Θύμα των προεκλογικών σκοπιμοτήτων για διανομή επιδομάτων και των ετήσιων πολιτικών αναγκών για κοινωνικά μερίσματα έχουν πέσει την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τα κονδύλια για τις δημόσιες επενδύσεις, τα οποία την τελευταία 4ετία έχουν περικοπεί κατά 2,3 δισ. ευρώ.
Το θέμα βρέθηκε στην κορυφή των παρατηρήσεων της πρόσφατης έκθεσης του ΔΝΤ ως προϋπόθεση για την ανάκαμψη της οικονομίας. Οι οικονομολόγοι του Ταμείου, βγαίνοντας από... τα αριστερά στην κυβέρνηση, της συνιστούν να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις προκειμένου να μειώσει το κόστος παραγωγής σε μια σειρά από τομείς, όπως π.χ. της ενέργειας, των κατασκευών και των μεταφορών, αναφέρει το newmoney.
Πίσω από το σκεπτικό του ΔΝΤ κρύβεται το γεγονός ότι η χώρα βγαίνει από μια μεγάλη οικονομική κρίση και έχει τεράστιες ελλείψεις. Το ότι υπάρχουν ακόμα λιμάνια και αεροδρόμια ανεπαρκή, νησιά όπου δεν μπορούν να μαζέψουν τα σκουπίδια και στα οποία δεν επαρκεί το ηλεκτρικό ρεύμα και το νερό είναι θέματα που επηρεάζουν το επενδυτικό κλίμα και τη ζήτηση σε τομείς όπως ο τουρισμός και συνακόλουθα τα έσοδα για την ελληνική οικονομία.
Τη στιγμή που η οικονομία διψά για κάθε λογής επενδύσεις και πολλές κρατικές υποδομές βρίσκονται στα όριά τους -και με δεδομένη την ιδεοληψία της κυβέρνησης έναντι των ιδιωτικών επενδύσεων-, θα περίμενε κανείς ότι θα προωθούσε τουλάχιστον με θέρμη τις δημόσιες επενδύσεις. Για το θέμα υπήρχε άλλωστε ειδική αναφορά στο περίφημο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, όπου γινόταν λόγος όχι απλώς για ενίσχυση των κονδυλίων, αλλά ότι αυτά θα έπρεπε να εξαιρεθούν από τους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας, δηλαδή από τους ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους. Αντ’ αυτού, οι περικοπές συνεχίστηκαν όχι μόνο κατά τη διάρκεια του τρίτου μνημονίου, αλλά και μετά το τέλος του, το 2019.
Η κυβέρνηση, ελεύθερη πλέον από τους θεσμούς, σχεδίασε και κατέθεσε τον πρώτο δικό της Προϋπολογισμό. Με το «καλημέρα» οι δημόσιες επενδύσεις περικόπηκαν κατά 550 εκατ. ευρώ, καθώς από τα 7,3 δισ. του προσχεδίου προσγειώθηκαν στα 6,75 δισ. Το εντυπωσιακό είναι ότι από τον Προϋπολογισμό του 2019 εξοικονομήθηκαν περί τα 2 δισ. ευρώ από τις συντάξεις και πάλι όμως το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) δεν ενισχύθηκε, καθώς προτιμήθηκε η ενίσχυση της επιδοματικής πολιτικής. Η ειρωνεία είναι ότι, σύμφωνα με το κυβερνητικό αναπτυξιακό σχέδιο, «το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είναι το κύριο χρηματοδοτικό εργαλείο για την Εθνική Στρατηγική Ανάπτυξης».
Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο για το μέλλον, καθώς με τον περιορισμό των κονδυλίων του ΠΔΕ λόγω των επιλογών του ΣΥΡΙΖΑ, καταγράφεται το φαινόμενο έλλειψης μελετών για την υλοποίηση έργων και ειδικότερα έργων μεγάλου προϋπολογισμού, τα οποία αποτελούν είδος προς εξαφάνιση, υποθηκεύοντας τους μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Κοινωνικό μέρισμα Vs επενδύσεων
Να επισημανθεί ότι σε κάθε επένδυση ενός ευρώ μέσω δημοσίων επενδύσεων υπολογίζεται πως αποδίδει και γυρίζει στην οικονομία περίπου άλλο ένα ευρώ, ωστόσο η κυβέρνηση επέλεξε την τελευταία τετραετία να ενισχύσει την εκλογική της επιρροή μέσω επιδομάτων.
