Σε σημαντική αύξηση των επιτοκίων προχώρησε η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας και σηματοδότησε ότι θα μπορούσε να αυστηροποιήσει περαιτέρω την πολιτική της για να συγκρατήσει τον πληθωρισμό, ο οποίος οδεύει να κλείσει φέτος κοντά στο 70%.
Η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής (MPC), με επικεφαλής την Χαφιζέ Γκαγέ Ερκάν, αύξησε το επιτόκιο αναφοράς της στο 35% από 30%, σύμφωνα με τις περισσότερες προβλέψεις. Οι τουρκικές τραπεζικές μετοχές αυξήθηκαν έως και 3% μετά την απόφαση, προτού περιορίσουν τα κέρδη τους στις 15:52 τοπική ώρα. Η λίρα είχε μικρή μεταβολή.
Πρόκειται για την πέμπτη κατά σειρά αύξηση επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα
«Πρόκειται για άλλη μια μεγάλη αύξηση» που επιβεβαιώνει ότι η νομισματική αρχή είναι «πλήρως δεσμευμένη να θέσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο και να επαναφέρει τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό» είπε στο Bloomberg ο Piotr Matys, αναλυτής στο Λονδίνο της InTouch Capital Markets Ltd. «Ωστόσο, ο πληθωρισμός παραμένει «εκπληκτικά υψηλός» και αυτό μειώνει την ελκυστικότητα της λίρας για τους ξένους επενδυτές» .
Στο 62% ο πληθωρισμός
Σε ανακοίνωσή της, η MPC επανέλαβε λέξη προς λέξη την καθοδήγησή της από τον περασμένο μήνα, λέγοντας ότι «η νομισματική σύσφιγξη θα ενισχυθεί περαιτέρω όσο χρειάζεται με έγκαιρο και σταδιακό τρόπο μέχρι να επιτευχθεί σημαντική βελτίωση των προοπτικών του πληθωρισμού».
Πρόσθεσε ότι ο «μηχανισμός νομισματικής μετάδοσης» θα ενισχυθεί μέσω «πρόσθετων μέτρων για την αύξηση του μεριδίου των καταθέσεων σε τουρκικές λίρες.»
Αυτό αποτελεί μέρος της προσπάθειας των αξιωματούχων να σταματήσουν τους Τούρκους να μετακινούνται σε καταθέσεις σε δολάρια και να ασκούν πίεση στη λίρα, η οποία έχει υποχωρήσει 34% φέτος έναντι του αμερικανικού νομίσματος. Τα τελευταία τραπεζικά στοιχεία δείχνουν ότι το 59% των καταθέσεων γίνεται σε λίρες.
Πρόκειται για την πέμπτη κατά σειρά αύξηση επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, καθώς προσπαθεί να ελέγξει τον πληθωρισμό που τρέχει στο 62%, ένα από τα υψηλότερα επίπεδα στον κόσμο. Χρειάζονται περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων για να προσελκύσουν ξένες εισροές στις τοπικές αγορές ομολόγων, ιδίως με την κεντρική τράπεζα να αναμένει ότι η αύξηση των τιμών θα συνεχίσει να επιταχύνεται μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους.