Ανάπτυξη 4%-4,3% αναμένει για το τρέχον έτος το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), στο βασικό του σενάριο, με την ύφεση για το 2020 να υπολογίζεται σε 9%-9,5%.
Εφόσον η υγειονομική κρίση υποχωρήσει ταχύτερα (ευνοϊκό σενάριο), η ανάκαμψη θα επιταχυνθεί (5,0-5,3%). Εάν όμως η επιδημιολογική κατάσταση παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα, με πιθανές νέες έντονες εξάρσεις, η ανάπτυξη φέτος θα είναι αναιμική (0,5-1,0%).
Τα παραπάνω προκύπτουν από την τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία, όπου σημειώνεται ότι παρά τις γενικά θετικές εξελίξεις στο μέτωπο των εμβολίων, παραμένουν ισχυρές αβεβαιότητες για την τελική εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης.
Όπως ανέφερε κατά την παρουσίαση της Έκθεσης, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας το ότι αρχίζει να φαίνεται το τέλος της κρίσης δεν σημαίνει πως αυτό είναι κοντά, ούτε ότι η πορεία προς τα εκεί είναι προδιαγεγραμμένη.
Ο κ. Βέττας σημείωσε ότι σταδιακά μέσα στη χρονιά, η οικονομία και η κοινωνία θα αφήνουν τις θέσεις άμυνας και θα τοποθετούνται για την επόμενη μέρα, προσθέτοντας ότι αν και οι τάσεις που επιδρούν στην παγκόσμια οικονομία θα είναι μεικτές, η κοινή συνιστώσα αναμένεται θετική.
Ο ίδιος σημείωσε ότι μόλις διαφανεί το τέλος του υγειονομικού προβλήματος, αναμένεται έκρηξη της ζήτησης, αλλά η επίδρασή της κάθε άλλο παρά ομοιόμορφη θα είναι. Ολόκληροι τομείς δραστηριότητας και επιμέρους κλάδοι θα υποχωρήσουν έντονα και άλλοι θα αναπτυχθούν κατακόρυφα.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ σημείωσε ότι η τρέχουσα χρονιά θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την ελληνική οικονομία. Αναφερόμενος στο ταμείο ανάκαμψης, σημείωσε ότι οι πόροι είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν κυρίως για δομικές αλλαγές που θα εκφράσουν ένα νέο υπόδειγμα μιας περισσότερο ανοικτής οικονομίας.
Συνολικά, η πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά την πανδημία αναμένεται να προσδιοριστεί από διάφορες αντιφατικές τάσεις, θετικές και αρνητικές. Οι ρυθμοί μεγέθυνσης μπορούν να αναμένονται ισχυρά θετικοί στην αρχή της εξόδου, από τα μισά του έτους, αλλά να μετριάζονται γρήγορα αν δεν αντιδράσει έγκαιρα η οικονομική πολιτική, κατέληξε ο κ. Βέττας.
Η τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ περιλαμβάνει τα εξής:
- Ισχυρή ύφεση το 2020, λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας του νέου κορονοϊού. Η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, εγχωρίως και διεθνώς, σε συνάρτηση με την πρόοδο στον εμβολιασμό, τα εγχώρια μέτρα ανάσχεσης των επιπτώσεών της και ο βαθμός απορρόφησης των έκτακτων πόρων από την ΕΕ, θα είναι οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες του ΑΕΠ φέτος. Από αυτά τα χαρακτηριστικά της πανδημίας θα εξαρτηθούν η ανάκαμψη στην Ευρωζώνη, κύριο εξαγωγικό προορισμό της Ελλάδας, όπως και η διεθνής τουριστική κίνηση. Υπό το βασικό σενάριο εξελίξεων, στο οποίο η πανδημία θα υποχωρήσει ήπια κατά το α’-β΄τρίμηνο και δεν θα σημειωθεί νέα ισχυρή έξαρσή της, με την τουριστική περίοδο να μη διαφέρει ουσιαστικά από το 2019, ενώ θα επιτευχθεί ο στόχος απορρόφησης των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί 2,5% με 3,5%. Αντιθέτως, η δημόσια κατανάλωση θα συρρικνωθεί, από 3,0% έως 5,0%, αφού δεν θα χρειαστούν τόσα μέτρα στήριξης όπως πέρυσι. Ισχυρή αναμενόμενη διεύρυνση επενδύσεων, καθώς και εξαγωγών (15-18% αμφότερα). Η ισχυρή εγχώρια ζήτηση θα αποτυπωθεί και στη ζήτηση για εισαγωγές (+11%).
