Το ερώτημα του τίτλου μας είναι αυτό που έθεσε το περασμένο Σαββατοκύριακο ο Γιάννης Πρετεντέρης στα «Νέα», τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι για τον Αλέξη Τσίπρα και το κόμμα του «οι δημοσκοπήσεις δεν είναι καλές και οι συγκρίσεις δεν κολακεύουν».
Ακόμα χειρότερα, κάτι δεν πάει καλά και με τον ίδιο τον Τσίπρα. «Οι φίλοι του σταυροκοπιούνται προκαταβολικά κάθε φορά που είναι να εμφανιστεί στην τηλεόραση. Φοβούνται τι θα ακούσουν. Πότε τα εμβόλια που «δεν υπάρχουν», πότε το «ρίσκο», πότε το «ξεστοκάρισμα». Πρόχειρος και κυρίως έτοιμος για ένα φτηνό καλαμπούρι ακόμη και σε θέματα που δεν σηκώνουν καλαμπούρια.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Κακά τα ψέματα, οι δημοσκοπήσεις πήραν χαμπάρι το παρατεταμένο ντεφορμάρισμα του αρχηγού. Από εκεί που ήταν τα φτερά του ΣΥΡΙΖΑ, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε βαρίδι» έγραφε ο γνωστός αρθρογράφος...
Την επομένη από τη δημοσίευση του παραπάνω κειμένου, η «Καθημερινή» φιλοξενούσε ένα άρθρο του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο οποίο ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθούσε να εμφανίσει ένα ήπιο κεντροαριστερό προφίλ, τασσόμενος άνευ περιστροφών υπέρ της οικονομικής πολιτικής του Τζο Μπάϊντεν στην Αμερική, επικαλούμενος παράλληλα ρήσεις του Γάλλου οικονομολόγου Τομά Πικεττί και του Ιταλού φιλοσόφου Νορμπέρτο Μπόμπιο. Προσπαθούσε έτσι να αποδείξει ότι ο ίδιος και το κόμμα του αποτελούν… το καινούργιο στην ελληνική πολιτική ζωή και όλοι οι άλλοι το φθαρμένο παλαιό.
Υπό τον τίτλο «Ο κόσμος αλλάζει. Εμείς;» ο Αλέξης Τσίπρας μεταξύ άλλων έγραφε: «Είναι εξαιρετικά κρίσιμο για παράδειγμα να αξιοποιήσουμε τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, με τρόπο που να μετασχηματίζει επιτέλους το παραγωγικό μοντέλο σε βιώσιμη κατεύθυνση, να διαχέει το όφελος στο σύνολο της κοινωνίας, να προστατεύει τις μικρομεσαίες επιχειρήσει και να μειώνει τις ανισότητες. Οι ευρωπαϊκοί πόροι να χρηματοδοτήσουν τους αναγκαίους μετασχηματισμούς προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα χαρακτηρίζεται από στροφή σε ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανταγωνιστεί άλλες χώρες στη βάση μείωσης του κόστους εργασίας, επομένως των μισθών, αλλά στη βάση αύξησης της παραγωγικότητας, ενσωματώνοντας τη συλλογική γνώση, την έρευνα, και την καινοτομία.»
Συνεχίζει δε ο Αλ. Τσίπρας γράφοντας:
«Είναι εξαιρετικά κρίσιμο η παραγωγική και τεχνολογική ανασυγκρότηση να συνδυαστεί με την «πράσινη» μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας. Και να οικοδομήσουμε ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό και αποκεντρωμένο κράτος με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας. Γιατί μόνο μια ισχυρή κοινωνία μπορεί να οδηγήσει την αναπτυξιακή διαδικασία και όχι οι αγορές. Συνεπώς, οι μεταρρυθμίσει πρέπει να στοχεύσουν σε ένα καθολικό κοινωνικό κράτος, εγγυητή της πραγματικής κοινωνικής ασφάλειας.
Είναι εθνικά αναγκαίο σε αυτή την ιστορική καμπή η χώρα να βρεθεί στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Αυτό όμως απαιτεί μια άλλη, προοδευτική κυβέρνηση. Που στη βασική διαχωριστική γραμμή, να παίρνει αταλάντευτα το μέρος της πλειοψηφίας. Των ανθρώπων του μόχθου και της δημιουργίας. Άλλωστε αυτοί έφτιαξαν την Ελλάδα και όχι οι λιγοστές οικογένειες που έβγαλαν τα κέρδη τους στο εξωτερικό τις μέρες της κρίσης, τη νέμονται και σήμερα και αναμένουν να είναι και πάλι οι βασικοί κερδισμένοι από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης».
Από το παραπάνω κείμενο, γίνεται ηλίου φαεινότερη η σύγχυση στην οποίαν έχει περιπέσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και από την οποίαν δεν υπάρχουν δείγματα εξόδου του.
Πριν από’ όλα, πώς είναι δυνατόν να ομιλεί για καινοτομία και άνοδο της παραγωγικότητας, ο άνθρωπος ο οποίος διέλυσε κυριολεκτικά το χώρο όπου παράγεται η γνώση και που είναι η εκπαίδευση.
Είναι ποτέ δυνατόν μια χώρα να δει άσπρη μέρα στον 21ο αιώνα όταν λαθρέμποροι και άλλοι κακοποιοί λυμαίνονται τα ανώτατα εκπαιδευτικά της ιδρύματα με την σύμπραξη και την πολιτική κάλυψη του ΣΥΡΙΖΑ και των δήθεν προοδευτικών συνιστωσών του; Μπορεί μια κοινωνία να ατενίσει το μέλλον με κάποια αισιοδοξία όταν ίνδαλμα της συριζαϊκής νεολαίας είναι ο θρασύδειλος δολοφόνος Κουφοντίνας;
Επίσης για ποια πρόοδο μπορεί να κάνει λόγο ο επικεφαλής ενός κόμματος που δηλώνει ανερυθρίαστα ότι σε μια νέα θητεία θα αλλάξει την δομή της εξουσίας για να την προσαρμόσει στο κόμμα και στην μακροημέρευσή του;
Με άλλα λόγια, ποια πρόοδο μπορεί να περιμένει μια κοινωνία από μια πολιτική παράταξη που εντελώς αντιδημοκρατικά θεωρεί την εξουσία αυτοσκοπό και την κανονικότητα ανωμαλία;
Κατά τα λοιπά, όταν ο κ. Τσίπρας αναφέρεται σε στοχαστές και οικονομολόγους, καλόν είναι να έχει ρίξει έστω και μια κλεφτή ματιά στα έργα τους. Ιδιαίτερα δε σε αυτά του Νορμπέρτο Μπόμπιο (1909-2004) κορυφαίου Ιταλού φιλελεύθερου σοσιαλιστή φιλοσόφου και ιστορικού, τα οποία κάθε άλλο παρά περιορίζονται, όπως γράφει ο Αλ. Τσίπρας, στο διαχωρισμό αριστερός και δεξιός. Η θεωρία του Ιταλού φιλοσόφου για τη δημοκρατία και τη διακυβέρνηση είναι πολύ πιο σύνθετη και φιλελεύθερη από τις υπεραπλουστευμένες και αντιδημοκρατικές αναφορές σε αυτήν του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Καταλαβαίνουμε στόχος του Αλέξη Τσίπρα είναι να προσεγγίσει και να οικειοποιηθεί το χώρο της κεντροαριστεράς. Το πρόβλημά του είναι όμως ότι δεν έχει καμιά σχέση με τις ιστορικές αρχές της και το φιλελεύθερο δημοκρατικό της παρελθόν.