Η ΕΕ θα πρέπει να δαπανήσει το ένα πέμπτο του κοινοτικού προϋπολογισμού για την ασφάλεια και την ετοιμότητα για κρίσεις, καθώς εισέρχεται σε μια περίοδο αυξημένου κινδύνου από γεωπολιτικές εντάσεις και τις πιθανές προκλήσεις λόγω της κλιματικής αλλαγής, προειδοποίησε ο πρώην πρόεδρος της Φινλανδίας σε μια έκθεση ορόσημο για την ασφάλεια του μπλοκ.
«Το καθοριστικό καθήκον σήμερα είναι να διασφαλίσουμε ότι είμαστε σε θέση να παρέχουμε ασφάλεια στους Ευρωπαίους προβαίνοντας στις κατάλληλες προετοιμασίες για όλους τους πιθανούς κινδύνους και ότι η κλίμακα αυτών των κινδύνων είναι τεράστια», είπε ο Νιινίστρο την Τετάρτη παρουσιάζοντας την έκθεση που προσδιόριζε τις γεωπολιτικές εντάσεις και την κλιματική αλλαγή ως τις δύο μεγαλύτερες απειλές για την Γηραιά Ήπειρο.
Στην έκθεσή του ο Νιινίστρο συνιστά ότι «τουλάχιστον το 20% του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ συμβάλλει στην ετοιμότητα της ΕΕ για την ασφάλεια και την κρίση». Ο τρέχων προϋπολογισμός που διαρκεί μέχρι το 2027 ανέρχεται σε 1,2 τρισ. ευρώ — περίπου 1% του ΑΕΠ της ΕΕ.
Τα ευρήματά του ήρθαν εν όψει των τεταμένων διαπραγματεύσεων για τον επόμενο επταετή προϋπολογισμό του μπλοκ, με τις κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, να είναι ήδη απρόθυμες να κατυευθύνουν περισσότερα κονδύλια προς στις Βρυξέλλες.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρώην υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, επανέλαβε την έκκλησή της προς τις κυβερνήσεις της ΕΕ να αυξήσουν την ετοιμότητά τους απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα.
«Ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία είναι η μόνη μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλειά μας. . . Επομένως, πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, γνωρίζοντας ότι η προετοιμασία για το χειρότερο μπορεί να βοηθήσει να αποτραπεί το χειρότερο», είπε η φον ντερ Λάιεν.
Η προοπτική επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο μετά τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ την επόμενη εβδομάδα αυξάνει περαιτέρω την πίεση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες. Ο Τραμπ έχει απειλήσει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ ότι θα περιορίσει ριζικά την όποια στρατιωτική βοήθεια απέναντι στη Ρωσία εάν δεν εκπληρώσουν τον στόχο της συμμαχίας να δαπανήσουν το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα.
Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Νιινίστρο, η Φινλανδία εγκατέλειψε τη μακροχρόνια πολιτική της ουδετερότητας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ. Η δεύτερη και τελευταία του θητεία έληξε τον Απρίλιο.
ΕΕ και ασφάλεια: Πρέπει να αυξήσει τις κοινές αμυντικές δαπάνες
Η ΕΕ πρέπει να αυξήσει τις κοινές αμυντικές της δαπάνες, είπε ο πρώην Φινλανδός πρόεδρος, σημειώνοντας ότι «ο συνολικός όγκος των κονδυλίων της ΕΕ σε σύγκριση με τους εθνικούς προϋπολογισμούς είναι ανεπαρκής για να επηρεάσει πραγματικά την αγορά [άμυνας]».
Ο Νιινίστρο συνέστησε στους ευρωπαίους πολίτες να είναι έτοιμοι να αποθηκεύουν αγαθά που θα διαρκέσουν τουλάχιστον 72 ώρες.
Υποστήριξε επίσης τις ιδιωτικές επενδύσεις στον αμυντικό τομέα και την αλλαγή της εντολής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων ώστε να της επιτραπεί να επενδύσει σε αυτόν τον τομέα. Τα κονδύλια της ΕΕ που προορίζονται για την ανταγωνιστικότητα θα μπορούσαν να διατεθούν με γνώμονα τις ανάγκες ασφάλειας, είπε.
Αλλά ο Νιινίστρο δεν υποστήριξε αυτή τη φορά ένα νέο κοινό ομόλογο της ΕΕ για την άμυνα – κάτι που κράτη μέλη όπως η Γαλλία έχουν υπερασπιστεί, αλλά οι δημοσιονομικά συντηρητικές χώρες όπως η Ολλανδία και η Γερμανία αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα.
Η φον ντερ Λάιεν πρότεινε νωρίτερα αυτό το έτος να χρησιμοποιηθούν κονδύλια της ΕΕ για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και την από κοινού προμήθεια όπλων, υιοθετώντας μια αντίστοιχη τακτική όπως συνέβη με το πρόγραμμα προμήθειας εμβολίων Covid-19, αλλά κράτη μέλη όπως η Γερμανία ήταν επιφυλακτικά να υποστηρίξουν αυτήν την πρόταση.
Την Τετάρτη, η φον ντερ Λάιεν είπε ότι πρόσθετα κεφάλαια για την άμυνα θα πρέπει να προέρχονται είτε από τις συνεισφορές των κρατών μελών είτε από τη δημιουργία νέων ροών ιδίων εσόδων για τον προϋπολογισμό. «Σε ένα από αυτά τα δύο στοιχεία, πρέπει να αποφασίσουμε πώς θα προχωρήσουμε», είπε.