Υπό αυτές τις τάσεις στο βασικό σενάριο, η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει το 2021, με ρυθμό 4,0-4,3%. Εφόσον η υγειονομική κρίση υποχωρήσει ταχύτερα (ευνοϊκό σενάριο), η ανάκαμψη θα επιταχυνθεί (5,0-5,3%). Εάν όμως η επιδημιολογική κατάσταση παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα, με πιθανές νέες έντονες εξάρσεις , η ανάπτυξη φέτος θα είναι αναιμική (0,5-1,0%).
- Μεγάλη απόκλιση πρωτογενούς αποτελέσματος Κρατικού Προϋπολογισμού στην περίοδο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου έναντι του στόχου στον Προϋπολογισμό του 2020, λόγω επιπτώσεων πανδημίας: έλλειμμα €13,7 δισεκ. αντί πλεονάσματος €2,3 δισεκ. Η υστέρηση προήλθε κυρίως από εκτεταμένη υπέρβαση στις δαπάνες (+€9,9 δισεκ.), κυρίως για μεταβιβάσεις σε νοικοκυριά και επικουρικές συντάξεις (+€8,3 δισεκ.). Λιγότερα των αναμενόμενων έσοδα, κατά €6,3 δισεκ., από χαμηλότερες εισπράξεις φόρων (-επίσης €6,3 δισεκ.). Στον Προϋπολογισμό του 2021 προβλέπεται βελτίωση πρωτογενούς αποτελέσματος κατά €5,5 δισεκ., σε έλλειμμα €9,0 δισεκ. έναντι 14,4 δισεκ. Καλυτέρευση ισοζυγίου κυρίως από ενίσχυση εσόδων (+€3,36 δισεκ.) και λιγότερο από περιστολή δαπανών (-€2,15 δισεκ.).
- Εκ νέου μείωση του ποσοστού ανεργίας το γ’ τρίμ. του 2020, στο 16,2% από 16,4% το ίδιο τρίμηνο του 2019. Μειωμένο κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με το β’ τρίμ. 2020 (16,7%). Στην περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου πέρυσι, ποσοστό ανεργίας 16,4%, από 17,5% ένα έτος νωρίτερα. Οι κλάδοι με την μεγαλύτερη μείωση απασχόλησης το γ’ τρίμ. ήταν ο Πρωτογενής τομέας (-44,9 χιλ. άτομα), ο Τουρισμός (-33,2 χιλ.) και η Μεταποίηση (-12,0 χιλ.). Αντιθέτως, η ισχυρότερη άνοδος της απασχόλησης σημειώθηκε στις Δραστηριότητες Ανθρώπινης υγείας-κοινωνικής μέριμνας (+29,6 χιλ.), στο Χονδρικό-Λιανικό εμπόριο (+21,3 χιλ.) και στη Δημόσια διοίκηση (+17,4 χιλ.), αντανακλώντας τις ανάγκες που δημιούργησε η υγειονομική κρίση, αλλά και τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης, ιδίως στο Χονδρικό-Λιανικό εμπόριο.
