Με βάση πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), η ΑΑΔΕ δεν μπορεί πλέον να ελέγξει τραπεζικές καταθέσεις, εμβάσματα και κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών έως το 2018, καθώς έχει λήξει το δικαίωμα της εφορίας να επιβάλει φόρους και πρόστιμα.
Το ΣτΕ επιβεβαίωσε ότι η πενταετής προθεσμία αποτελεί το ανώτατο όριο παραγραφής για τις φορολογικές υποθέσεις, εκτός αν προκύψουν νέα στοιχεία που δεν ήταν γνωστά στην εφορία κατά την αρχική περίοδο ελέγχου. Οι αποφάσεις αυτές θέτουν σαφή όρια στη φορολογική διοίκηση, διασφαλίζοντας τη νομική σταθερότητα και την προστασία των φορολογουμένων από μακροχρόνιες ελεγκτικές διαδικασίες.
Σύμφωνα με την απόφαση 1726/2024, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου υπήρχαν ενδείξεις φοροδιαφυγής – όπως πλαστά και εικονικά τιμολόγια – εάν η φορολογική αρχή δεν προχώρησε σε καταλογισμό εντός της πενταετίας, η υπόθεση παραγράφεται.
Τα εμβάσματα από ελληνικές προς ξένες τράπεζες δεν θεωρούνται νέα στοιχεία για επέκταση της παραγραφής.
Αντίθετα, η παραγραφή μπορεί να επεκταθεί στα 10 έτη για λογαριασμούς εξωτερικού, καθώς οι ελληνικές αρχές δεν είχαν άμεση πρόσβαση σε αυτά τα στοιχεία εντός της πενταετίας. Έτσι, οι τραπεζικοί λογαριασμοί εξωτερικού του 2012 και παλαιότεροι έχουν παραγραφεί, ενώ αυτοί από το 2013 και μετά παραμένουν «ανοιχτοί» σε έλεγχο.
Τι σημαίνει αυτό για τους φορολογούμενους
Από την 1η Ιανουαρίου 2025, η εφορία δεν μπορεί να ελέγξει τις τραπεζικές κινήσεις του 2018, ανεξάρτητα από το αν οι καταθέσεις ή τα εμβάσματα δικαιολογούνται από τα δηλωμένα εισοδήματα. Πλέον, η προσοχή των φορολογικών αρχών στρέφεται στα έτη 2019 και μετά, με το 2019 να παραγράφεται στις 31 Δεκεμβρίου 2025.