Μπορεί ο πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, να άφησε ανοιχτό παράθυρο για αλλαγές στο σύστημα φορολόγησης των επαγγελματιών, ωστόσο αυτό δεν πρόκειται να συμβεί φέτος. Θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί η διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων και εφόσον διαπιστωθεί ότι υπάρχουν αδικίες, θα γίνουν διορθωτικές κινήσεις.
Το πιθανότερο όμως είναι τη λύση να τη δώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο οι επαγγελματίες καταθέτουν την ερχόμενη Δευτέρα αίτηση ακύρωσης του σχετικού νόμου, αλλά κυρίως της απόφασης της ΑΑΔΕ (Α1055/2024), που αφορά στον καθορισμό της διαδικασίας αμφισβήτησης του ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, του χρόνου διενέργειας του ελέγχου, η οποία αποτελεί την πρώτη χρονικά μετά την ψήφιση του νόμου κανονιστική και διοικητικά προσβλητέα πράξη εφαρμογής του, αναφέρει το capital.gr.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο, πριν προβούν σε οποιαδήποτε αλλαγή, θα περιμένουν την απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το ελληνικό Δημόσιο εισπράττει από τους επαγγελματίες λιγότερα από τα μισά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες στην Ελλάδα σε αναλογία με τους απασχολούμενους είναι πολύ περισσότεροι σε σχέση με την Ε.Ε. (η συμμετοχή των ελεύθερων επαγγελματιών στην Ελλάδα είναι 27%, υπερδιπλάσια σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 13%), η εικόνα για τη χώρα μας επιδεινώνεται. Επί της ουσίας το ελληνικό δημόσιο εισπράττει από τους ελεύθερους επαγγελματίες το ένα τέταρτο του φόρου εισοδήματος που εισπράττουν οι άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε. από τη συγκεκριμένη ομάδα φορολογουμένων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ από τους 735.000 χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες, οι 500.000 περίπου έχουν εισοδήματα μόνο από την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος, ενώ οι 250.000 έχουν εισοδήματα και από μισθούς/συντάξεις. Το 54% των αμιγώς ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνουν μηδενικό εισόδημα, ενώ το 85% αυτών δηλώνει ετήσιο εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ.
Φορολόγηση με βάση τα MyDATA
Στην περίπτωση λοιπόν που το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίνει ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός και προχωρήσει στην ακύρωσή του, το οικονομικό επιτελείο και η ΑΑΔΕ θα σφίξουν τα λουριά στα ηλεκτρονικά βιβλία.
Υπενθυμίζεται ότι με απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γ. Πιτσιλή, τα έσοδα που υποβάλλονται στη δήλωση ΦΠΑ δεν μπορεί να είναι λιγότερα από αυτά που διαβιβάζονται στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA και, αντίστοιχα, τα έξοδα που υποβάλλονται στη δήλωση ΦΠΑ δεν μπορεί να είναι περισσότερα από αυτά που διαβιβάζονται στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA.
Πλέον η φορολογική διοίκηση έχει τα δεδομένα των συναλλαγών των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΑΑΔΕ, τον Ιανουάριο που υποβλήθηκαν οι δηλώσεις ΦΠΑ του Δεκεμβρίου (απλογραφικά και διπλογραφικά το ποσοστό των εσόδων αυτών που δήλωσαν οι ίδιοι οι φορολογούμενοι σε σχέση με τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της ηλεκτρονικά, ήταν σε ποσοστό 67% ταυτόσημο, ενώ των εξόδων σε μόλις 30,73%. Τον Απρίλιο με την υποβολή των δηλώσεων ΦΠΑ (από επιχειρήσεις και επαγγελματίες) τα ανωτέρω ποσοστά εκτοξεύτηκαν. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των εσόδων έφθασε το 88% και των εξόδων το 63,64%. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι σιγά-σιγά δυσκολεύουν τα πράγματα και δεν μπορούν να αλλοιωθούν τα δεδομένα.
Μάλιστα από τον επόμενο μήνα οι αποκλίσεις περιορίζονται από το 30% στο 20% για τα έξοδα και στα έσοδα στο 5%. Στόχος είναι μέχρι το τέλος του έτους οι αποκλίσεις να μηδενιστούν.
Αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχουν τη δυνατότητα διόρθωσης των στοιχείων. Ουδείς θα μπορεί να αυξήσει τα έξοδά του, αλλά αντίθετα θα μπορεί να αυξήσει τα έσοδά του. Συγκεκριμένα, θα μπορεί μόνο να προσθέσει και άλλα έσοδα και ΦΠΑ που πρέπει να πληρώσει, αν έχει κόψει τιμολόγια πωλήσεων τα οποία τυχόν δεν είχαν διαβιβαστεί εντός 24 ωρών στην ΑΑΔΕ, π.χ. λόγω απώλειας σύνδεσης ή αν εκδόθηκαν χειρόγραφα λόγω κάποια ειδικής εξαίρεσης (λόγω πολύ χαμηλού ετήσιου τζίρου κ.λπ.).
Με τον τρόπο αυτό, η ΑΑΔΕ έχει διασφαλίσει τη δήλωση των πραγματικών δαπανών των επιχειρήσεων και ως εκ τούτου του αναλογούντος ΦΠΑ που πρέπει να αποδοθεί στο δημόσιο από τις επιχειρήσεις.
Παράλληλα γίνονται σκέψεις τα απλό τιμολόγιο έως 100 ευρώ να γίνεται αποκλειστικά μέσω ηλεκτρονικών πληρωμών. Οπότε και με την κίνηση αυτή τα έξοδα θα είναι στο σύνολό τους γνωστά από τη φορολογική διοίκηση. Με τα ανωτέρω δεδομένα η φορολογική διοίκηση θα έχει το σύνολο των πραγματικών στοιχείων και σε συνδυασμό με την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών η φορολόγηση των επαγγελματιών θα μπει σε μια ορθολογική βάση.