■ Το 2016 η κυβέρνηση έκοψε ΠΔΕ κατά 466 εκατ. ευρώ, ενώ βρήκε χρήματα για την καταβολή κοινωνικού μερίσματος ύψους 717 εκατ. ευρώ, μειώνοντας παράλληλα το αφορολόγητο όριο, ενώ αύξησε την εισφορά αλληλεγγύης και τον ΦΠΑ.
■ Το 2017 το ΠΔΕ περιορίστηκε στα 800 εκατ. ευρώ, ωστόσο η κυβέρνηση επέλεξε να διανείμει κοινωνικό μέρισμα ύψους 775 εκατ. ευρώ, αφού προηγουμένως αυξήθηκαν εκ νέου οι έμμεσοι φόροι και καταργήθηκαν φοροαπαλλαγές.
■ Το 2018 συνεχίστηκε η παράδοση που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ περικόπτοντας κατά 513 εκατ. ευρώ το ΠΔΕ, προκειμένου να βρεθεί ο αναγκαίος δημοσιονομικός χώρος για την καταβολή 710 εκατ. ευρώ ως κοινωνικού μερίσματος.
Λάθος κατανομή
Το πρόβλημα του περιορισμού των δημοσίων επενδύσεων είναι μεγάλο για τομείς που έσυραν το κάρο της πρώτης αναιμικής ανάπτυξης που καταγράφηκε στα χρόνια των μνημονίων, όπως ο τουρισμός. Επενδύσεις σε νέες μαρίνες, υποδομές για νέες μορφές τουρισμού, όπως γκολφ ή για παράδειγμα πίστα αγώνων, συνεδριακά και εκθεσιακά κέντρα, υποδομές δηλαδή που θα συμβάλουν στο να αναστραφεί η εποχικότητα θα μπορούσαν να συμβάλουν στη διατήρηση της ανοδικής πορείας του κλάδου, σε μια εποχή που οι ανταγωνιστικοί προορισμοί ανακάμπτουν.
Στην ίδια κατεύθυνση, την ενίσχυση του τουριστικού προϊόντος και όχι μόνο, κινείται η ανάγκη ενίσχυσης των υποδομών κοινής ωφέλειας. Οπως αναφέρει σε μελέτη του ο ΣΕΒ, τη διετία 2015-2016 οι δημόσιες επενδύσεις σε τομείς κοινής ωφέλειας, όπως η Αστυνομία, ανήλθαν σε μόλις 3 εκατ. ευρώ, ενώ δεν δαπανήθηκε ούτε 1 ευρώ για επενδύσεις στην Πυροσβεστική (δεν περιλαμβάνεται η δασοπυρόσβεση), στα δικαστήρια και τις φυλακές.
Συγκεκριμένα, δαπανά λιγότερα σε υποδομές παιδείας (2,5% έναντι 10,4% στην Ε.Ε.-28), υγείας (1,4% έναντι 7,9% στην Ε.Ε.-28), κοινωνικής προστασίας (1,3% έναντι 2,3% στην Ε.Ε.-28) και δημόσιας τάξης και ασφάλειας (0% έναντι 3,1% στην Ε.Ε.-28).
Συνολικά παρατηρείται, πέραν της απομείωσης των κονδυλίων και ανισοβαρούς κατανομής τους, καθώς περίπου το μισό πρόγραμμα κατευθύνεται σε οδικά έργα. Δεν είναι τυχαίο το ότι, παρά τις τεράστιες επενδύσεις σε υποδομές μεταφορών μέχρι σήμερα, η χώρα μόλις τώρα ολοκληρώνει ένα σύγχρονο οδικό δίκτυο μεγάλων αυτοκινητόδρομων, ενώ εξακολουθεί να διαθέτει ανεπαρκείς υποδομές λιμένων, αεροδρομίων και ενεργειακών διασυνδέσεων, που είναι κατώτερες των περιστάσεων και έτσι εμποδίζουν την περαιτέρω ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Σε παροιμιώδη επίπεδα ανέρχεται την ίδια στιγμή σπατάλη των κονδυλίων που διατίθενται κάθε χρόνο, για τη στέγαση και τις υποδομές κοινής ωφέλειας, καθώς το σύνολο του 3,1% του προϋπολογισμού επενδύσεων (έναντι 6,2% στην ΕΕ-28) κατευθύνεται στην παροχή νερού, ένδειξη και πάλι του απαρχαιωμένου συστήματος διαχείρισης υδάτινων πόρων.