H τραγωδία στα Τέμπη σηματοδοτεί αλλαγές στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα στην χώρα και την συναισθηματική φόρτιση της κοινωνίας και ιδιαίτερα της κοινωνίας , αλλά και στις κοινωνικές, πολιτικές διεργασίες χωρίς να φαίνεται να φέρνει ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό. Μέχρι τώρα αναλυτές προσέγγιζαν την πραγματικότητα που διαμορφώνεται με βάση τα σκεπτικά, την λογική ανάλυση.
Αυτή την εβδομάδα είχαμε τρεις δημοσκοπήσεις που αποτύπωσαν την εικόνα της στιγμής. Όλες οι άλλες βασικές εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει. Όσο και αν σε κάποιους δεν άρεσαν, κάποιοι επικαλούμενοι το αν είναι σωστό, τα αποτελέσματά τους μας δίνουν πολύτιμο υλικό. Όσον αφορά δε στο πότε μπορούν να γίνονται έρευνες κοινής γνώμης και να δημοσιοποιούνται, η απάντηση είναι απλή: Πάντα. Όλα τα άλλα είναι υποκρισίες δημοσιογράφων και πολιτικών που αφού λένε βαρύγδουπες ηθικολογίες, μετά παίρνουν και κανένα τηλέφωνο κάποιον γνωστό τους δημοσκόπο για να μάθουν αν μετράει και « τι βγάζει».
Κάποια στελέχη δε ενημερώνονται από τα κόμματά τους, αφού σχεδόν όλα έχουν από μια δημοσκόπηση στα γραφεία τους, ανεξάρτητα από το τι λένε στελέχη τους Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα.
Το πραγματικό ερώτημα που τίθεται είναι: Αυτά τα αποτελέσματα των πρώτων δημοσκοπήσεων δείχνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του τι φέρνει η τραγωδία σε πολιτικό επίπεδο; Η απάντηση είναι όχι. Η τραγωδία είναι νωπή, οι πολιτικές διεργασίες είναι σε αρχικό στάδιο, ο συναισθηματισμός των πολιτών βρίσκεται στο ύψιστο σημείο και αυτό σε συνδυασμό με την έντονη κομματική πόλωση που έτσι κι αλλιώς προυπήρχε διαμορφώνουν την εικόνα της στιγμής. Η πραγματική αποτίμηση της τραγωδίας θα γίνει σε δεύτερο και τρίτο στάδιο, θα φανεί από συνεχείς έρευνες και πολλά θα εξαρτηθούν από την διαχείριση της κρίσης από την Κυβέρνηση και όλα τα κόμματα.
Σε κάθε περίπτωση όμως για να μελετηθεί η εξέλιξη του φαινομένου είναι αναγκαίο, να διαπιστωθούν τάσεις σε μία ή άλλη κατεύθυνση είναι να έχεις μια αρχική βάση δεδομένων. Τι μπορούμε να αντλήσουμε επομένως από τα πρώτα ευρήματα των ερευνών;
ΠΡΩΤΟ: Υπάρχει μια διάχυτη θλίψη και ένας θυμός για την απροσδόκητη απώλεια 57 ζωών. Την ηρεμία ότι μπορούμε να ταξιδεύουμε με ασφάλεια έχει διαδεχθεί μια ανασφάλεια, ένας θυμός σε όλα τα κοινωνικά ακροατήρια και ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους που ταυτίζονται με τους νέους που χάθηκαν τόσο άδικα, τόσο απροσδόκητα επειδή ένας Σταθμάρχης και οι γύρω απ΄αυτόν ήταν από άσχετοι μέχρι κτηνωδώς αδιάφοροι και ένα
Κράτος , ένας ολόκληρος Οργανισμός σαν τον ΟΣΕ συζητούσε επί είκοσι χρόνια για τα νέα συστήματα ασφαλείας και δεν μπορούσε να τα εγκαταστήσει, ενώ από την περίφημη σύμβαση 717 του 2014 πέρασαν κοντά δέκα χρόνια χωρίς να υλοποιηθεί.