Η νέα, ισχυρότερη συγκριτικά με την πρώτη, έξαρση της πανδημίας του COVID-19 στο τελευταίο τρίμηνο του 2020 και η αναστολή λειτουργίας δραστηριοτήτων που ακολούθησε, ήταν οι πλέον καθοριστικές της τάσης στην απασχόληση στο τελευταίο τρίμηνο του 2020. Οι εξελίξεις σχετικά με την υγειονομική κρίση θα είναι οι πλέον καθοριστικές της δυναμικής στην απασχόληση και την ανεργία και κατά το νέο έτος. Μια σταθερή, ήπια βελτίωση των επιδημιολογικών δεδομένων από το πρώτο τρίμηνο, χωρίς νέα ισχυρή έξαρση του COVID-19 (βασικό σενάριο προβλέψεων), θα επιτρέψει σταδιακά την επαναλειτουργία αρκετών από τις πληγείσες επιχειρήσεις. Κομβικής σημασίας για τη δυναμική της απασχόλησης θα είναι η διάρκεια της τουριστικής περιόδου, η οποία υπό αυτές τις υγειονομικές συνθήκες δεν θα διαφέρει ουσιαστικά από το 2019. Σε περίπτωση ταχύτερης εξασθένισης του COVID-19 (ευνοϊκό σενάριο), θα καταστεί εφικτή η λειτουργία του τουρισμού νωρίς από το δεύτερο τρίμηνο και το φθινόπωρο. Εάν όμως δεν μεταβληθούν οι υγειονομικές συνθήκες από τα τρέχοντα επίπεδα, είναι αρκετά πιθανό να απειληθεί η βιωσιμότητα αρκετών επιχειρήσεων, θέτοντας σε κίνδυνο τις θέσεις εργασίας τους (δυσμενές σενάριο).
Τονωτικά στην απασχόληση το 2021 θα επενεργήσει ο δημόσιος τομέας, τόσο άμεσα, μέσω προγραμμάτων δημιουργίας θέσεων εργασίας, προσλήψεων στο σύστημα υγείας κ.ά., όσο και έμμεσα, με την αύξηση των ενισχύσεων του ΠΔΕ και τους πόρους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Τέλος, η απασχόληση θα στηριχθεί από την περυσινή ενίσχυση των εξαγωγών προϊόντων στη Μεταποίηση, που θα συνεχιστεί φέτος. Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω επιδράσεις, εκτιμάται ότι το ποσοστό της ανεργίας πέρυσι διαμορφώθηκε στην περιοχή του 16,5%, 0,8 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το 2019. Σε συνάφεια με τα τρία σενάρια μακροοικονομικών εξελίξεων για το 2021, στο βασικό σενάριο το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να υποχωρήσει στην περιοχή του 15,5%-16,0%, στο ευνοϊκό σενάριο στο 15,0%, ενώ στο δυσμενές σενάριο θα ενισχυθεί σημαντικά (18,0-18,5%).
- Ο ρυθμός μεταβολής τιμών καταναλωτή (ΓΔΤΚ) το 2020 ήταν αρνητικός, για πρώτη φορά μετά από τρία συνεχόμενα έτη ανόδου, σημειώνοντας υποχώρηση 1,2%, από άνοδο 0,3% το 2019. Υποχώρηση κυρίως από τις επιδράσεις των έμμεσων φόρων και των τιμών ενεργειακών αγαθών, καθώς η μεταβολή του γενικού δείκτη με σταθερούς φόρους και χωρίς τα ενεργειακά αγαθά ήταν θετική, κατά 0,6%. Το τρέχον έτος, η έως τώρα παράταση της μείωσης των έμμεσων φόρων για συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες μέχρι την 30η Απριλίου θα επενεργήσει αντιπληθωριστικά.
