Δεδομένη θεωρείται στην Κουμουνδούρου η «απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές» του Στέφανου Κασσελάκη!
Για τον σκοπό αυτό και ανεξάρτητα από τη μορφή που αυτή θα λάβει στο τέλος (απλή απαγόρευση συμμετοχής με τροποποίηση του καταστατικού ή διαγραφή από το κόμμα) έχουν συμμαχήσει τα «ορφανά του Τσίπρα» ομού μετά του «13-0» καταδικασθέντος σε διετή φυλάκιση με τριετή αναστολή (ήδη διάγει την τριετία της αναστολής) τον Φεβρουάριο 2022 από το Ειδικό Δικαστήριο «για παράβαση καθήκοντος» (όντας υπουργός) και αποκαλούμενου «γιου της δρακογενιάς» Νίκου Παππά και την αμέριστη συνδρομή του Παύλου Πολάκη.
«Όλοι τους και μόνος του» (άντε και με την Τζάκρη παρέα) εξελίσσεται αυτή η ιστορική ως ψυχόδραμα και κομματική φαρσοκωμωδία σύγκρουση στο ιστορικό αριστερό περιβόλι, όπου, κατά περιόδους, έχουν καλλιεργηθεί με μεγάλη επιτυχία δολοφονίες (όχι μόνο χαρακτήρα), βασανισμοί, εξανδραποδισμοί, εξαφανίσεις, στημένες δίκες και κάθε λογής βασανιστήρια στο όνομα της «κομματικής νομιμοφροσύνης», την οποία, βεβαίως, εγγυώνται και ερμηνεύουν αποκλειστικά τα στελέχη που νέμονται τα καθοδηγητικά όργανα και υπερασπίζονται σθεναρά το κομματικό και προσωπικό βιός τους.
Ότι σήμερα απέναντι στον «αιρετικό» Κασσελάκη οι αντιδράσεις της γραφειοκρατικής καμαρίλας περιορίζονται μόνο «στην απαγόρευση, με κάθε τρόπο, της συμμετοχής στις εκλογές» είναι πρόοδος.
Σε προηγούμενα χρόνια το πιθανότερο «θα του έκοβαν τα αυτιά» ( κατά τον σύντροφο Καρανίκα) προς γνώσιν και συμμόρφωσιν και για να μάθει ότι η επανάσταση είναι πάντα υπόθεση των «ειδικών» που γνωρίζουν από πριν το συμφέρον των μαζών.
Δεν είναι προς θάνατο! Η αριστερά παγκοσμίως και στην Ελλάδα βρίθει περιπτώσεων που «διαφωνούντες» η «επικίνδυνοι για την κομματική τάξη και ασφάλεια» οδηγήθηκαν στο απόσπασμα καταγγελλόμενοι από τους ηγέτες τους ως «πράκτορες των Αμερικάνων και της Ιντέλλιτζενς Σέρβις, που τρώνε τα αργύρια της προδοσίας τους στην Αμερική» και «δολοφονήθηκαν» πρώτα στην συνείδηση των «ταλαίπωρων» αγωνιστών και μετά στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο Στέφανος Κασσελάκης φτηνά την γλιτώνει και ταυτόχρονα απαντάει και στο βασανιστικό ερώτημα «με τον ΣΥΡΙΖΑ ή χωρίς αυτόν;»
Ευτυχώς ή δυστυχώς η απάντηση είναι μονόδρομος: όλες οι σοβαρές επιλογές για το πολιτικό μέλλον ακόμη κι ενός Κασσελάκη είναι έξω από αυτόν τον παρακμιακό και σαπισμένο κομματικό μηχανισμό των εγκάθετων άεργων ιδεοληπτικών και των εμμονικών με την καρέκλα δήθεν επαναστατών της τσέπης.
Ακόμη και αν του επέτρεπαν να λάβει μέρος στις εκλογές η συμμετοχή του και-το σημαντικότερο-η βέβαιη νίκη του απέναντι σε οποιονδήποτε αντίπαλο θα ήταν άνευ σημασίας, καθώς το σύνολο της σημερινής γραφειοκρατικής κάστας της Κουμουνδούρου είτε θα μετανάστευε αμέσως προς άλλες κατευθύνσεις, είτε θα παρέμενε στο κόμμα για να επαναλάβει και πάλι την καθημερινή υπονόμευση και την διαβρωτική δήθεν κριτική.
Μια από τα ίδια! Εκεί ακριβώς άλλωστε βρίσκεται το πρόβλημα: η αγωνία των κομματικά νομομφρόνων προκύπτει από το γεγονός πως κανείς τους δεν έχει τύχη αν κληθεί να αναμετρηθεί απέναντι στον Κασσελάκη, η βάση (όση απόμεινε) της Κουμουνδούρου είναι «για θάνατο με τον Αμερικάνο».
Οι κομματοκράτορες το γνωρίζουν αυτό και εξ αυτού διαγκωνίζονται για ένα εκλογικό περιβάλλον προστατευμένο και περιοριστικά ασφαλές, ώστε να αναπαραχθεί η εξουσία τους χωρίς τον κίνδυνο της ακύρωσης της.
Ούτε το καταστατικό, ούτε οι διατάξεις του τους ενδιαφέρουν, ποτέ, άλλωστε, δεν ασχολήθηκαν με «νομικίστικές διατυπώσεις», γι’ αυτούς όλα τα θέματα είναι πολιτικά και πολιτικά λύνονται. Στη λογική αυτή χρησιμοποιήθηκαν για να εξοβελιστεί ο αποτυχημένες εφοπλιστής κομματικά όργανα που δεν είχαν κανένα δικαίωμα να αποφασίσουν για τη δήθεν έκπτωση του κ. Κασσελάκη παρά την «άρνηση» του καταστατικού του κόμματος να την συνδέσει αυτόματα με την έγκριση μιας Πρότασης Μομφής.
Να διαγράψουν τον κ. Κασσελάκη, όπως η μοναδική παγκοσμίως προσληφθείσα ως καθαρίστρια δήμου (της Θεσσαλονίκης επί Μπουτάρη) που προβιβάστηκε σε υπουργό κι έχει πιάσει μόνιμο βουλευτικό στασίδι, κυρία Νοτοπούλου διατείνεται, είναι αστείο.
Η απαγόρευση συμμετοχής του θα έχει απλούστερο διοικητικό χαρακτήρα, αλλά θα είναι το ίδιο επαρκής για τη δουλειά που την χρειάζονται.