Ο γενικός διευθυντής του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης Μεχμέτ Χακάν Ατίλα, ο οποίος καταδικάστηκε το 2018 στις ΗΠΑ για παράκαμψη των κυρώσεων κατά του Ιράν, παραιτήθηκε σήμερα, την ώρα που η Άγκυρα επιδιώκει να καθησυχάσει την Ουάσινγκτον πριν από μια εκρηκτική δίκη.
Ο Ατίλα υπέβαλε την παραίτησή του «με δική του πρωτοβουλία» και αυτή έγινε δεκτή από το διοικητικό συμβούλιο του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης, σύμφωνα με το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu.
Ο Ατίλα, πρώην αναπληρωτής γενικός διευθυντής της τράπεζας Halkbank, το μεγαλύτερο μέρος του μετοχικού κεφαλαίου της οποίας ανήκει στο τουρκικό δημόσιο, καταδικάστηκε τον Ιανουάριο του 2018 από αμερικανικό δικαστήριο σε ποινή φυλάκισης για παράκαμψη των κυρώσεων κατά του Ιράν.
Όταν αφέθηκε ελεύθερος, τον Ιούλιο του 2019, ο Ατίλα επέστρεψε σαν ήρωας στην Τουρκία, όπου διορίστηκε τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς επικεφαλής του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης, με την απόφαση αυτή να εκλαμβάνεται ευρέως ως ανταμοιβή για την άρνησή του να εμπλέξει την τουρκική κυβέρνηση στην δίκη στις ΗΠΑ.
Η παραίτηση του Ατίλα έρχεται την ώρα που η Άγκυρα προσπαθεί να αμβλύνει τις σχέσεις της με την Ουάσινγκτον μετά την άνοδο στην αμερικανική προεδρία του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος κρίνεται ως λιγότερο διαλλακτικός με την Τουρκία από τον προκάτοχό του Ντόναλντ Τραμπ.
Η υπόθεση Halkbank συνεχίζει εξάλλου να ανησυχεί την Άγκυρα: αφού άφησαν ελεύθερο τον Ατίλα, οι ΗΠΑ άσκησαν δίωξη κατά της τράπεζας ως ιδρύματος, η οποία αναμένεται να οδηγήσει σε μια δίκη εντός των προσεχών μηνών.
Η τράπεζα κατηγορείται ότι έθεσε σε εφαρμογή ένα σύστημα που επέτρεψε στο Ιράν να έχει πρόσβαση σε δισεκατομμύρια δολάρια σε πόρους μεταξύ του 2012 και του 2016, παρακάμπτοντας τις κυρώσεις που επέβαλλαν οι ΗΠΑ.
Η Άγκυρα, η οποία απορρίπτει τις κατηγορίες αυτές, φοβάται τον αποκλεισμό της Halkbank από το διεθνές τραπεζικό σύστημα και την επιβολή υψηλού προστίμου, τα οποία θα υπονόμευαν την ήδη αποδυναμωμένη οικονομία της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία πολλαπλασίασε τις τελευταίες εβδομάδες τις ενδείξεις άμβλυνσης πάνω σε ένα άλλο θέμα που υποσκάπτει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ, την αγορά από την Άγκυρα ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400, δηλώνοντας έτοιμη για έναν συμβιβασμό.