Έτοιμες να αντιμετωπίσουν το όποιο νέο κύμα «κόκκινων» δανείων προκαλέσει το… «τσουνάμι» του πολέμου και της ακρίβειας εμφανίζονται οι τράπεζες, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν στη διάθεσή τους τα «όπλα» – ευρωπαϊκά ή κυβερνητικά – που δόθηκαν την περίοδο της πανδημίας.
«Παραδοσιακά βλέπαμε ένα 25% με 30% των δανείων να «ξανακοκκινίζει». Το α’ τρίμηνο του 2022, ωστόσο, ο συγκεκριμένος δείκτης είναι χαμηλότερος, όπως και το αμέσως προηγούμενο εξάμηνο. Η εκτίμησή μας είναι ότι θα είμαστε λίγο παραπάνω στα επόμενα τρίμηνα», τονίζουν υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη.
Στο ίδιο μήκος κύματος συμπληρώνουν: «Εάν υποθέταμε ότι έχουμε μία μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος περίπου 15% – 20%, αυτή θα συνέβαλε στη δημιουργία νέων «κόκκινων» δανείων, ύψους 150 με 200 εκατ. ευρώ. Άρα, δεν μιλάμε για ένα «τσουνάμι» που θα έρθει να σαρώσει τα πάντα, αλλά ενδεχομένως να αυξήσει την πιθανότητα αθέτησης κατά 1%. Όσον αφορά στην κάλυψη προβλέψεων που χρειάζονται τα νέα δάνεια είναι περίπου 30%. Οπότε το cost of risk που μπορεί να σε… χτυπήσει επιπλέον είναι γύρω στα 60 εκατ. ευρώ».
Σύμφωνα με τους ίδιους, το νέο κύμα «κόκκινων» δανείων αναμένεται να είναι διαχειρίσμο για δύο λόγους:
Α) Την ανθεκτικότητα του «πράσινου» χαρτοφυλακίου: Όπως σημειώνει, τα επίμαχα δάνεια δεν είναι νέα, έχουν δοθεί σε προηγούμενα χρόνια και σίγουρα δεν είναι ευαίσθητα στους κλυδωνισμούς, αφού έχουν περάσει από διάφορες κρίσεις – οικονομική, υγειονομική – και έχουν… επιβιώσει. Υπενθυμίζεται πως το εξυπηρετούμενο χαρτοφυλάκιο των τεσσάρων «αγγίζει» σήμερα τα 100 δισ. ευρώ (25,3 δισ. ευρώ η Τράπεζα Πειραιώς, 25,2 δισ. ευρώ η Εθνική Τράπεζα, 24,8 δισ. ευρώ η Alpha Bank και 24,3 δισ. ευρώ η Eurobank), με αρμόδιες πηγές να χαρακτηρίζουν ως ζωτικής σημασίας την αύξηση της πιστωτικής επέκτασης προς την πραγματική οικονομία.
Β) Τους καθαρούς ισολογισμούς: «Οι τράπεζες, σε μεγάλο βαθμό, με την αποαναγνώριση των δανείων έχουν ξεφύγει από τον κύκλο ‘ρυθμίζω – θεραπεύω – ξανασκάει’, ο οποίος έχει μεταφερθεί στις τιτλοποιήσεις. Οπότε αυτά τα δάνεια δεν υπάρχουν στους ισολογισμούς τους και όσα έχουν μείνει δεν είναι ικανά να δημιουργήσουν σοκ», εξηγεί το παραπάνω στέλεχος. Πράγματι, το «κόκκινο» απόθεμα των τραπεζών περιορίζεται σε μόλις 15 δισ. ευρώ (2,1 δισ. ευρώ για την Εθνική Τράπεζα, 2,8 δισ. ευρώ για τη Eurobank, 4,9 δισ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και κάτω από πέντε δισ. ευρώ για την Alpha Bank), με δύο εκ τις τέσσερις συστημικές να έχουν ήδη επιτύχει μονοψήφιο δείκτη NPE (Eurobank και ΕΤΕ με 6,8% και 6,9% αντίστοιχα), ενώ προσεχώς θα ακολουθήσουν και οι άλλες δύο (Alpha Bank και Πειραιώς, με τον στόχο για το 2022 να ορίζεται σε 7% και 8% αντίστοιχα).
«Σε αντίθεση με τις… Κασσάνδρες που θεωρούσαν πως τα NPEs της πανδημίας θα ήταν πολύ περισσότερα, οι εκτιμήσεις των τραπεζών έκαναν λόγο για σχεδόν 20%. Αυτή τη στιγμή η αίσθηση που έχουμε είναι πως το επίμαχο ποσοστό έχει πέσει στο 10%», υπογραμμιζουν και καταλήγουν: «Αντίστοιχη αισιοδοξία έχουμε και για την τρέχουσα συγκυρία, έστω και εάν δεν έχουμε τις διευκολύνσεις της πανδημίας. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, πάντως, κρατική υποστήριξη υπάρχει. Για παράδειγμα, η επιδότηση για τους λογαριασμούς ρεύματος. Όσον αφορά στην Ευρώπη, τη δεδομένη στιγμή δεν έχουμε δει ότι υπάρχει ανάγκη για μορατόρια».