Αντιθέτως, αυξητική επίδραση στις τιμές αναμένεται να έχει η μείωση της άμεσης φορολογίας (αναστολή εισφοράς κοινωνικής αλληλεγγύης, μείωση ασφαλιστικών εισφορών) μέσω της ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος και ακολούθως της καταναλωτικής ζήτησης. Ωστόσο, η δυναμική της υγειονομικής κρίσης θα είναι η πλέον καθοριστική για την τάση της εγχώριας ζήτησης και την επίδρασή της στις τιμές. Μια σταδιακή χαλάρωση των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από το πρώτο τρίμηνο και η εκτεταμένη άρση τους εντός του επόμενου τριμήνου, εγχωρίως και διεθνώς (βασικό σενάριο προβλέψεων), θα οδηγήσουν σε ανάκαμψη δραστηριότητας και απασχόλησης στους πληττόμενους κλάδους. Σε συνδυασμό με τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε εξωστρεφείς δραστηριότητες στη βιομηχανία, θα τονωθούν το εγχώριο διαθέσιμο εισόδημα και η κατανάλωση.
Εφόσον η υγειονομική κρίση δεν υποχωρήσει σημαντικά περαιτέρω από τα τρέχοντα επίπεδα και συνεχίσει να παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις (δυσμενές σενάριο), θα αποτραπεί η άνοδος της απασχόλησης. Η επίδραση της πανδημίας στην παγκόσμια ζήτηση θα είναι ο πλέον καθοριστικός παράγοντας και του ενεργειακού κόστους. Άλλωστε, στο σκέλος της προσφοράς ενέργειας, οι αποφάσεις του OPEC+ από τον Απρίλιο του 2020 έχουν ανασχέσει σε μικρό βαθμό την προηγούμενη κατακόρυφη πτώση της τιμής του πετρελαίου. Η προβλεπόμενη ταχύρρυθμη ανάκαμψη της οικονομίας της Κίνας, που είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου παγκοσμίως, θα επενεργήσει αυξητικά στην τιμή του. Υπό αυτές τις πιθανές τάσεις στις βασικές συνιστώσες του ΔΤΚ, στο βασικό σενάριο μακροοικονομικών εξελίξεων προβλέπεται ήπιος ρυθμός πληθωρισμού, 0,2-0,5%, ο οποίος στο ευνοϊκό σενάριο θα επιταχυνθεί σε 0,6-1,0%, από τη μεγαλύτερη ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης και του ενεργειακού κόστους. Υπό το δυσμενές σενάριο μακροοικονομικών εξελίξεων, η εξασθένιση της καταναλωτικής ζήτησης, σε συνδυασμό με ήπια αύξηση του ενεργειακού κόστους, θα οδηγήσουν εκ νέου σε αντιπληθωρισμό (-0,5 έως -0,7%).
- Το τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να τονώνεται με ισχυρή ρευστότητα από τα έκτακτα μέτρα της ΕΚΤ, τα οποία επίσης διατηρούν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα το κόστος χρηματοδότησης. Η επέκταση εγχώριων μέτρων ρευστότητας μέσα από την Αναπτυξιακή Τράπεζα και εγγυοδοτικά προγράμματα, διατηρούν υψηλό ρυθμό πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις. Επίσης θετική εξέλιξη η επιταχυνόμενη αύξηση των καταθέσεων οι οποίες έφθασαν για πρώτη φορά στα επίπεδα του 2014. Στον αντίποδα, η μείωση των ΜΕΔ αναμένεται να επιβραδυνθεί ή και να αντιστραφεί πρόσκαιρα από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, ενώ η πιστωτική συρρίκνωση προς τα νοικοκυριά συνεχίζεται αμείωτη. Οι προοπτικές της πιστωτικής ανάκαμψης είναι συνάρτηση της ταχύτητας βελτίωσης της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών αλλά και της ανάκαμψης της ζήτησης για παραγωγικές επενδύσεις. Προτεραιότητα για το τραπεζικό σύστημα είναι η επιτάχυνση εφαρμογής συστημικών λύσεων για τη μείωση των ΜΕΔ. Βραχυπρόθεσμα, η συνεχιζόμενη πιστωτική επέκταση των επιχειρηματικών δανείων αναμένεται να αντισταθμίζει την πιστωτική συρρίκνωση προς τα νοικοκυριά.