Στην πραγματικότητα δεν έχει έρθει στην επιφάνεια μόνο το θέμα της ασφάλειας των τρένων, αλλά το συνολικό θέμα σε τι χώρα ζούμε, τι Κράτος έχουμε και αυτό συνιστά σημαντική μεταβολή της ατζέντας του πολιτικού διαλόγου.
Η ποιότητα λειτουργίας θυλάκων του βαθιού Κράτους, η αμεριμνησία διοικούντων, ή έλλειψη κάθε ελέγχου- αξιολόγησης- αξιοκρατίας , ο ωχαδελφισμός τμήματος των δημοσίων υπαλλήλων, η αποτελεσματικότητα του Πολιτικού Συστήματος στο σύνολό του, η αλήθεια για Οργανισμούς που μας έχουν κοστίσει δισεκατομμύρια και οι σκανδαλώδεις συμβάσεις με Ιδιώτες , ο τρόπος που γίνονται οι Μελέτες για τα δημόσια έργα , όλα αυτά μαζί έρχονται στην επιφάνεια και θα απασχολήσουν τον διάλογο στην πορεία προς τις εκλογές.
ΔΕΥΤΕΡΟ: Όπως ήταν αναμενόμενο , η Ν.Δ υφίσταται σημαντικές φθορές και η Ν.Δ πέφτει κατά μέσο όρο 4% στην πρόθεση ψήφου. Ωστόσο το πραγματικό εύρημα δεν είναι αυτό. Αυτό το περιμέναμε όλοι και δεν ήταν ανάγκη κάποιος να είναι μετρ των πολιτικών αναλύσεων για να το προβλέψει. Στην πραγματικότητα το μέγεθος της ζημιάς έμενε να μετρηθεί. Το πραγματικό εύρημα είναι ότι την ώρα που η Ν.Δ χάνει 4 μονάδες, το δεύτερο και τρίτο κόμμα δεν εισπράττουν τίποτα. Ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί έχει επιλέξει μια στρατηγική που οδηγεί ευρύτατα τμήματα του Κέντρου και της Μεταρρυθμιστικής Αριστεράς να έχουν κατεβάσει τα ρολά και να μην μπορούν να διανοηθούν ότι μπορεί να υπάρχει μια επιστροφή του στην εξουσία. Ο ΣΥΡΙΖΑ με την τακτική του έχει χάσει την δυνατότητά του να πείθει τους θεσμικούς και να γίνεται ελκυστικός στους αντισυστημικούς.
Από την μεριά του το ΠΑΣΟΚ μέσα στην απροσδιοριστία της στρατηγικής του και τον μετεωρισμό του μεταξύ ανανέωσης και παρελθόντος, αγνοώντας ολόκληρα τμήματα της ιστορικής του πορείας, δεν φαίνεται να πείθει ότι κάτι νέο, σύγχρονο, δυναμικό γεννιέται , ούτε βέβαια να ξεχαστεί το γεγονός ότι έχει κυβερνήσει μόνο του ή με την Ν.Δ ( 2012-2015) την χώρα. Στην ουσία Ν.Δ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι τα τρία κόμματα που έχουν κυβερνήσει την χώρα , άρα λίγο ή πολύ, δικαίως ή αδίκως επιμερίζονται ευθύνες και το Κράτος του σήμερα, ότι και αν πουν , ότι και αν φωνάξουν.
Ακριβώς γι ΄αυτό και οφείλουν να μην παρασυρθούν σε μια άγονη αντιπολίτευση, αναλαμβάνοντας ευθαρσώς ευθύνες τους, μη συγκαλύπτοντας βεβαίως τις ευθύνες της σημερινής Κυβέρνησης που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι Κυβέρνηση ενός χρόνου , αλλά Κυβέρνηση που θα ολοκληρώσει μια πλήρη θητεία. Άλλωστε υπάρχει μια υφέρπουσα αμφισβήτηση των κομμάτων και δη των συστημικών, αφού επανειλημμένες έρευνες δείχνουν εμπιστοσύνη μεταξύ 15%-18% απέναντι στο Πολιτικό Σύστημα.
