To σήμα «T» της Deutsche Telekom τοποθετήθηκε κάτω από το λογότυπο του Ομίλου ΟΤΕ στην πρόσοψη του Διοικητικού Μεγάρου ΟΤΕ, στο πλαίσιο της επικοινωνιακής αξιοποίησής του από τον Όμιλο ΟΤΕ.
Η COSMOTE αποτελεί, και θα συνεχίσει να αποτελεί, το ενιαίο brand για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες του Ομίλου ΟΤΕ.
Υπενθυμίζεται πως ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, μιλώντας στους μετόχους κατά την ετήσια γενική συνέλευση του ΟΤΕ, είχε αναφέρει σχετικά: «Αποτελούμε μέλος του Ομίλου Deutsche Telekom, ενός εκ των κορυφαίων Ομίλων τηλεπικοινωνιών παγκοσμίως, με το Νο1 brand στην Ευρώπη, το brand “T”. Ήρθε η στιγμή να αξιοποιήσουμε αυτό το brand, ενσωματώνοντας σταδιακά το σήμα “T” στις επικοινωνίες μας. Αξιοποιώντας τη δύναμη της μάρκας CΟSMOTE στην εγχώρια αγορά και ένα εμπορικό σήμα που αναγνωρίζουν εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως, θα ενισχύσουμε περαιτέρω τη θέση μας».
Η Deutsche Telekom είναι μία από τις κορυφαίες εταιρείες τηλεπικοινωνιών παγκοσμίως. Έχει παρουσία σε περισσότερες από 50 χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, πάνω από 207.000 εργαζομένους (31 Δεκ. 2022) και έσοδα 114,4 δισ. ευρώ (το 2022).
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο Όμιλος DT μετρά περίπου 245 εκατομμύρια πελάτες κινητής τηλεφωνίας, 25 εκατομμύρια συνδέσεις σταθερής και 21 εκατομμύρια ευρυζωνικές συνδέσεις. Παρέχει προϊόντα και υπηρεσίες σταθερού ευρυζωνικού δικτύου, κινητών επικοινωνιών, Internet και τηλεόρασης για ιδιώτες, καθώς και λύσεις τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών (ICT) για επιχειρήσεις και εταιρικούς πελάτες.
Σύμφωνα με τη μελέτη «Brand Finance Global 500», η Telekom αναδείχθηκε για πρώτη φορά ως το brand με τη μεγαλύτερη αξία στην Ευρώπη (62,9 δισ. δολάρια), και Νο11 στον κόσμο. Η μελέτη επιβεβαιώνει, επίσης, ότι η εταιρεία κατέχει τη δεύτερη θέση στον κόσμο στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών, ενώ παραμένει, με μεγάλη διαφορά, το κορυφαίο brand τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη. Τέλος, σημειώνεται πως η Brand Finance αποδίδει τη σημαντική αύξηση της αξίας του brand Telekom στην αύξηση του κύκλου εργασιών του Ομίλου και την έντονη ανάπτυξη της πελατειακής βάσης, ειδικά στις ΗΠΑ, αλλά και στις συνεχείς επενδύσεις στην ποιότητα δικτύου, τις ψηφιακές τεχνολογίες και την εξυπηρέτηση πελατών.