Το στόχο για διανομή μερίσματος στους μετόχους για τη χρήση του 2023 επανέλαβε η διοίκηση της Alpha Bank στο πλαίσιο της ενημέρωσης των επενδυτών για τα αποτελέσματα της προηγούμενης οικονομικής χρήσης.
Όπως ανέφερε η διοίκηση της τράπεζας στους αναλυτές Alpha Bank χτίζει κεφαλαιακή θέση που θα της επιτρέπει να διανείμει μέρισμα το 2024 από τα κέρδη της χρήσης 2023. Μάλιστα το 2023 ο fully loaded δείκτης κεφαλαίων CET 1 θα έχει ξεπεράσει τον στόχο του 13%.
Ειδικότερα, για το 2022 ο δείκτης CET1 fully loaded αναμένεται στο 12,5%, με προοπτική οργανικής δημιουργίας νέων κεφαλαίων κατά 100 μονάδες βάσης που θα διαμορφώσουν τον δείκτη στο 13,50% στο τέλος του 2023. Η οργανική δημιουργία κεφαλαίου εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί κατά 1,6% μεταξύ 2023 και 2024, διαμορφώνοντας στο τέλος της τριετίας (2024) τον fully loaded CET1 δείκτη στο 15,1%.
Όπως εξήγησε ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, κ. Βασίλης Ψάλτης, η χρήση του 2021 επιβαρύνθηκε σημαντικά από την εντατικοποίηση των τιτλοποιήσεων κόκκινων δανείων και άλλων συναλλαγών που ενίσχυσαν τον ισολογισμό, όπως πωλήσεις δανείων εκτός Ηρακλή, το ντιλ για το δίκτυο καρτών, οι αναδιαρθρώσεις θυγατρικών εξωτερικού, η κοινοπραξία με την DK και τη δημιουργία της νέας Cepal, αλλά και η στρατηγική συμφωνία με τη Generali. Όλες αυτές οι κινήσεις επιβάρυναν αφενός τα λειτουργικά έξοδα, ενώ περιόρισαν τα επιτοκιακά έσοδα, αλλά και τις προμήθειες από άλλες δραστηριότητες, όπως από το bancassurance.
Ωστόσο, από το επιχειρησιακό σχέδιο 2022-2024 προκύπτει ότι οι όποιες επιβαρύνσεις έγιναν άπαξ, ενώ δημιουργούνται επαναλαμβανόμενα οφέλη, τόσο στο σκέλος των εσόδων όσο και στην πλευρά των εξόδων.
Μολονότι δεν υπάρχει ανάγκη για εκδόσεις ομολόγων η διοίκηση της τράπεζα υπογράμμισε ότι προετοιμάζεται τόσο για έκδοση AT1 ύψους 800 εκατ. ευρώ όσο και για Senior preffered, ωστόσο οι εκδόσεις θα γίνουν όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες και δεν είναι της παρούσης.
Τα στελέχη της τράπεζας ανέφεραν ότι το 2022 αναμένεται να είναι μια ιδιαίτερα καλή χρονιά στο μέτωπο της χρηματοδότησης ενώ το 2021 έκλεισε με συνολικές χορηγήσεις 5,4 δις ευρώ και νέες εκταμιεύσεις 1,6 δισ. ευρώ. “Το 2022 οι νέες εκταμιεύσεις εκτιμούμε ότι θα διπλασιαστούν“, τόνισαν. Ήδη, η τράπεζα το πρώτο 3μηνο του έτους έχει συμφωνήσει για νέες χρηματοδοτήσεις 1 δις ευρώ και δρομολογεί άλλο 1 δισ. ευρώ.
Η διοίκηση της Alpha Bank αναφέρθηκε στη θετική έκβαση όσον αφορά τις προβλέψεις για τη δημιουργία νέων κόκκινων δανείων από την πανδημία και τα μορατόρια. Όπως είπε, έναντι προβλέψεων για νέες επισφάλειες 600 εκατ. ευρώ το 2021, τα νέα κόκκινα δάνεια ήταν μηδαμινά. Για το 2022, η πρόβλεψη είναι για νέα κόκκινα δάνεια 800 εκατ. ευρώ, τα οποία περιλαμβάνουν και τα επιδοτούμενα δάνεια των προγραμμάτων «Γέφυρα 1 και 2», όπως επίσης και δάνεια που έχουν μπει σε προγράμματα step –up. Όπως αναφέρθηκε, στο τέλος του α΄ τριμήνου 2022 λήγουν και τα εναπομείναντα προγράμματα «Γέφυρα» για τους δανειολήπτες της τράπεζας και ήδη τα στοιχεία από την μέχρι στιγμής πορεία του α΄ τριμήνου δείχνουν ότι περίπου το 95% των δανείων του «Γέφυρα 1» (στεγαστικά) εξυπηρετούνται και τυχόν υπερημερίες δεν υπερβαίνουν τις 30 ημέρες (η τράπεζα έχει δάνεια 1 δις. ευρώ στο «Γέφυρα 1»). Αντιστοίχως στο «Γέφυρα 2» (επιχειρηματικά) όπου η τράπεζα έχει ενταγμένα δάνεια 900 εκατ. ευρώ, το ποσοστό εξυπηρέτησης (συμπεριλαμβάνεται και καθυστέρηση έως 30 ημερών) φτάνει στο 96%.
Αναφορικά με την εξυγίανση του ισολογισμού της από τα κόκκινα δάνεια, η διοίκηση της Alpha Bank ανέφερε ότι το 2021 ολοκλήρωσε επιτυχώς 11 συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων πωλήσεων και τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ύψους 16 δισ., βάζοντας έτσι σε τροχιά την επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού ΜΕΑ έως τα μέσα του 2022. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα της τράπεζας στην Ελλάδα έχουν μειωθεί κάτω των 5 δισ. ευρώ. Στόχος για το τέλος του 2022 είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να μειωθούν στα 2,9 δισ. ευρώ και οι δείκτες ΜΕΑ (NPE) και ΜΕΔ (NPL) σε επίπεδο ομίλου σε περίπου 7% και 5% (από 13% και 6% στο τέλος του 2021 και 43% και 30% στο τέλος του 2020). Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα επιτρέψει στην τράπεζα να μειώσει το κόστος πιστωτικού κινδύνου, σε 70 μονάδες βάσης για το 2022.
Αναφερόμενη στις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η διοίκηση της Alpha Bank ανέφερε ότι η έκθεση σε Ρωσία και Ουκρανία είναι αμελητέα, αντιπροσωπεύοντας το 0,05% των δανείων (43 εκατ. ευρώ) σε επίπεδο Ομίλου και το 0,18% των καταθέσεων (84 εκατ.). Η Τράπεζα έχει μηδενική έκθεση σε ομόλογα των δύο χωρών. Από τις θυγατρικές της, η Alpha Bank Cyprus έχει έκθεση 29,4 εκατ. σε ρωσικά και ουκρανικά κυρίως στεγαστικά δάνεια χαμηλής αξίας δανείου προς αξία ακινήτου και η Alpha Bank Romania έχει έκθεση 13,1 εκατ. ευρώ. Η Alpha Bank παρακολουθεί στενά τις αντανακλαστικές επιπτώσεις από τον πόλεμο και τις επιβληθείσες κυρώσεις στα χαρτοφυλάκιά της, αν και δεν η λίστα των χρηματοδοτούμενων εταιρειών της και των συμβάσεών της δεν σχετίζεται με επιχειρήσεις που εμπλέκονται απευθείας στη σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών.
Σε ό,τι αφορά στις υπόλοιπες αβεβαιότητες, όπως ο πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων, ο επικεφαλής της Alpha Bank σημείωσε ότι διανύουμε μία περίοδο αβεβαιότητας την οποία όλοι παρακολουθούν από κοντά. Ωστόσο, διατύπωσε την εκτίμηση ότι το επιχειρησιακό σχέδιο δεν θα επηρεαστεί. Ακόμα και από αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, η συνολική επίπτωση θα είναι μάλλον ουδέτερη, καθώς βελτιώνεται το κέρδος από τα δάνεια.
Σε ό,τι αφορά στους 5 στόχους του 2022:
1. Διπλασιασμός της καθαρής πιστωτικής επέκτασης, σε σχέση με το 2021, με το μέγεθος να προβλέπεται στα 2,2 δισ. ευρώ. Μάλιστα, σημειώθηκε στην παρουσίαση ότι ήδη το 1 δισ. ευρώ έχει “κλείσει” μέσα στο πρώτο τρίμηνο, ενώ άλλο 1 δισ. βρίσκονται κοντά σε συμβασιοποιήσεις. Επίσης, το πρώτο τρίμηνο δείχνει μεγάλη ζήτηση για δάνεια και από τη λιανική τραπεζική. Σημειώνεται ότι τα νέα δάνεια το 2021 ξεπέρασαν τα 5 δισ. ευρώ.
2. Τα οργανικά έσοδα θα ξεπεράσουν τα 1,5 δισ. ευρώ και θα κινηθούν υψηλότερα από τα επίπεδα του 2021, παρά το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων και των τιτλοποιήσεων, καθώς θα αντισταθμιστούν από μεταβολές στη διάρθρωση του ομίλου (Cepal, Generali, θυγατρικές εξωτερικού, TLTRO, κά).
3. Τα κόστη θα περιοριστουν σε επαναλαμβανόμενη βάση στα 920 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα συναλλαγών και αναδιαρθρώσεων.
4. H ποιότητα του ενεργητικού θα βελτιωθεί, καθώς τα συνολικά ανοίγματα θα μειωθούν κάτω από τα 3 δισ. ευρώ, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο 7% (από 13% το 2021) και των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 5% από 6%.
5. Οργανική κεφαλαιακή αύξηση, δηλαδή μέσα από την κερδοφορία. Ειδικότερα, η οργανική αύξηση στα κεφάλαια το 2021 εκτιμάται σε 70 μονάδες βάσεις που θα φέρει τον δείκτη CET1 στο 12,5% από 11,8% και στο 15,1% το 2024.