Σε ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή της τηλεργασίας στο Δημόσιο, το μπόνους παραγωγικότητας και τον κλάδο επιτελικών στελεχών, αναφέρθηκε ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης, μιλώντας σε στρογγυλό τραπέζι με εκπροσώπους κομμάτων, στο 1ο φόρουμ «Δημοσίων πολιτικών και Δημιουργικής Δημοσιοϋπαλληλίας» της Ένωσης Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΝΑΠ ΕΣΔΔΑ).
Παράλληλα, με αφορμή τις έκτακτες προσλήψεις για τις ανάγκες της πανδημίας, που πραγματοποιήθηκαν παρακάμπτοντας τις σχετικές διαδικασίες, ο κ. Βορίδης μίλησε για την ανάγκη θεσμοθέτησης «ειδικών ομάδων δράσης». Οι ομάδες αυτές θα πρέπει να είναι ευέλικτες, ώστε να επεμβαίνουν σε υπηρεσίες που αντιμετωπίζουν έκτακτες συνθήκες, να λύνουν τη δυσλειτουργία και να αποχωρούν όταν η υπηρεσία επανέλθει στην κανονικότητά της. Ο υπουργός έφερε ως παράδειγμα δυσλειτουργίας τις χιλιάδες αιτήσεις για άδειες παραμονής που έχουν συσσωρευτεί στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Για την τηλεργασία, ο κ. Βορίδης ανέφερε ότι έχει εκδοθεί από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων το Προεδρικό Διάταγμα, του οποίου τις υποδείξεις εξετάζει το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής και εκτίμησε ότι σε 1 – 1,5 μήνα, θα έχει εκδοθεί το προεδρικό διάταγμα (ΠΔ) για την εφαρμογή του στο Δημόσιο από την 1η Ιανουαρίου 2023. Όπως είπε ο υπουργός, παράλληλα με το ΠΔ, θα εκδοθεί κοινή υπουργική απόφαση που θα καθορίζει τις ειδικές κατηγορίες ευπαθών και ασθενών, που όπως προβλέπεται στον σχετικό νόμο, θα έχουν ειδική προτεραιότητα.
Σχετικά με το μπόνους παραγωγικότητας, ο κ. Βορίδης δήλωσε ότι προετοιμάζεται η υπουργική απόφαση με την οποία θα καθοριστούν τα κριτήρια με τα οποία θα δοθεί η έκτακτη ανταμοιβή. Υπενθυμίζεται ότι το πριμ μπορεί να φτάσει έως και το 15% του αθροίσματος του ετήσιου βασικού μισθού και του επιδόματος θέσης ευθύνης κάθε υπαλλήλου και θα χορηγείται με απόφαση του προϊσταμένου, βάσει της επίτευξης ποσοτικών στόχων. Στην πιλοτική του εφαρμογή, το μέτρο αφορά πολιτικούς υπαλλήλους και το ένστολο προσωπικό του δημοσίου τομέα, οι οποίοι, λόγω αρμοδιότητας, υλοποιούν συγκεκριμένους στόχους των ετήσιων σχεδίων δράσης των υπουργείων, υπαλλήλους που εμπλέκονται σε έργα του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» και στην υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ε.Ε., σε προσωπικό των γενικών διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών των υπουργείων και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και σε δικαστικούς υπαλλήλους που υλοποιούν στόχους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0».
Αναφερόμενος στον κλάδο Επιτελικών Στελεχών και στο γεγονός ότι οι θέσεις που προορίζονταν για αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης δεν συμπληρώθηκαν, ο υπουργός Εσωτερικών σημείωσε ότι εξετάζονται μέτρα, ώστε η διαδρομή καριέρας να γίνει ελκυστικότερη για τους αποφοίτους και να αναθερμανθεί το ενδιαφέρον τους για τον νέο κλάδο.
Ο τομεάρχης Εσωτερικών και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Ζαχαριάδης, τόνισε την ανάγκη μιας νέας στρατηγικής για τη λειτουργία του δημοσίου τομέα , καθώς όπως τόνισε «έχουμε μπει σε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων και ανακατατάξεων και η στρατηγική για να μπορέσουμε να τις αντιμετωπίσουμε είναι να υπηρετήσουμε το δημόσιο συμφέρον και να βάλουμε και ρυθμίσεις στην ιδιωτική αγορά».
Από την πλευρά του ο Παύλος Χρηστίδης, μέλος του πολιτικού συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «έχει κάνει ρεκόρ κατάχρησης της δυνατότητας να τοποθετεί προϊσταμένους με ανάθεση εκτός διαδικασιών ΑΣΕΠ, με πελατειακά και κομματικά κριτήρια». Επισήμανε ακόμη, ότι το κράτος επί διακυβέρνησης της ΝΔ «είναι συγκεντρωτικό και επιτελικό στην εξουσία, αλλά είναι αποκεντρωτικό στην ευθύνη, μιας και για αυτή για όλα φταίνε συνήθως κάποιοι δημόσιου υπάλληλοι».
Ο βουλευτής του ΚΚΕ, Χρήστος Κατσώτης, τέλος, τόνισε ότι «το κράτος δεν μπορεί να αυτονομηθεί από την κάθε φορά κυρίαρχη τάξη, ούτε να στραφεί εναντίον της, καθώς αποτελεί δικό της εργαλείο», ενώ επισήμανε ότι οι λύσεις που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχαν ταξικό πρόσημο.
Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων Μαρία Κουζινοπούλου.