Το ίδιο ισχύει και για το συνδικαλιστικό κίνημα που η εμπιστοσύνη απέναντι σ΄ αυτό κινείται στο πλαίσιο του 12%-15%. Έτσι διάλογοι του επιπέδου « εγώ τα έκανα όλα τέλεια »ή κινητοποιήσεις που στο όνομα της συγκίνησης με συνθήματα υπέρ της αξιοκρατίας και της αξιολόγησης από όσους επί δεκαετίες πολέμησαν κάθε τέτοια έννοια ή εναντίωσης απέναντι σε ιδιωτικοποιήσεις όταν κάποιες από αυτές τις υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ και την ευθύνη της κατάστασης του ΟΣΕ και του σιδηροδρομικού δικτύου την έχει ο κρατικός ΟΣΕ, θα έχουν καταστροφικά αποτελέσματα για αυτούς. Πρακτικά δουλεύουν για να στρώσουν το χαλί σε άλλους.
ΤΡΙΤΟ: Ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι; Ποιοι σ΄ αυτή την φάση φαίνεται να κερδίζουν κάτι; Στις έρευνες είναι σαφές: Κερδίζουν τα πιο μικρά κόμματα ( Κ.Κ.Ε, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ , ΜΕΡΑ 25) και κόμματα που σήμερα είναι εκτός Βουλής από τα ακροδεξιά και τα ακροαριστερά . Το δε κόμμα Κασιδιάρη διατηρεί αν δεν αυξάνει τις δυνάμεις του , εμφανιζόμενο ως η πιο καθαρή αντισυστημική λύση που πάει να το αποκλείσει το « Σύστημα». Παράλληλα ανεβαίνει ο αριθμός των αναποφάσιστων, διευρύνεται συνολικά η γκρίζα ζώνη σημαντικό τμήμα της οποίας διαθέτει αντισυστημικά αντανακλαστικά (Περίπου οι μισοί επιλέγουν τον κανένα για Πρωθυπουργό και αντίστοιχο ποσοστό αναζητά μια άλλη Κυβέρνηση από τα κρατούντα σενάρια.
Ο κίνδυνος είναι ορατός. Το μεγάλο πρόβλημα πια δυστυχώς δεν είναι πως θα μοιραστούν οι ζημιές μεταξύ των κρατούντων κομμάτων, αλλά πως δεν θα διακυβευτεί παραπέρα η εμπιστοσύνη προς το Πολιτικό Σύστημα. Ο ξυλοδαρμός του Γ. Βαρουφάκη, οι αποδοκιμασίες προς τον Δ. Βίτσα , η καταστροφή του Μνημείου των θυμάτων κάποιων « οργισμένων» και άλλα φαινόμενα των ημερών δείχνουν ένα κίνδυνο. Βέβαια δεν υπάρχει μόνο η τυφλή οργή, το μίσος στο όνομα του πόνου. Υπάρχει και η οργή αυτών που που εκφράζονται εντός του συστήματος, αυτών που ανησυχούν, αυτών που δεν αντέχουν τους βρυκόλακες του εθνικού πόνου.
Αυτά προκύπτουν αυτή την στιγμή. Ο χρόνος όμως θα φέρει ψυχραιμία, ωριμότερες σκέψεις. Οι πολίτες θα κρίνουν ποιοι εργάζονται στην πραγματικότητα να τιμωρηθούν όσοι ευθύνονται για το έγκλημα, ποιοι προωθούν αλλαγές αυτού του Κράτος αλά ΟΣΕ. Παράλληλα θα συγκρίνουν πρόσωπα και καταστάσεις, θα κάνουν τον δικό τους συνολικό απολογισμό για όλα όσα έχουν συμβεί αυτά τα χρόνια και πως κινήθηκαν τα κόμματα και στο τέλος θα οδηγηθούν στις κάλπες θέλοντας σταθερότητα, οικονομική ευημερία και Ανάπτυξη, ισχυρό κοινωνικό Κράτος, εγγυήσεις για μια βαθιά αλλαγή στην χώρα, για γενναίες μεταρρυθμίσεις, για να αποτελούν παρελθόν οι παθογένειες του Κράτους της Μεταπολίτευσης.
Για να δούμε. Το επόμενο διάστημα θα κριθούν σε κάθε περίπτωση πολλά.
* O Ζαχαρίας Ζούπης είναι διευθυντής Ερευνών της Opinion Poll