Τα μεγαλύτερα αεροδρόμια στην Τουρκία βρίσκονται σε συζητήσεις για κυβερνητική στήριξη ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, καθώς η κρίση που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός έχει διαλύσει τη ζήτηση σε παγκόσμιο επίπεδο, ανέφεραν πηγές με γνώση του ζητήματος.
Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, οι οποίες θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, τα αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων και το νέο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, προϋπολογισμού $9 δισ., πιέζουν την κρατική γενική διεύθυνση αεροδρομίων (DHMI) για αναβολές στην καταβολή των ενοικίων, περικοπές και παρατάσεις στα συμβόλαια, στο πλαίσιο των συλλογικών συζητήσεων που πραγματοποιούν.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να οδηγήσουν σε διαφορετικές καταλήξεις για κάθε αεροδρόμιο, αντικατοπτρίζοντας τις διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν στην κάθε περίπτωση. Η DHMI αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο.
Η εγχώρια αγορά της Τουρκίας προστάτεψε τα αεροδρόμια από την κατάρρευση που γνώρισαν άλλα αεροδρόμια στην Ευρώπη, εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Ωστόσο, ακόμα και έτσι, η απώλεια των τουριστών και της διαµετακομιστικής κυκλοφορίας είχε δυσμενείς συνέπειες για τον κλάδο. Το βασικό αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο άνοιξε το 2019, χρησιμοποίησε μόλις το ένα τέταρτο της δυναμικότητάς του, που φτάνει συνολικά τους 90 εκατ. επιβάτες, ενώ το Sabiha Gokcen, το δεύτερο αεροδρόμιο της πόλης, το οποίο διαχειρίζεται η Malaysia Airports Holdings Bhd, γνώρισε πτώση κατά 52%.
Πέντε αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων στην Άγκυρα και τη Σμύρνη, τα οποία διαχειρίζεται η Aeroports de Paris, παρουσίασαν πτώση κατά 70%. Σύμφωνα με τις παραπάνω πηγές, τα αεροδρόμια έχουν υποβάλει διαφορετικά αιτήματα στις συζητήσεις.
Δύο άλλες πηγές αναφέρουν ότι την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση εξετάζει να αφαιρέσει την αξία της εγγύησης από το μίσθωμα στο αεροδρόμιο -που αποτελεί την βασική έδρα της Turkish Airlines– και στη συνέχεια να δώσει νέες ελαφρύνσεις.
Εξάλλου, όπως αναφέρει μία από τις πηγές, κάποιο από τα άλλα αεροδρόμια ενδέχεται να καταλήξει σε συμφωνία για την αναβολή των μισθωμάτων για δύο χρόνια, με ανάλογη επέκταση του συμβολαίου.