Νέα αύξηση και μάλιστα της τάξεως του 5,3% εξετάζει η κυβέρνηση για τον κατώτατο μισθό το 2023.
Οι προβλέψεις για συνέχιση της ενεργειακής κρίσης και το επόμενο έτος "επιβάλλουν" στο οικονομικό επιτελείο μία επιπλέον σημαντική αναβάθμιση των κατώτατων αμοιβών στις αρχές του 2023, οδηγώντας τες στο προμνημονιακό επίπεδο των 751 ευρώ (μικτά) έναντι των 713 ευρώ που ισχύουν φέτος τον Μάιο. Καθαρά, δηλαδή, στη βάση των σεναρίων αυτών, ο κατώτατος μισθός θα μπορούσε να ανέλθει στα 644 ευρώ έναντι 611 ευρώ που είναι σήμερα, αναφέρει το capital.gr.
Όπως ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε πρόσφατα, τον Ιανουάριο θα εκκινήσει η διαδικασία για τον προσδιορισμό της αύξησης του κατώτατου μισθού και θα διαρκέσει 3-4 μήνες. Με άλλα λόγια, οι σχετικές αποφάσεις αντί να ληφθούν τον Ιούνιο του 2023, θα ληφθούν έως τον Μάρτιο του 2023 προκειμένου να τεθούν σε ισχύ το αργότερο έως τον Απρίλιο-Μάιο του 2023.
Η αύξηση με νούμερα
Εφόσον επαληθευθεί το σενάριο αυτό, η συνολική αύξηση του κατώτατου μισθού επί κυβερνήσεως Ν.Δ., δηλαδή κατά την περίοδο 2019-2023, θα έχει φτάσει το κατώφλι του 15% (ή των 151 ευρώ). Υπενθυμίζεται πως η πρώτη αύξηση (επί της σημερινής κυβερνήσεως) δόθηκε την 1η Ιανουαρίου 2022 (2%) και η δεύτερη την 1η Μαΐου 2022.
Να σημειωθεί πως ο κατώτατος μισθός ξεπάγωσε τον Φεβρουάριο του 2019 (επί της προηγούμενης κυβέρνησης), καθώς αυξήθηκε κατά 11%.
Μία νέα αύξηση (5,3%) θα φέρει επιπλέον 38 ευρώ (μικτά) στους αμειβόμενους με τον κατώτατο μισθό. Καθαρά, δηλαδή αφού αφαιρεθούν οι εισφορές των ασφαλισμένων, η αύξηση αυτή θα φέρει 32 ευρώ επιπλέον στην τσέπη των εργαζομένων κάθε μήνα.
Σε ετήσια βάση, λαμβάνοντας δηλαδή υπόψη τους 14 μισθούς, η αύξηση σημαίνει επιπλέον 448 ευρώ για τους εργαζομένους.
Η αύξηση θα είναι μεγαλύτερη για όσους εργαζομένους έχουν κατοχυρώσει το 2012 επίδομα τριετίας. Έτσι, ένας εργαζόμενος ο οποίος έχει κατοχυρώσει προ δεκαετίας επίδομα 30% επί του κατώτατου μισθού, θα λάβει αύξηση πάνω από 41 ευρώ/μήνα και 582 ευρώ σε ετήσια βάση.
Ωστόσο, θα φέρει αύξηση και του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, για έναν εργαζόμενο που σήμερα αμείβεται με 713 ευρώ (μικτά) ο εργοδότης του πληρώνει εισφορές 257 ευρώ. Αν ο μεικτός κατώτατος μισθός φτάσει, π.χ. τον Μάιο του 2023, τα 751 ευρώ, οι εισφορές για αυτόν θα ανέλθουν στα 271 ευρώ. Δηλαδή θα αυξηθούν κατά 20 ευρώ/μήνα.
Οι συνέπειες
Όπως επισημαίνουν αναλυτές, αν και ο μικτός μισθός θα επανέλθει (βάσει των ίδιων σεναρίων) στα προμνημονιακά επίπεδα, ο καθαρός μισθός θα είναι σε υψηλότερα σε σχέση με το 2012 (οπότε μειώθηκε ο κατώτατος μισθός και έμεινε παγωμένος έως το 2019), καθώς έχουν μεσολαβήσει σημαντικές μειώσεις των εισφορών, μαζί και των ασφαλισμένων.
