές εξελίξεις, ας μην περιμένουμε πολλά. Λίγος πιο φρέσκος άνεμος, πάντως, θα διώξει κάποιες τοξίνες. Κάτι είναι και αυτό.
Ο Γιάννης Λούλης είναι επικοινωνιολόγος, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας πολλών βιβλίων
Πηγη: Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