Υπενθυμίζεται πως, μόνο την περίοδο 2019-2022, έχουν μειωθεί οι εισφορές των ασφαλισμένων κατά περίπου 1,5 μονάδες (στα πλαίσια της συνολικής μείωσης του μη μισθολογικού κόστους κατά 4,4 μονάδες), οδηγώντας σε αντίστοιχη αύξηση των καθαρών αποδοχών.
Από την άλλη μεριά, όμως, όπως τονίζουν οι ίδιες πηγές, ο διαθέσιμος "πραγματικός" μισθός δεν μπορεί να είναι υψηλότερος από εκείνο του 2012, καθώς τότε η οικονομία βρισκόταν σε απο-πληθωριστική τροχιά λόγω των απανωτών μνημονιακών μέτρων (μείωση δαπανών, αύξηση φορολογικών εσόδων), ενώ κατά την τρέχουσα περίοδο βρίσκεται σε πληθωριστική τροχιά λόγω ιδίως της ενεργειακής κρίσης.
Αυτό σημαίνει πως οι συνεχείς αυξήσεις στον κατώτατο μισθό κατά το τελευταίο διάστημα αποτελούν "γραμμή άμυνας” στις συνεχείς αυξήσεις στον δείκτη τιμών καταναλωτή, προκειμένου οι τελευταίες να μη "ροκανίσουν” τις πραγματικές αποδοχές των εργαζόμενων. Αντίθετα, πριν από δέκα χρόνια, ο αποπληθωρισμός αν και οφειλόταν στην ύφεση, απέτρεπε παραπέρα – πραγματική – μείωση των (ονομαστικά) μειωμένων μισθών των εργαζομένων, όπως τονίζουν αναλυτές.
Μάλιστα, η ίδια αυτή κρίση μειώνει τις δυνατότητες των επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν σε μία νέα αύξηση των κατώτατων αποδοχών των εργαζομένων, παρά τα συνεχή μέτρα φορολογικής και ασφαλιστικής ελάφρυνσης τα οποία λαμβάνει η κυβέρνηση προκειμένου να στηρίξει τις επιχειρήσεις αρχικά απέναντι στην πανδημία και έπειτα απέναντι στα αυξημένα ενεργειακά κόστη λειτουργίας τους.
Παράλληλα, μία νέα αύξηση του κατώτατου μισθού (τον Μάιο,σύμφωνα με τα υφιστάμενα σενάρια) θα οδηγήσει σε ανάλογη αύξηση των επιδομάτων ανεργίας αλλά και των μισθών μεγάλης μερίδας επιδοτούμενων ανέργων – διευρύνοντας έτσι το δίχτυ κοινωνικής προστασίας τους - οι οποίοι είναι ενταγμένοι σε προγράμματα απασχόλησης της ΔΥΠΑ (τέως ΟΑΕΔ), όπως π.χ. στο πρόγραμμα κοινωφελούς απασχόλησης, μαζί και της σχετικής δαπάνης του προϋπολογισμού.
Την ίδια ώρα θα πρέπει, σύμφωνα με τους ίδιους αναλυτές, να ληφθεί υπόψη και η εξής αλλαγή στον μισθολογικό χάρτη της χώρας: Η επαναφορά του μικτού κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ θα γίνει σε συνθήκες όπου ο μέσος μισθός το 2022 είναι πολύ χαμηλότερος σε σχέση με τον μέσο μισθό του Ιανουαρίου του 2012 (δηλαδή έναν μήνα πριν τη μείωση 22%). Συγκεκριμένα, ο μέσος μικτός μισθός τον Ιανουάριο του 2012 ήταν 1.273 ευρώ, ενώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του e-ΕΦΚΑ, τον Οκτώβριο του 2021, ήταν 954 ευρώ. Με άλλα λόγια, τα 751 ευρώ αντιπροσώπευαν το 2021 το 78% του μέσου μισθού, ενώ το 2012 μόλις το 58%.
Αυτό σημαίνει πως το ειδικό βάρος του κατώτατου μισθού στην όλη διαμόρφωση του μέσου μισθού αποκτά πλέον μεγάλη σημασία.
Παράλληλα, με τον κατώτατο μισθό, ιδιαίτερα μετά τη σχεδιαζόμενη νέα αύξησή του, θα αμείβεται σχεδόν 1 στους 2 εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα, πιέζοντας από τη μια μεριά για νέες αυξήσεις στις αμοιβές όσων δεν αμείβονται με τον κατώτατο (δηλαδή για το άλλο 1/2), κάτι που δεν αντέχουν σήμερα οι επιχειρήσεις, όπως εκτιμούν εργοδοτικοί κύκλοι.